Η απολογία των μοναχών της Μονής Αββακούμ: Σκέφτηκαν ακόμη και να θέσουν τέρμα στη ζωή τους – Όσα ανέφεραν

Κοινοποίηση:
Untitled design (1)

Ακόμη και το ενδεχόμενο να θέσουν τέρμα στη ζωή τους πέρασε από το μυαλό των μοναχών της Μονής Οσίου Αββακούμ, όπως προκύπτει από την γραπτή απολογία τους ενώπιον του Εφετείου της Ιεράς Συνόδου.

Οι τρεις μοναχοί με κοινή δήλωση-απολογία, την οποία εξασφάλισε ο «Φιλελεύθερος», απορρίπτουν τις κατηγορίες για ακολασία και παρά φύσιν ανομολόγητες πράξεις (όπως αυτές προκύπτουν από μαρτυρικό ηχητικό υλικό) και ισχυρίζονται ότι επρόκειτο για πειράγματα έντονου ή και ακραίου χαρακτήρα, τα οποία διημείφθησαν μεταξύ τους και τα οποία παραδέχτηκαν, χωρίς ωστόσο να υλοποιηθούν.

Παράλληλα, αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο να φύγουν από την αγκαλιά της Εκκλησίας της Κύπρου και να καταλήξουν σε άλλη αγκαλιά.

Πιο αναλυτικά, στην απολογία την οποίαν ανέγνωσε εκ μέρους και των τριών ο μοναχός Πορφύριος αναφέρονται και τα εξής: Έχουμε κι εμείς αθάνατη ψυχή Άγιοι Αρχιερείς και πολλές φορές η εμπαθής, μέχρι και εξοντώσεως στάση που βιώσαμε, μας οδήγησε στα όρια μας και πέραν αυτών των ορίων. Φτάσαμε ακόμη και στα όρια αυτής τη λέξης που ντρέπομαι να ξεστομίσω, της αυτοκτονίας, σκεπτόμενοι προς στιγμής, ότι θα ήταν η μόνη λύση για να μπορέσουμε άμεσα να διαφύγουμε από το αδιέξοδο που ήταν δραματικά απόλυτο. Αισθανθήκαμε άπειρες φορές να μας κατακλύζει η απόγνωση και η απελπισία καθώς λυγίσαμε κατά τα ανθρώπινα.

Σε άλλο σημείο της απολογίας αφού γίνεται αναφορά στις πιεστικές συνθήκες τις οποίες βίωσαν, καταγράφονται τα ακόλουθα: Δεν χάσαμε τα λογικά μας και δεν κάναμε καμιά τρέλα να χάσουμε και την ψυχή μας, επειδή μας κράτησε η θεία λειτουργία που κοινωνούσαμε το σώμα και το αίμα του Χριστού, αλλιώς δεν ξέρω σε ποιον βυθό ποιας θάλασσας θα ήμασταν ετούτη τη στιγμή. Η λογική από την παράνοια έχουν απόσταση νοητών και λεπτών γραμμών.

Μας κράτησαν ζωντανούς δύο στοργικά χέρια, που μας θέρμαναν με την αγκαλιά τους: Η πέραν πάσης λογικής πρόνοια του Θεού και η αγάπη χιλιάδων ανθρώπων στο πλευρό μας, οι οποίοι δεν πίστεψαν ούτε στιγμή όσα μας καταλογίζονται».

Σχετικά με τις κατηγορίες που αφορούν σεξουαλικές πράξεις μεταξύ τους, στην απολογία σημειώνονται και τα ακόλουθα: Κατηγορούμαστε ότι ακόλαστα και παρά φύσιν διαπράξαμε ανομολόγητες πράξεις (για τις οποίες απαιτούν την κεφαλή μας επί πίνακι) που δήθεν προκύπτουν από μία παράνομη απομαγνητοφώνηση και από παρανόμως αποκτηθέν οπτικοακουστικό υλικό. Τα θεωρούμε όλα αβάσιμα και έωλα, καθώς στηρίχτηκαν σε διαλόγους παραποιημένους και ανυπόστατους, τους οποίους εμείς δεν επιβεβαιώνουμε σε καμία περίπτωση, αφού ποτέ δεν μας δόθηκαν.

Τυχόν πειράγματα, έντονου ή ακραίου, ίσως χαρακτήρα οφείλονται στην οικειότητα που αναπτύχθηκε μέσα από την καθημερινότητά μας, αποτελούν αστεϊσμούς, κακόγουστους μεν, αλλά οι οποίοι δεν συνιστούν, ασφαλώς, δε και τετελεσμένες σεξουαλικές πράξεις, όμως σίγουρα και αναμφίβολα ανάρμοστη συμπεριφορά.

