Η ιστορία των ανθρωποθυσιών. Τι συνέβαινε στην αρχαία Ελλάδα

Κοινοποίηση:
human-sacrifice

Η πρακτική των ανθρωποθυσιών πάει πολύ πίσω στο χρόνο. Πότε ξεκίνησε και γιατί και τι συνέβαινε στην αρχαία Ελλάδα;

Όταν κάποιος σκέφτεται τις ανθρωποθυσίες πιθανότατα το μυαλό του τρέχει στους Αζτέκους του βόρειου Μεξικό. Σίγουρα αυτό δεν είναι τυχαίο ούτε αδικαιολόγητο. Το πανάρχαιο αυτό τελετουργικό, αν και σπάνιο στις περισσότερες κοινωνίες του κόσμου, έπαιξε σημαντικό ρόλο στους πολιτισμούς της Κεντρικής Αμερικής. Ανθρωποθυσίες πραγματοποιούνταν σε πολλές περιστάσεις, από γιορτές ως πολέμους, και χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και για να σηματοδοτήσουν την ολοκλήρωση αρχιτεκτονικών έργων, όπως η Μεγάλη Πυραμίδα του Τενοτστιτλάν, το οποίο μπορεί να οδήγησε στο θάνατο έως και 80.400 ανθρώπους, σύμφωνα με τον Αμερικανό ανθρωπολόγο Ρος Χάσιγκ.

Οι ανθρωποθυσίες των Αζτέκων περιγράφηκαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από τους Ισπανούς κατακτητές. Οι περιγραφές τους ταιριάζουν με τις εξίσου φρικτές απεικονίσεις που βρέθηκαν σε πολλούς προκολομβιανούς κώδικες. Σε έναν από αυτούς, στον Codex Magliabechiano (σημ. εικονογραφικός κώδικας των Αζτέκων που δημιουργήθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα), φαίνεται ένας ιερέας να κρατά ένα θύμα θυσίας καθώς ένας άλλος χρησιμοποιεί ένα αιχμηρό αντικείμενο για να ξεριζώσει την καρδιά του. Το αίμα κυλά στο κάτω μέρος της πυραμίδας, όπου ένα προηγούμενο θύμα, με το στήθος ανοιχτό και το πρόσωπό του με μια έκφραση πόνου, σύρεται μακριά. Οι θεατές παρακολουθούν καθώς η καρδιά, φρεσκοκομμένη από τη σωματική της φυλακή, αιωρείται προς τον ουρανό. Μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων κράτησαν ζωντανή τη μνήμη αυτών των φρικιαστικών τελετουργιών και τις μετέφεραν μετά στους κονκισταδόρες.

Ωστόσο, αν και τόσο συνηθισμένη μεταξύ των Αζτέκων, η έννοια της ανθρωποθυσίας δεν επινοήθηκε σε καμία περίπτωση από αυτούς, ούτε ήταν ο μόνος πολιτισμός σε όλο τον κόσμο που ασχολήθηκε με αυτήν την πρακτική, όπως είχε προταθεί παλαιότερα.

Σήμερα θεωρείται ότι οι ανθρωποθυσίες χρονολογούνται από την Εποχή του Χαλκού και ίσως και πολύ πιο πριν. Τα ίχνη τους έχουν ανακαλυφθεί στα αρχαιολογικά αρχεία διαφόρων πολιτισμών, από τους Ευρωπαίους της Παλαιολιθικής Εποχής έως τους αρχαίους αποίκους της Κίνας. Αυτές οι κοινωνίες συμμετείχαν σε ανθρωποθυσίες για διάφορους λόγους, μερικούς παρόμοιους με αυτούς των Αζτέκων και άλλους εντελώς διαφορετικούς και μοναδικούς.

Γιατί να θυσιάσεις έναν άνθρωπο;

Η ιστορία των ανθρωποθυσιών είναι στενά συνδεδεμένη με την ιστορία της θρησκείας και των δεισιδαιμονιών. «Η προϊστορική θρησκεία ξεκίνησε ως ένα μαγικό, θείο μυστήριο που αποσκοπούσε στην άρνηση της πραγματικότητας του θανάτου», αναφέρει ο Τζον Σκίνερ. Στο έρευνα του «Ritual Matricide: A Study of the Origins of Sacrifice», ο Σκίνερ συζητά πώς ο φόβος και η περιέργειά μας για τον θάνατο εκδηλώθηκαν σε αρχαίες τελετουργίες όπως η κατανάλωση ανθρώπινου εγκεφάλου και η ανθρώπινη θυσία γενικά. Ο ίδιος εστίασε στις παλαιολιθικές κοινωνίες, οι οποίες δεν είχαν το είδος της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πολυπλοκότητας που διαμόρφωσε τις τελετουργίες των Αζτέκων.

Οι θυσίες με θρησκευτικά κίνητρα θα μπορούσαν να λάβουν πολλές μορφές. Στην Κίνα, τη Μογγολία, την Αίγυπτο και την Κεντρική Αμερική, σημαντικά άτομα θάβονταν μερικές φορές μαζί με τους υπηρέτες ή/και τις παλλακίδες τους. Δεδομένου ότι τα σώματα αυτών των «συνοδών» σπάνια παρουσιάζουν σημάδια τραύματος ή ασθένειας, οι αρχαιολόγοι εικάζουν ότι ενταφιάστηκαν μαζί με τους αφέντες τους σε μια πρακτική που τώρα αναφέρεται ως «θυσία του υπηρέτη». Τέτοιες τελετουργίες εξασφάλιζαν ότι οι άνθρωποι θα λάμβαναν φροντίδα και στη μετά θάνατον ζωή. Η πρακτική, κάποτε μια από τις πιο κοινές μορφές ανθρωποθυσίας, εξαφανίστηκε γύρω στο 2.800 π.Χ.

Ένας άλλος στόχος των ανθρωποθυσιών ήταν να κατευνάσουν τους θεούς προσφέροντας μια θυσία υψηλής αξίας. Κατά τη διάρκεια των τελετουργιών Καπακότσα, οι Ίνκας του προκολομβιανού Περού νάρκωναν και σκότωναν παρθένες γυναίκες και παιδιά – τους οποίους θεωρούσαν αγνούς και αθώους – για να αποτρέψουν φυσικές καταστροφές. Οι Αζτέκοι αναφέρονταν στις θυσίες ως πληρωμή χρέους. «Η ζωή οφείλεται στους θεούς. Με τη θυσία τους μάς έδωσαν ζωή… παράγουν το φαγητό μας… που τρέφει τη ζωή», θεωρείται ότι είπαν οι ιερείς των Αζτέκων στους Ισπανούς παρατηρητές θέλοντας να υπερασπιστούν το τελετουργικό τους.

Εν τέλει, η ανθρωποθυσία αφορούσε την προστασία της πλειονότητας σε βάρος μιας μειονότητας. Οι ανθρωποθυσίες δεν γίνονταν μόνο για να αποτρέψουν τους σεισμούς και τις ασθένειες, αλλά και για να κερδίσουν ή να αποφύγουν τους πολέμους. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να ευλογήσουν τη βασιλεία συγκεκριμένων ηγεμόνων καθώς και ως σύμβολα της κυριαρχίας τους. Η Μεγάλη Πυραμίδα του Τενοτστιτλάν, που αρχικά κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιτζκοάλτ, είναι ένα παράδειγμα αυτού. Με τον ίδιο τρόπο, τα τραγούδια και οι θρύλοι μιλούν για ιαπωνικές και βαλκανικές κοινότητες που θάβουν ζωντανούς ανθρώπους μέσα σε κτίρια για να τους προστατεύσουν από μελλοντική καταστροφή – μια πρακτική που φαίνεται να αποδεικνύεται και από αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Ο μύθος αυτός άλλωστε επιβιώνει και στα δικά μας δημοτικά τραγούδια, όπως αυτού του Γιοφυριού της Άρτας.

Η άγνωστη προέλευση της ανθρωποθυσίας

Ενώ η ιστορία γνωρίζει ότι δεν έλειπαν οι κοινωνίες που έκαναν ανθρωποθυσίες, οι ειδικοί δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει για το πού και πότε πρωτοεμφανίστηκε η πρακτική αυτή. Επειδή οι ανθρωποθυσίες περιγράφηκαν ευρέως στην αρχαιότητα, είναι ασφαλές να πούμε ότι συνέβαιναν και κατά την προϊστορία. Δυστυχώς, η έλλειψη γραπτών ή προφορικών αρχείων δεν μας επιτρέπει να ανασυνθέσουμε την προϊστορική ζωή με ακρίβεια. Κατά συνέπεια, η κατανόησή μας για την προέλευση των ανθρωποθυσιών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία σπάνια οδηγούν σε ένα οριστικό συμπέρασμα.

Κατά καιρούς, αρκετοί ερευνητές δήλωσαν ότι μπορεί να βρήκαν στοιχεία για ανθρωποθυσίες που χρονολογούνται στην Εποχή του Σιδήρου ή του Χαλκού. Σε ένα άρθρο του, ο παλαιοανθρωπολόγος Γιάν Τζελινέκ ερευνά ανασκαφές αυτών των περιόδων από περιοχές στην Τσεχοσλοβακία. Η εξαιρετικά ποικιλόμορφη μεταχείριση των ανθρώπινων λειψάνων εκεί, λέει ο Τζελινέκ, υποδηλώνει ότι «δεν αντιπροσωπεύουν κανονικές ταφές αλλά μπορούν να εντοπιστούν ίχνη σύνθετων γεγονότων που συνδέονται με ανθρωποθυσίες». Ανθρώπινοι σκελετοί που βρέθηκαν σε μια σπηλιά παραπέμπουν σε θυσίες υπηρετών, ενώ ένα κρανίο που βρέθηκε θαμμένο στα θεμέλια ενός κοντινού σπιτιού υποδηλώνει πρακτικές που μοιάζουν με αυτές που περιγράφονται στη βαλκανική και ιαπωνική λογοτεχνία.

Κάποιοι προτείνουν ότι η ανθρωποθυσία είναι πιο πιθανό να συνέβαινε σε κοινωνίες που εφάρμοζαν κάποια μορφή δουλείας, καθώς σε αυτές τις κοινωνίες επικρατούσαν συγκεκριμένες πεποιθήσεις σχετικά με την αξία της ζωής των ανθρώπων. Ακολουθώντας αυτή τη σκέψη, στοιχεία προϊστορικής σκλαβιάς θα μπορούσαν να υποδεικνύουν και την ύπαρξη προϊστορικών ανθρωποθυσιών, αν και το ένα δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη και του άλλου. Είναι ενδιαφέρον ότι η έρευνα από τη Βρετανίδα αρχαιολόγο Μιράντα Γκριν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, παρά το γεγονός ή ίσως επειδή υπάρχει έλλειψη πειστικών αποδεικτικών στοιχείων, η ανθρωποθυσία στην Ευρώπη της Εποχής του Σιδήρου «φαίνεται ότι ήταν σπάνια και ιδιαίτερη».

Οι ανθρωποθυσίες στην αρχαία Ελλάδα

Πολύ μεγάλη είναι η συζήτηση σχετικά με το αν πραγματοποιούνταν ανθρωποθυσίες στην αρχαία Ελλάδα. Αν και δεν φαίνεται να ήταν κοινή πρακτική ειδικά τον 5ο αιώνα  της κλασικής αρχαιότητας, σίγουρα δεν ήταν άγνωστη, ενώ είναι σχεδόν σίγουρο ότι εφαρμοζόταν σε προηγούμενες περιόδους.

«Οι ανθρωποθυσίες στην αρχαία Ελλάδα δεν είναι μύθος» είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο διακεκριμένος καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας και ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, Βάλτερ Μπούρκερτ. «Σαφέστατα και υπήρχαν και συνδέονταν κυρίως με τις κηδείες. Θεωρώ πως ήταν αποτέλεσμα του θυμού που προκύπτει από τον θάνατο. Ο νεκρός δεν θέλει να πεθάνει και οι άλλοι να ζουν. Η θυσία άλλων ανθρώπων στον τάφο του, του προσφέρει ψυχολογική ανακούφιση», σημείωσε.

Εξάλλου κάτι τέτοιο μαρτυρούν και αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα. Κατάλοιπα πιθανών ανθρωποθυσιών έχουν εντοπιστεί στην Κρήτη, καλύπτοντας χρονικά μια περίοδο από την εποχή του Χαλκού μέχρι τους Ύστερους Γεωμετρικούς και Αρχαϊκούς χρόνους. Στην υπόλοιπη Ελλάδα αντίστοιχες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί στα μυκηναϊκά κέντρα της Αργοναυπλίας. Στο Λυκαίο Όρος της Αρκαδίας ο σκελετός ενός άνδρα (ΦΩΤΟ) πιθανά θύμα ανθρωποθυσίας χρονολογήθηκε στο τέλος της μυκηναϊκής περιόδου, τον 11ο αιώνα (Δημήτρης Αναγνωστόπουλος, Ανθρωποθυσίες στην Αρχαία Ελλάδα). Για το συγκεκριμένο Όρος μάλιστα οι αναφορές για ανθρωποθυσίες είναι πάρα πολλές.

Εξάλλου είναι πολύ συχνή η παρουσία της ανθρωποθυσίας σε γνωστούς μύθους της ελληνικής αρχαιότητας. Οι Αθηναίοι έστελναν ως «φόρο» στον βασιλιά Μίνωα κάθε εννιά χρόνια επτά νέους Αθηναίους και επτά νέες Αθηναίες για να τους κατασπαράξει ο Μινώταυρος. Στις τραγωδίες του Ευριπίδη αναφέρονται πάμπολλες τελετές ανθρωποθυσιών στις θεότητες. Η κόρη τού Αγαμέμνονα, Ιφιγένεια, οδηγείται για θυσία στο βωμό της Αρτέμιδας, (Ιφιγένεια εν Αυλίδι, στ. 533, 1200). Αξίζει να σημειωθεί ότι άλλος μύθος αναφέρει πως για την ασφαλή επιστροφή των Αχαιών από την Τροία στην Ελλάδα θυσίασαν την κόρη του Πρίαμου, Πολυξένη, στην Εκάβη. Σε άλλο μύθο, θυσιάζεται και η Μακαρία, κόρη του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, στην Περσεφόνη ύστερα από «θεϊκό χρησμό», για να νικήσουν οι Αθηναίοι (Ευριπίδη Ηρακλείδες, στ. 408, 583). Θυσιάζεται εθελοντικά κι ο Μενοικέας, γιός τού Κρέοντα, για να νικήσουν οι Θηβαίοι (Ευριπίδη Φοίνισσες, στ. 913).  Αναφορά σε ανθρωποθυσία κάνει και ο Αριστοφάνης.

Ο Παυσανίας αναφέρεται στις ανθρωποθυσίες κατά τις εορτές Λύκαια της Αρκαδίας στο Λυκαίο Όρος, όπου πλέον έχει βρεθεί και ανάλογο εύρημα. Ο Λυκάων, γιος τού Πελασγού, έφερε στο βωμό τού Λυκαίου Διός ένα βρέφος και το θυσίασε, για να βρέξει το βωμό με αίμα. Κατά την ανθρωποθυσία ο Λυκάων μεταμορφώθηκε σε λύκο (Ελλάδος Περιήγησις, VIII 2), αναφέρει ο Παυσανίας, ενώ συμπληρώνει ότι η πρακτική συνεχιζόταν εις ανάμνηση του γεγονότος.

Ο Πλούταρχος στο έργο του «Θεμιστοκλής» (κεφ. 13) αφηγούμενος τις στιγμές πριν από την ναυμαχία της Σαλαμίνας αναφέρει ότι ο Θεμιστοκλής θυσίασε τρεις Πέρσες αιχμαλώτους. Αναφέρει συγκεκριμένα:

«Ενώ ο Θεμιστοκλής πρόσφερε θυσίες κοντά στη ναυαρχίδα, του έφεραν τρεις αιχμάλωτους, που ήταν πολύ όμορφοι στην όψη και στολισμένοι με λαμπρά ενδύματα και χρυσά κοσμήματα. Λέγονταν γι᾽ αυτούς ότι ήταν παιδιά της Σανδάκης, της αδελφής του Ξέρξη, και του Αρταΰκτη. Όταν τους είδε ο μάντης Ευφραντίδης, επειδή την ίδια στιγμή μια μεγάλη και λαμπρή φλόγα αναπήδησε από το σφάγιο της θυσίας και συγχρόνως ένα φτάρνισμα ακούστηκε από τα δεξιά ως καλό σημάδι, έσφιξε το δεξί χέρι του Θεμιστοκλή και τον προέτρεψε να αφιερώσει τους νεαρούς στον Ωμηστή Διόνυσο και να τους θυσιάσει όλους με ικεσίες προς τον θεό· γιατί έτσι, έλεγε, οι Έλληνες θα εξασφαλίσουν τη σωτηρία και τη νίκη. Ο Θεμιστοκλής σάστισε, γιατί ο λόγος του μάντη ήταν υπερβολικός και τρομερός· οι περισσότεροι όμως, οι οποίοι, όπως συμβαίνει συνήθως στους μεγάλους αγώνες και στις δύσκολες καταστάσεις, έλπιζαν να πετύχουν τη σωτηρία τους με παράλογα μάλλον παρά με λογικά μέσα, επικαλούνταν με μια φωνή τον θεό και σέρνοντας τους αιχμάλωτους στον βωμό επέβαλαν να τελεστεί η θυσία, όπως υπέδειξε ο μάντης. Αυτά τα διηγήθηκε ο Φανίας ο Λέσβιος, που ήταν φιλόσοφος και καλός γνώστης της ιστορικής γραμματείας».

Το γεγονός ότι ο Θεμιστοκλής «σαστίζει» μπροστά στο πρόσταγμα του Μάντη κάνει φανερό ότι η πρακτική της ανθρωποθυσίας είχε ήδη τεθεί στο παρελθόν και ήταν κάτι μάλλον κατακριτέο. Ωστόσο σε τόσο ακραίες συνθήκες, όταν οι Έλληνες προσπαθούν «να πετύχουν τη σωτηρία τους με παράλογα μάλλον παρά με λογικά μέσα» φαίνεται ότι μπορούσε να γίνει μια εξαίρεση. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι για την εποχή της κλασικής αρχαιότητας (5ο αιώνα) αν και υπάρχουν αναφορές όπως αυτές του Πλούταρχου δεν έχουν βρεθεί αρχαιολογικά ευρήματα που να ενισχύουν τις αναφορές αυτές. Φαίνεται μάλιστα ότι η πρακτική – τουλάχιστον επίσημα- φαινεται να εγκαταλείπεται μετά τον 7ο αιώνα όταν και ξεκίνησε η δημιουργία των πόλεων-κρατών καθώς αυτό συνδυάστηκε με την θέσπιση ποινών.

