Μια ιστορία από τον Μεσαίωνα που μοιάζει με επιστημονική φαντασία, ωστόσο προβληματίζει τους επιστήμονες μέχρι και σήμερα
Μια ζεστή μέρα του Ιουλίου του 1518 μια γυναίκα που ονομαζόταν Φράου Τροφέα βγήκε σε έναν δρόμο στην πόλη του Στρασβούργου, η οποία ακόμα ήταν μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στάθηκε στη μέση του δρόμου και άρχισε να χορεύει. Την εποχή του Μεσαίωνα δεν υπήρχαν πολλές πηγές διασκέδασης και οι περαστικοί άρχισαν να την χαζεύουν με ενθουσιασμό. Η Τροφέα στροβιλιζόταν, κουνιόταν, πηδούσε και όλα αυτά χωρίς να ακούγεται από πουθενά ίχνος μουσικής. Ήταν διασκεδαστικό να την βλέπεις. Μέχρι που δεν ήταν…
Έξι μέρες μετά, η Φράου Τροφέα συνέχιζε. Δεν είχε κοιμηθεί και δεν είχε φάει. Μέρα ή νύχτα, με βροχή ή ήλιο δεν μπορούσε να σταματήσει να χορεύει. Κανονικά αυτή η παράξενη συμπεριφορά της θα έπρεπε να κάνει κάποιους να ανησυχήσουν. Αντίθετα όμως, αντί να προσπαθήσουν να την σταματήσουν κι άλλοι άνθρωποι άρχισαν ξαφνικά να τη συνοδεύουν στον ασταμάτητο χορό της. Στην αρχή ήταν μερικές δεκάδες άνθρωποι. Ως το τέλος του μήνα όμως είχαν φτάσει τους 400 και όλοι χόρευαν χωρίς να σταματούν ποτέ. Αρκετοί άρχισαν να πέφτουν κάτω κυριευμένοι από την εξάντληση. Οι τυχεροί απλώς έχασαν τις αισθήσεις τους, βγαίνοντας με αυτόν τον τρόπο από την περίεργη χορευτική έκσταση. Οι λιγότερο τυχεροί πέθαναν από την εξάντληση προδομένοι ίσως από την καρδιά τους.
Σε μια ακατανόητη κίνηση, το δημοτικό συμβούλιο του Στρασβούργου αποφάσισε να χτίσει μια σκηνή και να βάλει μουσικούς να παίζουν, για να συνοδεύουν τον χορό. Το σκεπτικό πίσω από αυτήν την απόφαση ήταν να εξαντλήσουν τους χορευτές περισσότερο ώστε κάποια στιγμή να σταματήσουν. Φυσικά αυτό δε λειτούργησε. Αντίθετα, η μουσική έκανε ακόμα περισσότερους πολίτες να συμμετάσχουν στον χορό.
Σύμφωνα με τις πηγές, ο μανιασμένος χορός κράτησε τουλάχιστον ως τα τέλη Σεπτεμβρίου και ορισμένοι αναφέρουν ότι κάποιες μέρες πέθαιναν μέχρι και 15 άνθρωποι από την εξάντληση. Τελικά, αποφασίστηκε να μεταφέρουν τους χορευτές σε ένα ορεινό μοναστήρι, για να προσευχηθούν με σκοπό τη σωτηρία τους και κάπως έτσι τελείωσε το περιστατικό.
Δεν είναι η μόνη περίπτωση
Αν και «Πανούκλα του Χορού» του 1518, όπως ονομάστηκε, ήταν εντυπωσιακή και αυτή για την οποία γνωρίζουμε τα περισσότερα στοιχεία, δεν ήταν η μόνη τέτοια περίπτωση που έχει καταγραφεί στην ιστορία. Μεταξύ του 13ου και του 17ου αιώνα, οι μεσαιωνικές κοινότητες συχνά οδηγούνταν σε ανεξέλεγκτο χορό, ο οποίος ξεκινούσε τόσο ξαφνικά όσο και ξαφνικά τελείωνε.
Το 1237, μια ομάδα παιδιών από τη γερμανική πόλη της Ερφούρτης άρχισε ξαφνικά να διανύει χορεύοντας και πηδώντας τα 20 χιλιόμετρα μέχρι τη γειτονική πόλη Άρνσταντ. Όταν έφτασαν εκεί κατέρρευσαν από την εξάντληση.
Το 1374, χιλιάδες χωρικοί σε πολλά χωριά κατά μήκος του ποταμού Ρήνου έπεσαν σε χορευτική μανία, ενώ ταυτόχρονα ούρλιαζαν καθώς χόρευαν.
Λίγες δεκαετίες αργότερα, ο ηγούμενος ενός μοναστηριού κοντά στην πόλη Τρίερ θυμήθηκε «μια απίστευτη επιδημία» κατά την οποία μια ομάδα χορευτών που έμοιαζαν να είναι σε έκσταση χοροπηδούσαν και χόρευαν για ένα διάστημα έως και 6 μηνών. Κάποιοι από αυτούς πέθαναν.
Υπήρχαν επίσης αρκετές ακόμα μεμονωμένες περιπτώσεις κατά τη διάρκεια του 1500 και του 1600 σε πολλά σημεία της Ευρώπης από την Ελβετία μέχρι και χώρες της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που η μανία έπιανε ένα άτομο ή μια ολόκληρη οικογένεια.
Οι θεωρίες
Αν και η ιστορία βγάζει βγαλμένη από κάποιο μεσαιωνικό παραμύθι, είναι σίγουρο ότι αυτή η «Πανούκλα του Χορού» είναι πραγματικό γεγονός. Υπάρχουν πολυάριθμα ιστορικά αρχεία από διαφορετικές πηγές που επιβεβαιώνουν ότι εκατοντάδες κάτοικοι του Στρασβούργου άρχισαν να χορεύουν ανεξέλεγκτα: σημειώσεις γιατρών, έγγραφα της δημοτικής αρχής, ομιλίες από τα κηρύγματα των τοπικών εκκλησιών και άλλα κείμενα όλα επαναλαμβάνουν τις ίδιες λεπτομέρειες και μας βοηθούν να δημιουργήσουμε ένα λεπτομερές χρονικό.
Ωστόσο, αυτό που δεν είναι σίγουρο είναι η αιτία πίσω από αυτήν την μαζική χορευτική παράκρουση.
Αυτό στο οποίο συμφωνούν όλες οι πηγές είναι ότι όσοι χόρεψαν το έκαναν χωρίς τη θέλησή τους. Στριφογύριζαν από τον πόνο, ούρλιαζαν για βοήθεια και παρακαλούσαν για έλεος, όπως αναφέρεται. Όσοι τους έβλεπαν έκαναν λόγο για ανθρώπους που ήταν άγριοι και φρενήρεις και πολλές φορές έλεγαν ότι έβλεπαν οράματα. Οι χορευτές φώναζαν ονόματα των διαβόλων, ενώ για έναν περίεργο λόγο αποστρέφονταν τη θέα των μυτερών παπουτσιών, αλλά και το κόκκινο χρώμα καθώς έλεγαν ότι πνίγονταν σε «κόκκινη θάλασσα αίματος».
Τι θα μπορούσε λοιπόν να τους ωθήσει να χορέψουν παρά τη θέλησή τους;
Από την πρώτη στιγμή, υπήρξαν πολλές θεωρίες που προσπάθησαν να εξηγήσουν την «Πανούκλα του Χορού». Φυσικά, την σκοτεινή εκείνη εποχή του Μεσαίωνα οι περισσότεροι έκαναν λόγο για ανθρώπους που είχαν καταληφθεί από κάποιο δαιμόνιο ή είχαν πάθει την ασθένεια του «θερμού αίματος», μια αιτία που έδιναν συχνά για περιπτώσεις υστερίας.
Στον 21ο αιώνα, οι εξηγήσεις είναι λίγο πιο ρεαλιστικές. Μια από τις προτεινόμενες θεωρίες είναι η μόλυνση με ερυσίβη. Πρόκειται για έναν μύκητα που αναπτύσσεται συχνά στα σιτηρά και αν περάσει στο αλεύρι και κατ’επέκταση στο ψωμί και καταναλωθεί μπορεί να προκαλέσει, μεταξύ άλλων, νευρολογικές παρενέργειες που θυμίζουν κατά κάποιον τρόπο αυτές του LSD. Βέβαια, η δηλητηρίαση από την ερυσίβη είναι πολύ πιο πιθανό να σκοτώσει τα θύματά της παρά να τους δώσει την αντοχή να χορέψουν συνεχόμενα για μήνες. Παράλληλα, η ερυσίβη θα ήταν δύσκολο να έχει προκαλέσει ακριβώς τα ίδια συμπτώματα σε όλους.
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Μπαρθόλομιου έχει προτείνει ότι οι χορευτές ήταν οπαδοί θρησκευτικής αίρεσης, οι οποίοι χόρευαν για να κερδίσουν τη θεϊκή εύνοια, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν υπονοείται από καμία πηγή.
Η πιο αποδεκτή θεωρία ως τώρα είναι αυτή που αποδίδει την αιτία πίσω από την «πανούκλα του χορού» σε μια κατηγορία ψυχολογικών προβλημάτων που δεν είναι ιδιαίτερα κατανοητά και ονομάζονται μαζικές ψυχογενείς ασθένειες – πιο γνωστές ως μαζικές υστερίες. Οι μαζικές ψυχογενείς ασθένειες πιστεύεται ότι προκύπτουν ως ομαδική αντίδραση στο στρες και το Στρασβούργο είχε σίγουρα πολλά πράγματα για τα οποία έπρεπε να ανησυχεί το 1518. Ο Τζον Γουόλερ, καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν που πρότεινε τη θεωρία, ανέφερε σε ένα άρθρο του για το The Lancet:
«Οι κάτοικοι του Στρασβούργου και των γύρω περιοχών βίωναν μεγάλο άγχος το 1518, μετά από συνεχόμενες κακές συγκομιδές που οδήγησαν σε έλλειψη βασικών ειδών και στις υψηλότερες τιμές σιτηρών για πάνω από μια γενιά. Παράλληλα, είχαν να αντιμετωπίσουν την εμφάνιση της σύφιλης και την επανεμφάνιση άλλων παλιότερων «δολοφονικών» ασθενειών, όπως η λέπρα και η πανώλη. Ακόμη και για τα αυστηρά πρότυπα του Μεσαίωνα, αυτά ήταν πολύ σκληρά χρόνια για τον λαό της Αλσατίας». Δεν είναι τυχαίο μάλιστα, όπως σημειώνει, ότι η «πανούκλα του χορού» σημειώθηκε στις περιοχές που ήταν περισσότερο χτυπημένες από την πείνα και τα προβλήματα.
Ο Γουόλερ αναφέρει επίσης ότι υπήρχε μια τοπική δεισιδαιμονία σύμφωνα με την οποία όσοι δεν κατάφερναν να εξευμενίσουν τον Άγιο Βίτο, προστάτη των επιληπτικών και των χορευτών, θα υφίσταντο την τιμωρία του αγίου να αναγκαστούν να χορέψουν μέχρι να πεθάνουν. Αυτό από μόνο του θα προκαλούσε επιπλέον άγχος στους κατοίκους της πόλης.
Οι περιπτώσεις μαζικής υστερίας έχουν πάρει πολλές μορφές όλα αυτά τα χρόνια. Μεταξύ του 15ου και του 19ου αιώνα, έχουν καταγραφεί περιπτώσεις στις οποίες οι μοναχές από διαφορετικά γυναικεία μοναστήρια σκαρφάλωναν στα δέντρα και νιαούριζαν σαν γάτες, γάβγιζαν σαν σκυλιά, μιμούνταν άσεμνες σεξουαλικές συμπεριφορές και γενικά ενεργούσαν σαν να ήταν δαιμονισμένες. Ακόμη και στο Σάλεμ, νεαρά κορίτσια οδηγήθηκαν αναίτια σε μια μαζική ψύχωση από την οποία προέκυψαν οι δίκες των μαγισσών. Πολλοί επιστήμονες έχουν ερμηνεύσει την συμπεριφορά των κοριτσιών ως μαζική ψυχογενή ασθένεια.
Αν και η «Πανούκλα του Χορού» φαίνεται να σταμάτησε μετά το τέλος του Μεσαίωνα, άλλες περιπτώσεις μαζικής υστερίας έχουν καταγραφεί στην ιστορία. Το 1962, περίπου 1.000 Τανζανοί άρχισαν να γελούν ανεξέλεγκτα χωρίς λόγο, μερικές φορές για έως και 16 ημέρες τη φορά. Η επιδημία έληξε 18 μήνες αργότερα!
Το 1983, σχεδόν 1.000 Παλαιστίνιοι άρχισαν να ζαλίζονται και να λιποθυμούν. Αρχικά, κατηγορήθηκε ο ισραηλινός στρατός ότι είχε ξεκινήσει κάποιου είδους χημικό πόλεμο. Ωστόσο, η εξάπλωση της επιδημίας αυτής σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού και το είδος των συμπτωμάτων οδήγησε τους ερευνητές να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι εάν είχε συμβεί μια χημική επίθεση, θα μπορούσε να είχε προκαλέσει μόνο το 20% περίπου των αναφερόμενων περιπτώσεων.
Το πρόβλημα με τις μαζικές ψυχογενείς ασθένειες είναι ότι εμφανίζονται πολύ σπάνια για να μπορέσουν οι επιστήμονες να τις παρατηρήσουν όσο εξελίσσονται, ενώ δεν υπάρχει τρόπος να προβλέψουμε πότε θα συμβούν. Τι τις προκαλεί και τι τις κάνει να φεύγουν παραμένει μυστήριο και αυτό μας κάνει να αντιληφθούμε πόσο ελλιπής παραμένει η κατανόησή μας για την ανθρώπινη ψυχολογία.