Η Κασσάνδρα, αναφερόμενη και ως Κασάνδρα ή Αλεξάνδρα, είναι μία από τις πιο τραγικές μορφές της Ελληνικής μυθολογίας κόρη του βασιλιά της Τροίας, Πριάμου και της Εκάβης.
Την είχε αγαπήσει ο Απόλλωνας, και εκείνη του υποσχέθηκε να δεχτεί τον ερωτά του, φτάνει να την έκανε μάντισσα που να μη λαθεύεται ποτέ σε ό,τι προέλεγε. Όταν όμως εκείνος ανταποκρίθηκε στην επιθυμία της και την προίκισε με το χάρισμα της μαντικής, η Κασσάνδρα πάτησε την υπόσχεση της και αρνήθηκε να του δοθεί. Θυμωμένος ο θεός, επειδή δεν μπορούσε να πάρει πίσω ό,τι μια φορά είχε δώσει, την καταράστηκε να μην πιστεύει ποτέ κανείς άνθρωπος στις μαντείες της, όσο αληθινές και να είναι…
Ο απατημένος θεός, όταν η Κασσάνδρα αρνιέται να του χαριστεί, κρύβει την αγανάκτηση του και της γυρεύει να του επιτρέψει να τη φιλήσει μία μόνο φορά. ‘Όταν εκείνη δέχεται, ο Απόλλωνας τη φτύνει στο στόμα και αφαιρεί με τον τρόπο αυτό κάθε πειθώ από τα λόγια της.
Υπάρχουν κάποια ερωτηματικά στην πράξη αυτή του θεού Απόλλωνα. Το σάλιο, όπως κάθε έκκριση του ανθρώπου, έχει, κατά την πρωτόγονη πίστη, την ικανότητα να μεταφέρει από το ένα πρόσωπο στο άλλο ορισμένες ικανότητες, όχι να τις εξουδετερώνει. Έπρεπε λοιπόν και εδώ ο θεός φτύνοντας στο στόμα της Κασσάνδρας να της μεταδίδει τη δική του μαντική τέχνη.
Μία δεύτερη παραλλαγή του Μύθου είναι ότι στην αρχική παράδοση, ο Απόλλωνας να ζητούσε από την κόρη να τον φτύσει αυτή στο στόμα,έτσι η Κασσάνδρα έχανε ό,τι είχε αποκτήσει λίγο πιο πριν. Ο Σέρβιος, ο μόνος που δίνει την παραλλαγή αυτή της Κασσάνδρας.
Η συμφωνία της Κασσάνδρας με τον Απόλλωνα, η αθέτηση της υπόσχεσης της και η τιμωρία της, αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Αισχύλο. Στον Λυκόφρονα η ηρωίδα παρουσιάζεται φυλακισμένη από τον πατέρα της, που δεν βαστούσε να την ακούει να θρηνεί ακατάπαυτα και να προφητεύει χαλασμούς και θανάτους, είχε δώσει όμως εντολή στο φύλακά της να καταγράφει τα λόγια της.
Μία άλλη παράδοση ερμηνεύει αλλιώς την απόκτηση του προφητικού χαρίσματος από την Κασσάνδρα. Την Κασσάνδρα και τον ‘Ελενο τους είχε γεννήσει η Εκάβη την ίδια μέρα. Όταν κάποτε οι γονείς γιόρταζαν τα γενέθλια των παιδιών τους στο ναό του Θυμβραίου Απόλλωνα, έξω από τις πύλες της Τροίας εκείνα, κουρασμένα όπως ήταν από τα παιχνίδια και τα τρεξίματα όλη μέρα, αποκοιμιούνται μέσα στο ιερό.
Οι δικοί τους, μεθυσμένοι ύστερα από την ολοήμερη διασκέδαση, όταν φτάνει η νύχτα, σηκώνονται και φεύγουν ξεχνώντας τα. Μέσα στο σκοτάδι έρχονται φίδια και γλείφοντας τα αυτιά των παιδιών, τους καθαρίζουν τα αισθητήρια, ώστε να μπορούν να ακούν μυστικές φωνές που οι άλλοι άνθρωποι δεν τις ακούν. Το άλλο πρωί αναζητούν τα χαμένα παιδιά οι γυναίκες του παλατιού και όταν τα βρίσκουν ζωσμένα από τα φίδια, βάζουν τις φωνές. Τρομαγμένα τα φίδια εξαφανίζονται σ’ ένα άλσος από δάφνες εκεί κοντά.
‘Έτσι τα δίδυμα αδέλφια βρίσκονται από τα παιδικά τους χρόνια κιόλας προικισμένα με το χάρισμα της μαντικής. Η Κασσάνδρα θα προέλεγε το μέλλον μετά από θεϊκή έμπνευση, όπως η Σίβυλλα και η Πυθία. Από την άλλη, ο Έλενος το έπραττε ερμηνεύοντας τις κινήσεις και τις κραυγές των πουλιών (οιωνοσκοπία).
Η κατάρα συνοδεύει την Κασσάνδρα σε όλη της τη ζωή. Κάθε τόσο προβλέπει καταστροφές για την πατρίδα της – όταν γεννιέται ο Πάρις, όταν οι γονείς του τον ξαναβρίσκουν, όταν ο Πάρις φεύγει για τη Σπάρτη, όταν οι Τρώες αποφασίζουν να σύρουν μέσα στο κάστρο τους τον Δούρειο ‘Ιππο -, της μοίρας της όμως είναι κανένας να μη δίνει σημασία στα λόγια της.
Η πρώτη από τις συγκεκριμένες προφητείες της Κασσάνδρας που αναφέρονται από τις πηγές ήταν ότι ο Πάρις θα έφερνε καταστροφή στην πόλη, όταν αυτός επέστρεψε για πρώτη φορά στην Τροία, χωρίς να είναι γνωστή η πριγκιπική του ιδιότητα. Αργότερα, όταν έφερε και την Ωραία Ελένη στην πόλη, η Κασσάνδρα είπε πως η απαγωγή αυτή θα προκαλούσε τον αφανισμό της Τροίας, αλλά κανένας δεν την πίστευε.
Η Κασσάνδρα ήταν η πρώτη που γνώριζε ότι ο πατέρας της επέστρεφε από τον Αχιλλέα με τη σορό του Έκτορα. Η Κασσάνδρα και ο Λαοκόων προσπάθησαν με κάθε τρόπο να πείσουν τους Τρώες να μη βάλουν μέσα στην πόλη τον Δούρειο Ίππο. Η Κασσάνδρα τους είπε μάλιστα ότι το ξύλινο εκείνο άλογο ήταν γεμάτο με οπλισμένους εχθρούς, αλλά και πάλι δεν έγινε πιστευτή.
Μετά την άλωση της Τροίας, η Κασσάνδρα κατέφυγε στον ναό της Αθηνάς.Εκεί έφθασε ο Αίας ο Λοκρός, ο οποίος διέπρεψε στον πόλεμο εναντίον των Τρώων. Καθώς οι Αχαιοί ορμούν στο εσωτερικό της πόλης, ο Αίας μπαίνει στο ναό της Αθηνάς..
Εκεί η Κασσάνδρα που περιγράφεται από τον Όμηρο ως η «καλλίστην πασών» ζητά προστασία από τη θεά,από το ξόανό της, Ο Αίας την τράβηξε από τα μαλλιά, οπότε το άγαλμα σείστηκε από τη βάση του. Ο Αίας την ατίμασε μέσα στον ναό. Οι άλλοι Έλληνες που το είδαν αυτό αγανάκτησαν από τη φοβερή ιεροσυλία.
Το ατίμασμα της μάντισσας Κασσάνδρας κάνει το ξόανο της θεάς Αθηνάς να ζωντανεύσει και να στυλώσει τα μάτια της στον ουρανό. Οι Αχαιοί για να την εξευμενίσουν αποφασίζουν να προχωρήσουν στο λιθοβολισμό και το θάνατο του Αίαντα αφού δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να χάσουν την προστασία της θεάς.
Εκείνος όμως καταφέρνει προσωρινά να γλυτώσει με ικεσίες στο βωμό της Αθηνάς.
Μετά το τέλος του τρωικού πολέμου οι Λοκροί ξεκινούν το ταξίδι της επιστροφής στην πατρίδα. Η ακόλαστη όμως πράξη του Αίαντα δεν έχει ξεχαστεί από τη Θεά Αθηνά η οποία με κεραυνούς βυθίζει το πλοίο. Κατά την επιστροφή στην Λοκρίδα, ξέσπασε καταιγίδα κοντά στην Εύβοια και ο Αίας σώθηκε πάνω σε έναν βράχο λέγοντας προς τους θεούς ότι θα επιβιώσει παρά την θέληση τους. Τότε ο Ποσειδώνας προσβεβλημένος από την αλαζονεία του, διέλυσε τον βράχο με την τρίαινα του και ο Αίας χάθηκε.
Οι κατακτητές μοιράσθηκαν τις γυναίκες των ηττημένων, οπότε η Κασσάνδρα έπεσε στον κλήρο του Αγαμέμνονα, ο οποίος την ερωτεύθηκε σφοδρά. Είναι πιθανό ότι η Κασσάνδρα απέκτησε δύο γιους με τον Αγαμέμνονα, τον Τηλέδαμο και τον Πέλοπα.
Τελικώς η τύχη της ενώθηκε με τη δική του: όταν έφθασαν στις Μυκήνες δολοφονήθηκαν και οι δύο από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο.
Στην Ιλιάδα η Κασσάνδρα μνημονεύεται ως μνηστή του Οθρυονέα από την Κάβησο, που, αντί για άλλες προσφορές στον Πρίαμο για να του δώσει την Κασσάνδρα, είχε υποσχεθεί να διώξει τους Αχαιούς από την Τροία, σκοτώνεται όμως, μόλις φτάνει, από τον Ιδομενέα. Παρουσιάζεται ακόμα στην τελευταία ραψωδία να βλέπει πρώτη τον Πρίαμο να γυρίζει από το στρατόπεδο των Αχαιών φέρνοντας πίσω το πτώμα του ‘Εκτορα .
Τίποτα δεν δείχνει πως ο Όμηρος γνώριζε τις προφητικές ικανότητες της ηρωίδας. Και η Οδύσσεια, παρόλο που ομιλεί για τον τραγικό θάνατό της από το χέρι της Κλυταιμήστρας , δεν φαίνεται να ξέρει την Κασσάνδρα ως μάντισσα. Για πρώτη φορά στα «Κύπρια» τη βλέπουμε να κατέχει το χάρισμα της μαντικής, καθώς προειδοποιεί τον πατέρα της για τους κινδύνους που απειλούν την Τροία από την επίσκεψη του Πάρη στον Μενέλαο της Σπάρτης (Κύπρια, Πρόκλος 7).
Μεταγενέστερες μαρτυρίες (Απολλόδωρος, Επιτομή 5, 17) την παρουσιάζουν ναι παλεύει του κάκου να εμποδίσει τους Τρώες να πιστέψουν στον Σίνωνα και να μεταφέρουν τον Δούρειο ‘Ιππο μέσα στο ‘Ιλιο. Ο Πίνδαρος την ονομάζει μάντιν κόραν (Πύθια 11, 33).
Στη σύγχρονη εποχή έχουν επικρατήσει από τον παραπάνω μύθο, ιδίως μάλιστα στον ελληνικό πολιτικό λόγο, εκφράσεις όπως «θα διαψευσθούν οι ποικιλώνυμες Κασσάνδρες» ή «μην ακούτε τις Κασσάνδρες», κλπ.. Αυτές οι εκφράσεις είναι λογικά αναντίστοιχες προς τον αρχαίο μύθο, αφού όλες οι προφητείες της Κασσάνδρας αποδεικνύονταν αληθινές, ασχέτως εάν δεν τις πίστευαν όσοι τις άκουγαν.