Το τέλος της πρακτικής

Στην κλασική αρχαιότητα, οι ανθρωποθυσίες φαίνεται ότι θεωρούνταν ήδη παρελθόν από πολλούς πολιτισμούς σε όλο τον κόσμο. Όταν η Ρώμη ήταν ακόμη ένα μικρό βασίλειο, οι πολίτες κατά καιρούς θυσιάζονταν για να κατευνάσουν τους θεούς. Σύμφωνα με τον ιστορικό Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ωστόσο, οι ανθρωποθυσίες ουσιαστικά εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της δημοκρατίας και καταργήθηκαν εντελώς με συγκλητικό διάταγμα το 97 π.Χ. Η δολοφονία ζωντανών ανθρώπων – μια πρακτική που συνδέθηκε τότε με βαρβαρικές φυλές και υποτιμούνταν από τους Ρωμαίους – αντικαταστάθηκε από τη σφαγή ζώων και το κάψιμο των ομοιωμάτων.

Μέρος της ιστορίας των ανθρωποθυσιών μπορεί να συμπληρωθεί από θρησκευτικά κείμενα. Για παράδειγμα, η Θυσία του Ισαάκ, μια ιστορία από το Βιβλίο της Γένεσης, περιγράφει πώς ο Αβραάμ – ο πατριάρχης του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ που πιστεύεται ότι έζησε κάποια στιγμή μεταξύ 2.150 και 1.975 π.Χ. – προσπάθησε να θυσιάσει τον μονάκριβο γιο του Ισαάκ ύστερα από εντολή του θεού Γιαχβέ. Αλλά πριν ο Αβραάμ προλάβει να ολοκληρώσει το τελετουργικό, τον σταματά ένας άγγελος. Έχοντας ήδη αποδείξει την έκταση της αφοσίωσής του, ο Αβραάμ μπορεί πια να θυσιάσει ένα κριάρι στη θέση του γιου του.

Η θυσία του Ισαάκ δεν είναι μόνο μια ιστορία αλλά και μια μορφή θρησκευτικής διδασκαλίας που είχε ξεκάθαρη επίδραση στην εσωτερική οργάνωση τριών μεγάλων θρησκειών. Σύμφωνα με τον Γιόζεφ Μίλμαν, ομότιμο καθηγητή στο Τμήμα Εβραϊκής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα στο Ισραήλ, η αφήγηση λειτουργεί ως «αιτιολογικός μύθος» που εξηγεί την προέλευση ή, σε αυτή την περίπτωση, την εξαφάνιση ενός συγκεκριμένου φαινομένου. Η ιστορία, γράφει ο Μίλμαν, δίνει έναν λόγο για τη «μετάβαση από την ανθρωποθυσία στη θυσία ζώων και ορίζει την απόλυτη ιερότητα της ανθρώπινης ζωής».

Από μια σύγχρονη οπτική, η ανθρωποθυσία φαίνεται ως μια εξαιρετικά σκληρή και άστοχη παράδοση και γι’ αυτό άλλωστε εγκαταλείφθηκε αρκετά νωρίς στην ιστορία τουλάχιστον στη «δική» μας γειτονιά. Ωστόσο, μια μερίδα ιστορικών θεωρεί ότι η πρακτική της ανθρωποθυσίας ίσως έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση πιο εξελιγμένων κοινωνιών μαζί με άλλες αυταρχικές μεθόδους. Σύμφωνα με αυτούς, οι ανθρωποθυσίες έδωσαν τη δυνατότητα στους ηγέτες των κοινωνιών να τις κρατήσουν ενωμένες έστω και μέσω του φόβου και του αυταρχισμού. Άλλωστε, η αντίληψη που υπήρχε ήταν ότι τα θύματα της ανθρωποθυσίας δεν πέθαναν μάταια, αλλά θανατώνονταν προς όφελος των ζωντανών. Φυσικά, η συζήτηση γύρω από τη «χρησιμότητα» της ανθρωποθυσίας και των άλλων βίαιων μεθόδων που έχει χρησιμοποιήσει η ανθρωπότητα είναι θέμα μεγάλης συζήτησης και αντιπαράθεσης μεταξύ των ιστορικών. Μέχρι στιγμής ωστόσο η κυρίαρχη άποψη παραμένει ότι η ανθρωπότητα εξελίχθηκε κατά κύριο λόγο όταν απορρίφθηκαν τέτοιες πρακτικές.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: