«Αν διαφωνούν με το περιεχόμενο μιας συνταγματικής διάταξης και θεωρούν ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για συνταγματικές μεταβολές, οφείλουν να κινούν τις διαδικασίες για την αναθεώρησή της»
Παράλληλα, η ΕΔΕ χαρακτηρίζει διαχρονικά, υποκριτική και προσχηματική την κριτική των πολιτικών για την συνταγματική αυτή επίμαχη διάταξη των προαγωγών των δικαστών και υπογραμμίζει ότι οι πολιτικοί «αν διαφωνούν με το περιεχόμενο μιας συνταγματικής διάταξης και θεωρούν ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για συνταγματικές μεταβολές, οφείλουν να κινούν τις διαδικασίες για την αναθεώρησή της».Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΔΕ έχει ως εξής:
Σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του
Συντάγματος οι προαγωγές στις θέσεις των Προέδρων και Αντιπροέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Με όμοιο διάταγμα ενεργείται και η προαγωγή στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η διάταξη αυτή υπάρχει στο Σύνταγμα της χώρας από την έναρξη της ισχύος του και ουδεμία Κυβέρνηση έχει εισηγηθεί μέχρι σήμερα την αναθεώρησή της. Η κριτική των πολιτικών για τη διάταξη αυτή είναι, διαχρονικά, υποκριτική και προσχηματική: Όταν βρίσκονται στην Αντιπολίτευση διαφωνούν με το περιεχόμενό της αναζητώντας στην ανωτέρω διάταξη άλλοθι (!!), για να βάλλουν κατά των πολιτικών τους αντιπάλων και της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο των κομματικών τους σκοπιμοτήτων. Και όταν βρίσκονται στην Κυβέρνηση σιωπούν και το αφήγημα αυτό αλλάζει σκυτάλη.
Οι Συνταγματικές, όμως, διατάξεις δεν θεσπίζονται για να διαστρεβλώνεται το περιεχόμενό τους και να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για να βάλλονται οι θεσμοί.
Μέχρι τότε, όμως, οφείλουν να σέβονται το Σύνταγμα, στο οποίο έχουν ορκιστεί και να μην απαξιώνουν τους θεσμούς προσβάλλοντας τους Δικαστικούς Λειτουργούς και ομιλώντας αντιθεσμικά για διορισμένη Δικαιοσύνη, παραπληροφορώντας, με τον τρόπο αυτό, τους πολίτες της χώρας και την κοινή γνώμη.