Η Μάχη της Κρήτης. Ο «Τάφος» των Γερμανών Αλεξιπτωτιστών. Γιατί οι Γερμανοί κατάσκοποι πίστευαν, ότι οι Κρητικοί θα τους υποδεχτούν με ανακούφιση!

Κοινοποίηση:
Μάχη-Κρήτης-600x400

Ένα από τα πιο συγκλονιστικά κεφάλαια του Παγκοσμίου Πολέμου είναι η Μάχη της Κρήτης. Η Ναζιστική επίθεση των Γερμανών κατά της Κρήτης ξεκίνησε την 20η Μαΐου του 1941 κι έληξε ύστερα από 12 μέρες την 1η Ιουνίου του 1941.

Με την επιχείρηση αυτή οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το νησί από τις αγγλοελληνικές συμμαχικές δυνάμεις, ωστόσο αυτή τους η επιτυχία κόστισε τόσο πολύ ώστε να μην επιχειρήσουν ξανά άλλη αεροπορική έφοδο της ίδιας κλίμακας κατά την διάρκεια του πόλεμου.

Η απόφαση για την επίθεση στην Κρήτη ελήφθη από το Χίτλερ στις 25 Απριλίου 1941, λίγες μέρες μετά την παράδοση της ηπειρωτικής Ελλάδας στις δυνάμεις του Άξονα, και έλαβε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Ερμής» («Unternehmen Merkur»). Ήταν αμυντική και όχι επιθετική επιχείρηση, όπως αποδείχθηκε αργότερα. Οι Γερμανοί είχαν ως στόχο να εξασφαλίσουν τα νοτιοανατολικά τους νώτα, ενόψει της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα (Εκστρατεία στη Ρωσία) και να εξορμήσουν στη Βόρεια Αφρική, με εφαλτήριο την Κρήτη, όπως πίστευαν οι Σύμμαχοι.

Τις παραμονές της επίθεσης, οι Σύμμαχοι είχαν τακτικό πλεονέκτημα σε ξηρά και θάλασσα, ενώ οι Γερμανοί στον αέρα. Έτσι, το γερμανικό επιτελείο αποφάσισε να διεξαγάγει την επιχείρηση από αέρος με τη χρησιμοποίηση δυνάμεων αλεξιπτωτιστών σε ευρεία κλίμακα, για πρώτη φορά στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία. Επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων τέθηκε ο πτέραρχος Κουρτ Στούντεντ, 51 ετών, βετεράνος πιλότος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είχε στη διάθεσή του 1190 αεροπλάνα (πολεμικά και μεταγωγικά) και 29.000 άνδρες (αλεξιπτωτιστές και πεζικάριους), ενώ οι Ιταλοί θα συνεισέφεραν 3.000 στρατιώτες.

Την Κρήτη υπερασπίζονταν όσοι έλληνες στρατιώτες είχαν παραμείνει στο νησί και δυνάμεις της Βρετανικής Κοινοπολιτείας (Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιωτικοί), που είχαν διεκπεραιωθεί από την κατεχόμενη Ελλάδα. Το γενικό πρόσταγμα είχε ο νεοζηλανδός στρατηγός Μπέρναρντ Φράιμπεργκ, 52 ετών, βετεράνος και αυτός του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι υπερασπιστές της Μεγαλονήσου ανήρχοντο σε περίπου 40.000, αλλά είχαν ανεπαρκή και απαρχαιωμένο οπλισμό, ιδίως οι Έλληνες. Στην περιοχή των Χανίων είχε εγκατασταθεί ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση υπό τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Οι Σύμμαχοι γνώριζαν με μεγάλες λεπτομέρειες το γερμανικό σχέδιο επίθεσης, αφού είχαν κατορθώσει για πρώτη φορά να σπάσουν του γερμανικό κώδικα επικοινωνιών («Επιχείρηση Αίνιγμα»). Όμως, το πλεονέκτημα αυτό δεν το εκμεταλλεύτηκαν, εξαιτίας των διαφωνιών του Φράιμπεργκ με τους ανωτέρους του στο Λονδίνο. Οι Αμερικανοί δεν είχαν εισέλθει ακόμη στον Πόλεμο.

