ο Ισραήλ ετοιμάζεται για τέταρτη δόση, οι ΗΠΑ για τρίτη μάλλον προς όλους, οι Ευρωπαίοι ακόμα εξετάζουν το ποιος θα λάβει την τρίτη και κανείς δεν ξέρει τελικά αν ο εμβολιασμός θα είναι ετήσιος, με πόσες δόσεις, με ποια σκευάσματα και για ποιες ομάδες πολιτών. Παρότι η Κομισιόν διατείνεται ότι υπάρχει επάρκεια εμβολίων, οι Έλληνες (όπως και όλοι οι Ευρωπαίοι), επιλέγουν να κάνουν κυρίως το εμβόλιο της Pfizer και έχουν ως δεύτερη επιλογή το Moderna, με τελευταία επιλογή το μονοδοσικό της Johnson και με ανεπιθύμητο της AstraZeneca. Οπότε η επάρκεια τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Φτάνουν τα mRNA εμβόλια για τρίτη δόση ή επανάληψη των δύο δόσεων ένα χρόνο μετά τον πρώτο εμβολιασμό; Η Κομισιόν λέει “ναι”, όμως δεν παίρνει υπόψη της την τρίτη δόση που προωθούν πολλά κράτη-μέλη. Από την άλλη, γεννάται το θέμα της πυκνότητας των εμβολιασμών. Αν δοθεί τρίτη δόση φέτος το φθινόπωρο, θα θεωρείται στο εξής ότι ο ετήσιος εμβολιασμός ακυρώνεται; Και αν ναι, μέχρι πότε; Θα γίνονται μήπως τρεις δόσεις για τους άνω των 60 κάθε χρόνο; Και αν ναι, για τους άλλους πότε θα επαναλαμβάνεται η επίκτητη ανοσοποίηση;
Να σημειώσουμε, παρεμπιπτόντως, ότι κανονικά το εμβόλιο του κορονοϊού να απέχει ένα μήνα από της γρίπης, δηλαδή να μην συμπίπτουν τα δύο εμβόλια. Παράλληλα, ο επικεφαλής της ΠΟΥ άστραψε και βρόντηξε χθες για την τρίτη δόση, λέγοντας «οι φτωχές χώρες παίρνουν τα αποφάγια σας και δεν θα παρακολουθώ άπραγος και σιωπηλός κράτη και εταιρείες να μοιράζουν τρίτες δόσεις, όταν δεκάδες χώρες δεν έχουν λάβει ούτε την πρώτη. Ζήτησα να μη δοθεί τρίτη δόση μέχρι το Σεπτέμβρη, αλλά δεν το τήρησαν αυτοί που το υποσχέθηκαν. Τώρα ζητώ να μη δοθεί μέχρι το Δεκέμβρη, ώστε να μπορέσει να εμβολιασθεί εν τω μεταξύ το 40% των πολιτών στις φτωχές χώρες».
Τί ισχυρίζεται η Pfizer
Αυτό το θέμα μοιάζει ανθρωπιστικό, αλλά απεναντίας μπορεί να είναι πολύ κυνικό. Η Αίγυπτος έχει εμβολιάσει μόλις το 3% του πληθυσμού της και η Ινδία που παράγει μάλιστα τα εμβόλια του μισού πλανήτη, έχει εμβολιάσει μόλις το 11%. Όμως από την Ινδία ξεκίνησε η Δέλτα που σαρώνει ΗΠΑ και ΕΕ. Όσο δηλαδή δεν εμβολιάζονται οι άλλες χώρες, καμία πλέον δεν είναι ασφαλής καθώς οι μη (ή μερικώς) εμβολιασμένες γίνονται και φυτώρια νέων μεταλλάξεων.
Η Pfizer ως εταιρεία εκτιμά πως όταν γίνει τρίτη δόση στο γενικό πληθυσμό, τότε θα πρέπει να ξαναγίνει εμβολιασμός σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης 12 μήνες μετά την τρίτη δόση. Όμως όλοι θέλουν περισσότερα στοιχεία για να αποφασίσουν επ’ αυτού. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι έξι-οκτώ μήνες μετά τις δύο δόσεις μειώνονται τα αντισώματα, όμως η πράξη δείχνει ότι οκτώ μήνες μετά τον πλήρη εμβολιασμό, οι βαριές νοσηλείες παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα όπως και οι θάνατοι.
Οι περισσότερες χώρες που αρχίζουν τρίτες δόσεις, βάζουν σε προτεραιότητα τους ανοσοκατεσταλμένους, τους άνω των 60 και τους υγειονομικούς. Όμως δεν ορίζουν το επόμενο βήμα. Ο καθηγητής Μικροβιολογίας κ. Αλκιβιάδης Βατόπουλος ανέφερε σχετικά, σε σημερινή συνέντευξή του προς τον ANT1, ότι η τρίτη δόση δεν σημαίνει ότι θα ακολουθήσει άλλος εμβολιασμός, ή ότι θα γίνονται τρεις δόσεις κάθε χρόνο. «Η τρίτη δόση δεν συνεπάγεται ετήσιο εμβολιασμό με τρεις δόσεις, μπορεί και να το συνεπάγεται, μπορεί και όχι, δεν μπορούμε να το ξέρουμε αυτό», είπε.
Ποιοι θα χρειάζονται επαναληπτική δόση
Στο ερώτημα, αν έχει νόημα να κάνει κάποιος τεστ αντισωμάτων για να διαπιστώσει αν του χρειάζεται τρίτη δόση ή όχι μετά από 7-8 μήνες εκ του αρχικού εμβολιασμού, απάντησε: «Ξέρω πολλούς που πάνε και κάνουν τεστ αντισωμάτων, αλλά η συγκεκριμένη δεν έχει κανένα νόημα. Τα αντιδραστήρια έχουν βάλει αυθαίρετα ένα νούμερο… δεν ξέρουμε ακόμη τι σημαίνει αυτό στην πράξη, γιατί δεν γνωρίζουμε τον ακριβή ρόλο των αντισωμάτων εν προκειμένω. Στην αντίσταση του οργανισμού δεν παίζουν ρόλο μόνο τα αντισώματα, είναι και η κυτταρική ανοσία…».
Ουσιαστικά εκείνο που θα κρίνει το πότε χρειάζεται τρίτη δόση ή ετήσιος εμβολιασμός και για ποιους, είναι ο αριθμός των υγειών και νέων πλήρως εμβολιασμένων που νοσούν βαριά. Αν για παράδειγμα αρχίσουν να νοσούν βαριά 40χρονοι πλήρως εμβολιασμένοι, χωρίς υποκείμενα νοσήματα ή ανοσοκαταστολή, αυτό θα ανάψει αμέσως το πράσινο φως για επανεμβολιασμό του γενικού πληθυσμού. Αν όμως οι μόνοι εμβολιασμένοι που νοσούν βαριά είναι ειδικές ομάδες (π.χ. μεταμοσχευμένοι ή ανοσοκατεσταλμένοι), τότε η τρίτη ή τέταρτη δόση ή ο ετήσιος εμβολιασμός θα αφορά μόνον εκείνους. Πιθανόν να συμπεριληφθούν στον ετήσιο μονίμως και οι υγειονομικοί.
Ο εμβολιασμός πάντως πλέον δεν αφορά στην λεγόμενη “συλλογική ανοσία”, που την ξεχνάμε εξαιτίας των μεταλλάξεων και της απροθυμίας προς εμβολιασμό. Ο εμβολιασμός πλέον γίνεται για να μη νοσήσουν βαριά οι ευπαθείς αλλά και για να μεταδίδεται λιγότερο ιικό φορτίο στην κοινότητα. Στην Πορτογαλία, που κατάφερε να εμβολιάσει το 78% του πληθυσμού της πλήρως και το 86% με μια δόση, τα κρούσματα παραμένουν 2.000-3.000 την ημέρα. Όμως οι θάνατοι είναι κατά μέσο όρο μόλις δέκα ημερησίως.
Στο επίκεντρο των εξελίξεων το Ισραήλ
Στο Ισραήλ έχει ήδη λάβει την τρίτη δόση σχεδόν το 1/3 των πολιτών και όπως δήλωσε στους Times of Israel ο Σαλμάν Ζάκρα, σύμβουλος του πρωθυπουργού για τον κορονοϊό (στρατιωτικός γιατρός και καθηγητής Επιδημιολογίας) «Θα χρειαστεί τέταρτη δόση, ίσως ειδικά σχεδιασμένη για μεταλλάξεις. Αυτή θα είναι η ζωή μας από εδώ και μπρος, θα κυλάει κατά κύματα και με εμβολιασμούς». Δεν προσδιόρισε όμως χρονικά την χορήγηση της τέταρτης δόσης.
Το Ισραήλ πάντως έχει μια ομοιομορφία στην ανοσία του, γιατί χρησιμοποιεί το εμβόλιο της Pfizer. Τα περισσότερα κράτη έχουν χορηγήσει 3-4 διαφορετικά εμβόλια στους πολίτες τους και μόνο της Pfizer έχει μελετηθεί για τρίτη δόση προς το παρόν και αυτό όχι εκτενώς. Στις ΗΠΑ διερευνούν κατά πόσο είναι υλοποιήσιμη η απόφαση για τρίτη δόση, καθώς δεν έχουν καταλήξει ποια θα είναι η ενισχυτική δόση σε όσους έλαβαν το Johnson. Στη Βρετανία, αντιθέτως προς το Ισραήλ, έχει χορηγηθεί ευρύτατα το AstraZeneca.
Όμως οι Βρετανοί ανακοίνωσαν ότι η τρίτη δόση θα είναι από mRNA εμβόλια, μέχρις ότου δοθεί πράσινο φως για αναμνηστική δόση του AstraZeneca από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών της χώρας. Πάντως η δόση αυτή θα αφορά μόνον στο 1% του πληθυσμού, δηλαδή μόνον στους βαριά ανοσοκατεσταλμένους.
Εστιάζοντας εκ νέου στο Ισραήλ, εκεί παρατηρείται ένα ιδιόμορφο φαινόμενο παρά τον σχετικά εκτενή εμβολιασμό: έχουν 10.000 νέα κρούσματα την ημέρα από τα μέσα Αυγούστου και μόλις χθες άρχισαν να μειώνονται στα 8.000 και 6.000 την ημέρα, ενώ στο ίδιο διάστημα οι θάνατοι από 20 ημερησίως έφθασαν τους 60 και μειώθηκαν στους 25 εδώ και δύο ημέρες. Αυτές οι βελτιώσεις μπορεί να είναι αποτέλεσμα της επανεισαγωγής μέτρων αποστασιοποίησης ή της τρίτης δόσης που άρχισε να χορηγείται πριν από ένα μήνα. Μπορεί να είναι και τυχαία μείωση καθώς η βελτιωμένη εικόνα καταγράφεται για μόλις ένα διήμερο.
Το αίνιγμα της AstraZeneca
Η χώρα διενεργεί περίπου 150.000 τεστ την ημέρα (διπλάσια από όσα η Ελλάδα) και ο δείκτης θετικότητας είναι υψηλός. Η μόνη ερμηνεία για το πρόβλημα στο Ισραήλ, είναι ότι είχε βιαστεί να άρει σχεδόν όλους τους περιορισμούς. Ακόμα και στην καραντίνα του, το εμπόριο λειτουργούσε εκεί κανονικά. Όταν μάλιστα εμβολιάστηκε το 55% του πληθυσμού, καταργήθηκαν σχεδόν όλα τα μέτρα, τα οποία επανεισήχθησαν σε κάποιο βαθμό μετά την νέα έξαρση, δηλαδή τον Ιούλιο.
Οι Βρετανοί λένε πάντως κάτι πολύ σημαντικό, παρότι βέβαια επηρεάζονται και από το γεγονός ότι το AstraZeneca είναι “παιδί τους”. Συγκεκριμένα, τονίζουν ότι αν η ανθρωπότητα βιαστεί για τρίτη δόση χωρίς να είναι επαρκώς διαπιστωμένο ότι είναι απαραίτητη, θα χαθούν πολύ σημαντικά δεδομένα ως προς τις δύο πρώτες: δεν θα μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα για τη διάρκεια της ανοσίας από τις δύο δόσεις, αν η ανοσία τροποποιηθεί με μια τρίτη.
Πάντως και η AstraZeneca διερευνά το θέμα και σε ανακοίνωσή της αναφέρει: «Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν αυτή η τρίτη δόση είναι κλινικά απαραίτητη. Έχει νόημα να δοθεί μια τρίτη συμπληρωματική δόση στους πιο ευάλωτους, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν δημιουργήσει πλήρη ανοσολογική απόκριση μετά τις δύο πρώτες, όμως δεν πρέπει να βιαστούμε για τους άλλους. Θα έχουμε σε λίγες εβδομάδες πλήρη εικόνα… για το πότε χρειάζεται εν γένει τρίτη δόση, γιατί τότε θα έχουμε επαρκή κλινικά δεδομένα για την προστασία που παρείχαν οι πρώτες, δύο-ένα εξάμηνο μετά την χορήγησή τους».
ΠΗΓΗ: slpress.gr