Ίσως είναι το πιο αναγνωρίσιμο περιοδικό στον κόσμο και αυτό όχι τυχαία καθώς σε αυτό δημοσιεύθηκαν και οι πιο διάσημες… φωτογραφίες.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφορά η δημοσίευση μιας φωτογραφίας με έναν «Αμερικανό» στρατιώτη κατά τη διάρκεια του Β’Παγκοσμίου Πολέμου.
Μόνο, που όπως τελικά αποδείχθηκε, ο στρατιώτης αυτός είναι Έλληνας από την Κεφαλλονιά. Συνήθως αυτού του είδους οι ιστορίες δεν ενδιαφέρουν πια. Τα περιοδικά προτιμούν τώρα να δημοσιεύουν μισόγυμνες επίδοξες ηθοποιούς ή… μοντέλα.
Έτσι, όταν πληροφορήθηκα, ακούγοντας την ιστορία αυτή από μια γνωστή μου οικογένεια Κεφαλλονιτών, επιχείρησα να βρω τη φωτογραφία και να γράψω ότι έμαθα. Πρόκειται για μια φωτογραφία του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, τραβηγμένη από έναν πασίγνωστο πολεμικό ανταποκριτή, φωτορεπόρτερ τον Γιουτζίν Σμιθ.
Θέλησε να αναδείξει τη γενναιότητα και το θάρρος του ανώνυμου Αμερικάνου στρατιώτη. Πέτυχε τη δημοσίευσή της στο γνωστότερο τότε περιοδικό του κόσμου, όχι επειδή ήταν απλά μια φωτογραφία ενός απλού φαντάρου, αλλά εκείνου που συνδύαζε τον μαχητή, τον πολεμιστή, αλλά με γήινη προσωπικότητα που την αναδείκνυε ένα τσιγάρο να κρέμεται μάγκικα στα χείλη…!
Ο στρατιώτης αυτός έγινε το σύμβολο της Μεγαλύτερης Γενιάς των Αμερικάνων. Αυτός ο στρατιώτης, όμως, δεν είναι Αμερικανός. Λέγεται Ευάγγελος Κλωνής. Είναι Έλληνας από την Κεφαλλονιά.
Πολλά λένε για τους Κεφαλλονίτες, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως στην ιστορία τους έχουν να παρουσιάσουν τα πιο ασυνήθιστα επιτεύγματα από όλους τους Έλληνες. Ένας από αυτούς, για παράδειγμα, ο Κωνσταντίνος Γεράκης, έγινε αντιβασιλιάς στο Σιάμ. Ένας άλλος, ο Ιωάννης Φωκάς, έκανε το 1592 τον περίπλου του Καναδά και πέρασε στον Ειρηνικό, όπου το στενό ανάμεσα στο Βανκούβερ και την ηπειρωτική χώρα, έχει ακόμα το όνομά του.
Ο φαντάρος μας, ο Ευάγγελος Κλωνής γεννήθηκε στον Άγιο Γεώργιο της κοινότητας Πάστρας στις 28 Οκτωβρίου του 1916. Ήταν το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά μιας φτωχής οικογένειας. Στα 14 του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου δούλευε σαν εισπράκτορας στο λεωφορείο ενός άλλου Κεφαλλονίτη. Μια μέρα, όταν ήταν 16 χρονών, το λεωφορείο είχε σταματήσει στον Πειραιά, και ο Βαγγέλης είδε κάτι ναύτες να βγαίνουν από ένα καράβι, να πηγαίνουν σε ένα κοντινό κρεοπωλείο, να φορτώνουν κομμάτια κρέας στον ώμο, και να τα μεταφέρουν στο καράβι. Οι ναύτες φορούσαν άσπρες στολές. Ο Βαγγέλης πήγε στο κρεοπωλείο, και φορτώθηκε ένα κομμάτι κρέας, και μπήκε στο καράβι και κρύφτηκε στα αμπάρια. Όταν τον ανακάλυψαν ήδη είχαν περάσει το Γιβραλτάρ, και ο καπετάνιος δεν είχε επιλογή απ’ το να τον βάλει στη δουλειά, μέχρι να πιάσουν λιμάνι.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού συμπάθησε το νεαρό, και τον έβαζε τα βράδια να τους λέει τραγούδια απ’ το νησί. Ο καπετάνιος, βλέπετε, ήταν κι αυτός κεφαλλονίτης. Όταν έφτασαν στο Λος Άντζελες, ο καπετάνιος προσφέρθηκε να εξασφαλίσει χαρτιά στον Βαγγέλη, για να τον κάνει ναυτικό, αλλά αυτός δεν ήθελε και τον αποχαιρέτησε. Στο Λος Άντζελες έπιασε δουλειά στο ανθοπωλείο ενός άλλου Κεφαλονίτη, στη συνέχεια μετακόμισε στο Ντένβερ του Κολοράντο, μετά πήγε στο Σικάγο, στο Χιούστον για να καταλήξει στη Σάντα Φε του Νιου Μέξικο που βρήκε μια Ελληνική κοινότητα πολύ ζωντανή.
Υπήρχε όμως ένα πρόβλημα: Εξακολουθούσε να είναι παράνομος. Έτσι, όταν οι ΗΠΑ μπήκαν στον πόλεμο, βγήκε ένα νέο διάταγμα που καλούσε τους παράνομους μετανάστες να καταταγούν, με αντάλλαγμα την αμερικανική υπηκοότητα. Έτσι ο Βαγγέλης Κλωνής αποφάσισε να πάει στον πόλεμο. Πολέμησε αρχικά στην Τυνησία και μετά πήρε μέρος στην απόβαση στη Νορμανδία για να συνεχίσει έως ότου οι Γερμανία να χάσει τον πόλεμο. Το 1950, ο Βαγγέλης γύρισε στην Κεφαλονιά και είδε ξανά την οικογένειά του. Παντρεύτηκε την Κική από την Σκάλα και επέστρεψαν στην Αμερική.
Ο Βαγγέλης Κλωνής πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου του 1989. Κηδεύτηκε στα Κοριάνα, και όλοι όσοι τον ήξεραν κράτησαν μαζί τους ο καθένας τη δική του, προσωπική εικόνα γι’ αυτόν. Υπήρχε όμως μια άλλη εικόνα, πολύ διάσημη, που κυκλοφορούσε εδώ και χρόνια, αλλά κανείς δεν την είχε συνδέσει με τον Βαγγέλη. Μέχρι το 1991. «Μια μέρα», θυμάται η Κική Κλωνή, «είχα πάει με το Νίκο και τα εγγόνια μου στο εμπορικό κέντρο. Ο Νίκος είχε πάει να πάρει περιοδικά, κι εγώ πήγα με τα εγγόνια για να τους πάρω παιχνίδια. Κάποια στιγμή βλέπω το Νίκο να έρχεται τρέχοντας. «Μάνα τρέχα!» φώναζε. «Ο πατέρας!» Και εκεί, στο εξώφυλλο του περιοδικού Life, ήταν ο άντρας μου, με στρατιωτικό κράνος και ένα τσιγάρο στο στόμα, και κοίταζε βλοσυρά προς τα πίσω».
Η φωτογραφία με το τσιγάρο, και η εικόνα με το παγούρι, πριν από λίγα χρόνια έγινε γραμματόσημο στις ΗΠΑ.
Πηγή: pygmi.gr