Όλοι έχουμε απορροφηθεί μπροστά από μια οθόνη. Τι συμβαίνει, όμως, όταν αυτή συνήθεια υιοθετείται από ένα παιδί; Πώς μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξή του; Οι ειδικοί απαντούν
Η παρακολούθηση μιας ταινίας, ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι ή η ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι για τους περισσότερους ένα μέσο χαλάρωσης από μια αγχωτική καθημερινότητα. Ενέχει, όμως, κινδύνους τόσο για τη σωματική, όσο και τη συναισθηματική υγεία, όπως υπογραμμίζουν πολλές μελέτες τα τελευταία χρόνια, γι’ αυτό και είναι σημαντικό να γίνεται περιορισμένη χρήση των ψηφιακών ηλεκτρονικών μέσων.
Οι κίνδυνοι αυτοί γίνονται ακόμη σοβαρότεροι όταν η συζήτηση έρχεται στα παιδιά. Ένας άνθρωπος που βρίσκεται στη φάση της ανάπτυξης μπορεί να επηρεαστεί πολύ περισσότερο από έναν διαμορφωμένο ενήλικα, με τις επιπτώσεις να είναι αρκετά σοβαρές, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί. Νέα μελέτη από την Ιατρική Σχολή του Michigan αναδεικνύει τον κίνδυνο που ενέχει για τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών η ενασχόληση με ψηφιακές οθόνες, όπως τα κινητά τηλέφωνα και τα tablets. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η ψηφιακή τεχνολογία μπορεί βραχυπρόθεσμα να βοηθά ένα παιδί με υπερένταση να ηρεμήσει, όμως ταυτόχρονα ενδέχεται να μειώσει την ικανότητά του να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Έτσι, ενώ μοιάζει με μια αποτελεσματική μέθοδο κατευνασμού, θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει σε σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας σε μελλοντικό χρόνο.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι η συστηματική χρήση κινητών τηλεφώνων και τάμπλετ ως μέσο καθησυχασμού των παιδιών ηλικίας 3 και 5 ετών οδήγησαν σε αυξανόμενη συναισθηματική απορρύθμιση.
«Μπορεί να μοιάζει με έναν αθώο, προσωρινό τρόπο να μειώσετε τη νευρικότητα του παιδιού, όμως ενδέχεται να υπάρξουν μακροπρόθεσμες συνέπειες εάν μετατραπεί σε μια τακτική συνήθεια», λέει η επικεφαλής συγγραφέας και παιδίατρος αναπτυξιακής συμπεριφοράς στο πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Παίδων C.S. Mott, Jenny Radesky σε δελτίο Τύπου. «Ιδιαίτερα στην πρώιμη παιδική ηλικία, οι συσκευές μπορεί να εκτοπίσουν τις ευκαιρίες για την ανάπτυξη ανεξάρτητων και εναλλακτικών μεθόδων αυτορρύθμισης».
Τα αγόρια και τα παιδιά με ΔΕΠΥ στο προσκήνιο των συνεπειών
Η μελέτη συμπεριέλαβε 422 γονείς και ισάριθμα παιδιά ηλικίας 3-5 ετών. Οι ερευνητές ανέλυσαν τις απαντήσεις των γονέων αναφορικά με το πόσο συχνά χρησιμοποιούσαν τις ψηφιακές συσκευές ως μέσο καθησυχασμού των παιδιών, καθώς και τα πιθανά συμπτώματα που μαρτυρούσαν συναισθηματική αντίδραση ή απορρύθμιση σε μια περίοδο έξι μηνών. Τέτοια συμπτώματα θα μπορούσαν να είναι οι ταχείες εναλλαγές διάθεσης ή ο έντονος παρορμητισμός.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συσχέτιση της χρήσης οθονών και των συναισθηματικών επιπτώσεων ήταν ιδιαιτέρως υψηλή στα αγόρια και στα παιδιά που ήδη βιώνουν υπερκινητικότητα, παρορμητισμό και ένα έντονο ταπεραμέντο, που καθιστά πιο πιθανό να αντιδράσουν πιο έντονα όταν αισθάνονται θυμό, εκνευρισμό ή θλίψη. «Η χρήση τέτοιων συσκευών μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα προβληματική στα παιδιά που ήδη αντιμετωπίζουν δυσκολία στη διαχείριση των συναισθημάτων τους», σχολίασε σχετικά η Δρ. Radesky, προσθέτοντας ότι η προσχολική ηλικία είναι ένα στάδιο ζωής όπου τα παιδιά είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν διαταραγμένη συμπεριφορά, όπως οργή, περιφρόνηση και έντονα συναισθήματα.
«Οι γονείς μπορεί να αντιμετωπίσουν προσωρινά το πρόβλημα, να νιώσουν ότι πέτυχαν και ενδεχομένως να καθιερώσουν αυτή τη συνήθεια. Όμως, όσο πιο συχνά χρησιμοποιούν τα παιδιά τις συσκευές, τόσο λιγότερο μαθαίνουν να αναπτύσσουν άλλες ικανότητες διαχείρισης των συναισθημάτων τους», συμπλήρωσε.
Η Δρ. Radesky αναγνωρίζει ότι υπάρχουν περιστάσεις κατά τις οποίες η χρήση οθονών μπορεί να είναι μια σωτήρια λύση απασχόλησης των παιδιών, όπως κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού ή στο πλαίσιο της εκπαίδευσης. Η περιστασιακή χρήση είναι αναμενόμενη και ρεαλιστική, σύμφωνα με την Δρ. Radesky, η οποία τονίζει ωστόσο ότι είναι σημαντικό να μην μετατραπεί σε μια τακτική συνήθεια.
«Η χρήση ενός κινητού για παράδειγμα, δεν καλλιεργεί καμία ικανότητα, απλώς αποσπά την προσοχή του παιδιού, για να κατευνάσει τα συναισθήματα που νιώθει τη δεδομένη στιγμή. Τα παιδιά που δεν αναπτύσσουν αυτές ικανότητες διαχείρισης σε μικρή ηλικία είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν μελλοντικά αυξημένες δυσκολίες σε συνθήκες άγχους», καταλήγει η Δρ. Radesky.