Όσον αφορά την έμμεση προειδοποίηση για προσχώρηση σε άλλη Εκκλησία, αφέθηκε να αιωρείται με τις ακόλουθες αναφορές: Όλοι μας, τα μέλη της αδελφότητάς μας ανδρωθήκαμε στην αγκαλιά της Ορθοδόξου Εκκλησίας… Δεν διεκδικούμε το αλάθητο και, βέβαια, ανθρωπίνως πέσαμε σε λάθη… Περιμένουμε ωστόσο μέχρι και σήμερα, αν μην τι άλλο, η Εκκλησία εφαρμόζοντας μέσα από τα λόγια μας αληθινή μετάνοια και ζητώντας ήμαρτον εις τον ουρανό και ενώπιον σας, να ανοίξει την αγκαλιά της, ως έγινε στην κορωνίδα των παραβολών της Εκκλησίας μας, όταν ο φιλεύσπλαχνος  πατέρας δέχτηκε στην πατρική του αγκαλιά τον υιό του… Κάντε μας και εσείς ως ένα εκ των «μισθίων» σας μην μας πετάξετε σε άλλη αγκαλιά.

…Που σπρώχνει και που οδηγεί η Εκκλησία αυτούς τους πέντε πατέρες (εννοεί τα πέντε μέλη της αδελφότητας), αυτές τις πέντε αθάνατες ψυχές; Στην απώλεια; Στην εξόντωση; Στον αφανισμό τους; Σε ποια μονοπάτια;

Οι τρεις μοναχοί, αναγνωρίζοντας πως έσφαλαν (με πράξεις ή παραλείψεις τους) ζητούν την επιείκεια του Εφετείου, καταγράφοντας και τα εξής: Ζητούμε να μας βγάλετε από αυτή την πνευματική κόλαση της καθαίρεσης, επιβάλλοντας μας για τα ομολογημένα έντονου χαρακτήρα πειράγματά μας, ίσως μια άλλη ποινή η οποία θα είναι παραδειγματική αλλά όχι εξουθενωτική.

…Επιπροσθέτως και δεδομένου ότι οι ποινές που επέβαλε ο Μητροπολίτης Ταμασού είναι ανύπαρκτες για τον Καταστατικό Χάρτη, όσον και για το εκκλησιαστικό δίκαιο, και με την εξουσία που σας δίνει το Καταστατικό, ως Ιερά Σύνοδος, παρακαλώ όπως διατάξετε την επιστροφή μας στο μοναστήρι μας.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο η μονή μας θα επαναλειτουργήσει και είμαστε πρόθυμοι να αναλάβουμε, μεταξύ άλλων, και το βάρος της ρύθμισης της δυσβάστακτης επαύξησης του βαρύτατου χρέους που προκλήθηκε το τελευταίο οκτάμηνο με αποτέλεσμα να ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο.

Και η απολογία καταλήγει:

Μακαριότατε και Άγιοι Αρχιερείς

Αν σε κάτι διαφέρει η αγκαλιά της Εκκλησίας από όλες τις άλλες αγκαλιές, είναι η αγάπη, το έλεος και η συγχώρηση της, εσείς το γνωρίζετε καλά! Η Εκκλησία οικονομεί τα παιδιά της, οι δε κανόνες της υπερβαίνονται και ο χρόνος τους συντμάται όταν υπάρχει μετάνοια ειλικρινής. Άγιοι Συνοδικοί, επιτρέψτε μας να νοιώσουμε κι εμείς τη χαρά του ασώτου, που επιστρέφει στην αγκαλιά του πατέρα του! Μετατρέψτε τη λύπη μας σε χαρά! Χαρίστε και σε μας την προσωπική και μοναδική ανάταση! Ο Χριστός προστάτεψε τους αδυνάτους. Η αγάπη είναι άνω από τη δικαιοσύνη, άγιοι Συνοδικοί. Αυτά που καταθέσαμε στην καρδιά σας με την απολογία μας, είναι η απόλυτη αλήθεια.

Φταίει και ο Άγιος που δεν μας κουμάνταρε

Όσο και αν ακούγεται απίστευτο, για όσα συνέβησαν στη Μονή Οσίου Αββακούμ, μέρος της ευθύνης φέρει και ο ίδιος ο Άγιος, οποίος δεν καθοδήγησε σωστά τους μοναχούς. Αν αμφιβάλλει κανείς, εδώ είναι η αναφορά από την απολογία τους ενώπιον του Εφετείου:

«Καθ’ όλη την εγκαταβίωση μας στο μοναστήρι του Οσίου Αββακούμ, νοιώσαμε την αγκαλιά του Αγίου μας, που μας ζέσταινε την καρδιά, αλλά βλέποντας τώρα την ουσία και την πραγματικότητα με απόλυτο ρεαλισμό, ο Άγιος Αββακούμ δεν μπορούσε να μας χαράξει από μόνος του πνευματικά μια σωστή πορεία. Ήμασταν από την αρχή εκτεθειμένοι σε μεγάλο κίνδυνο πλάνης, πνευματικά απροστάτευτοι, χωρίς εμείς να το καταλαβαίνουμε, ώστε να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας.»

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: