Η γλωσσική ποικιλία στην Ελλάδα είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται έντονα ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της χώρας. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της διαφοροποίησης είναι η χρήση των εκφράσεων «με λες» και «μου λες». Αυτές οι φράσεις, αν και μπορεί να φαίνονται παρόμοιες, ενσωματώνουν διαφορετικές γραμματικές πτώσεις που αντικατοπτρίζουν τις τοπικές γλωσσικές συνήθειες.
Στην Αττική διάλεκτο, η έκφραση «μου λες» χρησιμοποιεί την αιτιατική πτώση, κάτι που είναι σύνηθες για τους κατοίκους της Αθήνας. Αντίθετα, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες βόρειες περιοχές, οι ομιλητές προτιμούν τη φράση «με λες», η οποία βασίζεται στη γενική πτώση. Αυτή η διαφορά δεν είναι απλώς μια γλωσσική λεπτομέρεια αλλά αποκαλύπτει τις πολιτισμικές και κοινωνικές επιρροές που διαμορφώνουν τη γλώσσα σε κάθε περιοχή.
Η χρήση του «με λες» συχνά εκλαμβάνεται ως ειρωνεία ή ακόμα και ως λάθος από άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με τη βόρεια διάλεκτο. Ωστόσο, αυτή η αντίληψη μπορεί να θεωρηθεί εσφαλμένη, καθώς αντανακλά μια διαφορετική προσέγγιση στη γλωσσική έκφραση. Οι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν ότι αυτές οι διαφοροποιήσεις δεν πρέπει να θεωρούνται κατώτερες ή λιγότερο σωστές, αλλά ως φυσιολογικά στοιχεία της γλώσσας που εξελίσσεται.
Ο λόγος είναι ότι σε προηγούμενες φάσεις της ελληνικής γλώσσας υπήρχε η δοτική πτώση η οποία ως γνωστόν δεν υπάρχει πια στα νέα ελληνικά (εκτός από κάποιες περιπτώσεις γλωσσικών εκφράσεων).
Οι διαφορές στην ομιλία μεταξύ βόρειας και νότιας Ελλάδας αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα της ελληνικής γλώσσας. Η επιλογή ανάμεσα στο «μου λες» και το «με λες» δεν είναι απλώς θέμα προτίμησης αλλά συνδέεται με βαθύτερες γραμματικές δομές και πολιτισμικές ταυτότητες. Καθώς οι άνθρωποι συνεχίζουν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αυτές οι γλωσσικές διαφοροποιήσεις θα συνεχίσουν να εξελίσσονται.