Μπαρμπα-Γιάννης ο κανατάς: Οι περισσότεροι θα έχετε ακούσει γι αυτόν μέσα από ομώνυμο κλασικό τραγούδι που γίνεται μεγάλη επιτυχία την εποχή του Μεσοπολέμου.
Με καταγωγή από την Προύσα και άγνωστη ταυτότητα, γίνεται γνωστός στη πρωτεύουσα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα σαν Μπάρμπα Γιάννης κανατάς.
Μένει στην Πλάκα και κάθε πρωί ξεκινά για το γύρο της πόλης μαζί με τον βαρυφορτωμένο με αιγινήτικα κανάτια γάιδαρο του. Αυτό που τον ξεχωρίζει από τους άλλους πλανόδιους πωλητές της εποχής, είναι ότι ενώ όλες τις ημέρες γυρνά στους δρόμους ντυμένος φτωχικά, χωρίς κάλτσες κι ένα αχυρένιο καπέλο, τις Κυριακές και γιορτές, στη κυριολεξία, μεταμορφώνεται.
Φορά ρεντιγκότα, ριγωτό παντελόνι, λουστρίνια παπούτσια, χρυσή αλυσίδα ρολογιού, ψηλό καπέλο και πολύχρωμο σάλι στους ώμους, ενώ κρατά κι ένα κομψό μπαστούνι. Την επιβλητική εικόνα του ενισχύει το ψηλόλιγνο σώμα, το χοντρό μουστάκι και τα γαλανά του μάτια, ενώ περπατά πάντα σοβαρός και αμίλητος εντυπωσιάζοντας τους Αθηναίους με το διπλό του πρόσωπο: πλανόδιος πωλητής τις καθημερινές, αριστοκράτης και θαμώνας των καλυτέρων μαγαζιών τις Κυριακές.
Η φήμη, οι γνωστοί στίχοι που του τραγουδούν όποτε εμφανίζεται στους δρόμους, τον βοηθούν να κάνει χρυσές δουλειές ξεπουλώντας το εμπόρευμά του. Η παρουσία του στη πρωτεύουσα κρατά μόλις δύο- τρία χρόνια, όπου κι εξαφανίζεται ξαφνικά μετά την λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου και την απελευθέρωση της Βουλγαρίας, με αποτέλεσμα να φουντώσει, εκ νέου, η μυθολογία γύρω από αυτόν. Άλλοι λένε ότι είναι …πράκτορας των Βουλγάρων, άλλοι ότι έφυγε λόγω ερωτικής απογοήτευσης ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι τον βρήκαν στη Βουλγαρία σαν δικαστή ή συμβολαιογράφο.
Τα μόνα αυτοβιογραφικά στοιχεία που υπάρχουν γι αυτόν, εντοπίζονται στον πρόλογο ενός ολιγόφυλλου εντύπου ποιημάτων του που γράφει ο ίδιος το 1873 με τίτλο :«Τα Δημώδη Τραγούδια του Μπάρμπα-Γιάννη» : «Πιστεύω ότι δια τούτο δεν κατηγορούμαι, ότι δηλαδή τας μεν εργασίμους ημέρας τρέχω με ποταπήν ενδυμασίαν, τας δε εορτάς ενδύομαι ως άλλος λόρδος, αλλ’ επαινούμαι μάλιστα, διότι δεν κάθημαι εις τα καφενεία ούτε τρέχω εις τας θύρας των υπουργείων να ζητώ βοηθήματα, αν και από οικογένειαν σημαντικήν είμαι της Προύσης, αν και χάριν της ελευθερίας παραιτήσας πλούτη και δόξας έτρεξα εις την απελευθέρωσιν της ατυχούς Κρήτης, εξοδεύσας εκεί ουκ ολίγα· επροτίμησα δε να τρέχω με τον γάιδαρον πωλών στάμνας και τραγουδών τους ύμνους μου, παρά να γίνομαι φόρτωμα της πτωχής Ελλάδος».
Μπάρμπα Γιάννη γιά αυτό δέ σέ έκαναν πρωθυπουργό τής Ελλάδας.Αμα δέν είσαι κλεφτης ψεύτης καί απατεώνας δέν έχει τά αναγκαία προσόντα νά γίνεις πολιτικός νά κάνεις τήν μεγάλη κονόμα καί νά αγοράσεις βίλα στό Σούνιο.
Γιάννης Λάκων