Το πρωί της 20ής Μαΐου, μετά από σφοδρό βομβαρδισμό και πολυβολισμό από αεροσκάφη της Λουφτβάφφε, άρχισε η κατά κύματα ρίψη των αλεξιπτωτιστών και η προσγείωση ανεμοπλάνων στην δυτική Κρήτη. Οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις αμέσως άρχισαν την εκτόξευση αντιαεροπορικών πυρών, ενώ οι μονάδες πεζικού προσέβαλαν με δραστικά πυρά τους αλεξιπτωτιστές στον αέρα και στο έδαφος. Στο Μάλεμε η ομάδα Κομήτης, υπό τον Υποστράτηγο Μάιντλ, κατέλαβε την γέφυρα του ποταμού Ταυρωνίτη και το στρατόπεδο της ΡΑΦ, αλλά δεν μπόρεσε να καταλάβει το αεροδρόμιο. Μέχρι τις απογευματινές ώρες η μάχη για το ύψωμα 107, που δέσποζε του αεροδρομίου, ήταν σκληρή, με τους Νεοζηλανδούς να προτάσσουν σθεναρή άμυνα. Η φθορά που είχαν υποστεί οι δυνάμεις των αμυνομένων στο ύψ. 107 έκανε τον διοικητή τους να αμφιβάλει για το πόσο μπορούσε να αντέξει νέα γερμανική επίθεση την επόμενη μέρα, με αποτέλεσμα την νύχτα να αποσυρθεί από το ύψωμα. Δυτικά του Μάλεμε, στο Κολυμπάρι, η ελληνική Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απέκρουσε με επιτυχία τους Γερμανούς αλλά οι απώλειες της και η έλλειψη πυρομαχικών την ανάγκασαν σε σύμπτυξη σε νέα τοποθεσία.

Ανατολικότερα, στην περιοχή της Αγυιάς, διεξήχθησαν σφοδροί αγώνες ολόκληρη την μέρα, με το 6ο Ελληνικό Σύνταγμα Πεζικού, που κατείχε τα υψώματα νότια του χωριού Γαλατά και βρέθηκε μέσα στην ζώνη προσγείωσης του όγκου των Γερμανών αλεξιπτωτιστών της ομάδας Άρης, να δέχεται αλλεπάλληλες επιθέσεις. Ο διοικητής, ο υποδιοικητής, ένας διοικητής λόχου και πολλοί διμοιρίτες του Συντάγματος ήταν μεταξύ των πρώτων νεκρών. Ο άνισος αγώνας υποχρέωσε το Σύνταγμα σε σύμπτυξη προς τον Γαλατά. Οι Γερμανοί παρά τις σοβαρές απώλειες κατάφεραν να σταθεροποιηθούν στην περιοχή των φυλακών της Αγυιάς, όπου μια αντεπίθεση από ένα Νεοζηλανδικό τάγμα το βράδυ καθηλώθηκε. Η επίθεση για την κατάληψη της Σούδας και των Χανίων απέτυχε με μεγάλες απώλειες για τους αλεξιπτωτιστές, αναγκάζοντας τους Γερμανούς, που ανέμεναν αντεπίθεση από τους Βρετανούς την νύχτα, να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους και να οργανωθούν αμυντικά στην περιοχή των φυλακών Αγυιάς

Τις απογευματινές ώρες 161 μεταφορικά αεροσκάφη πραγματοποίησαν ρίψη αλεξιπτωτιστών και στρατιωτικού υλικού στην περιοχή του Ρεθύμνου. Ένα τμήμα αλεξιπτωτιστών, αφού κατέλαβε τα χωριά Περιβόλια και Καστελάκια, κινήθηκε προς το Ρέθυμνο, αποκρούστηκε όμως από το Τάγμα Οπλιτών Χωροφυλακής με σημαντικές απώλειες και για τις δύο πλευρές. Έλληνες και Αυστραλοί απέκρουσαν με επιτυχία την επίθεση σε ένα λόφο δυτικά του αεροδρομίου του Ρεθύμνου συλλαμβάνοντας μάλιστα 80 αιχμαλώτους. Παρά τις σοβαρές απώλειες τους, που ανήλθαν στο ένα τρίτο της δύναμής τους, οι Γερμανών κατάφεραν να καταλάβουν το χωριό Αμπελάκια και έναν λόφο ανατολικά του αεροδρομίου.

Στον Τομέα Ηρακλείου η επίθεση της ομάδας Ωρίων ξεκίνησε στις 15:00, με την πόλη του Ηρακλείου να δέχεται για μία ώρα σφοδρό βομβαρδισμό που της προκάλεσε σοβαρές καταστροφές. Η ρίψη των αλεξιπτωτιστών έγινε στις 16:00 χωρίς όμως να έχουν αεροπορική υποστήριξη γεγονός που ήταν αποφασιστικής σημασίας για την τύχη των γερμανικών τμημάτων. Το τάγμα αλεξιπτωτιστών που είχε ως στόχο την κατάληψη του αεροδρομίου εξοντώθηκε από Βρετανικές και Αυστραλιανές δυνάμεις, ενώ δύο τάγματα αλεξιπτωτιστών (μειωμένης δύναμης) υποχρεώθηκαν σε αμυντική στάση από τις προσβολές που δέχτηκαν από τολμηρούς ένοπλους πολίτες, χωροφύλακες και οπλίτες του 7ου Ελληνικού Συντάγματος Πεζικού.

k1

k2

k3

k4

k5

k6

Από τα ξημερώματα της 21ης Μαΐου οι μάχες συνεχίσθηκαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα και στα τέσσερα μέτωπα. Οι Γερμανοί επικεντρώθηκαν στην κατάληψη του αεροδρομίου του Μάλεμε, όπως ήταν ο πρωταρχικός τους στόχος και τα κατάφεραν προς το τέλος της ημέρας. Επωφελήθηκαν από την ασυνεννοησία στις τάξεις των Συμμάχων, αλλά υπέστησαν και πάλι μεγάλες απώλειες. Ανάμεσα στους γερμανούς αλεξιπτωτιστές που κατέλαβαν το Μέλεμε ήταν μια μεγάλη προσωπικότητα του αθλητισμού και της πυγμαχίας, ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών Μαξ Σμέλινγκ, 36 ετών, που έφερε το βαθμό του δεκανέα.

Η κατάληψη του αεροδρομίου ήταν στρατηγικής σημασίας για την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Οι Γερμανοί άρχισαν να μεταφέρουν μεγάλες δυνάμεις από την Ελλάδα και με τον σύγχρονο οπλισμό που διέθεταν ήταν θέμα χρόνου η κυριαρχία τους στη Μεγαλόνησο. Στις 28 Μαΐου οι Γερμανοί είχαν απωθήσει τις συμμαχικές δυνάμεις προς τα νότια, καθιστώντας τον αγώνα τους μάταιο. Έτσι, το Λονδίνο αποφάσισε την απόσυρση των δυνάμεων της Κοινοπολιτείας από την Κρήτη και τη μεταφορά τους στην Αίγυπτο. Όσες μονάδες δεν τα κατάφεραν, παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Πολλοί Έλληνες μαχητές και μαζί τους 500 Βρετανοί ανέβηκαν στα απρόσιτα βουνά της Κρήτης για να συνεχίσουν τον αγώνα. Την 1η Ιουνίου, με την παράδοση 5.000 μαχητών στα Σφακιά, έπεσε η αυλαία της Μάχης της Κρήτης.

Οι απώλειες για τους Συμμάχους ήταν: 3.500 νεκροί, 1.900 τραυματίες και 17.500 αιχμάλωτοι. Οι Γερμανοί, σύμφωνα με δικά τους στοιχεία, είχαν 3.986 νεκρούς και αγνοούμενους, 2.594 τραυματίες, ενώ έχασαν 370 αεροπλάνα. Σύμφωνα, όμως, με συμμαχικούς υπολογισμούς, οι γερμανικές απώλειες ξεπέρασαν τις 16.000.

Η Μάχη στην Κρήτη ονομάστηκε και «Νεκροταφείο των γερμανών αλεξιπτωτιστών», εξαιτίας των μεγάλων απωλειών τους, γεγονός που ανάγκασε τον Χίτλερ να διατάξει τον τερματισμό κάθε αεραποβατικής επιχείρησης στο μέλλον. Από την πλευρά τους, οι Σύμμαχοι εντυπωσιάστηκαν από τις μεγάλες δυνατότητες των αλεξιπτωτιστών στη μάχη και δημιούργησαν τις δικές τους αεραποβατικές δυνάμεις.

Δείτε το σχετικό βίντεο:

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: