Το Βρετανικό Μουσείο, το οποίο φιλοξενεί αντικείμενα ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς, υποχρεώθηκε πρόσφατα να κλείσει κάποιες από τις αίθουσες του και προσωρινές εκθέσεις του, λόγω μιας κυβερνοεπίθεσης που φέρεται να προήλθε από πρώην εργαζόμενο του μουσείου.
Ο υπάλληλος πληροφορικής, ο οποίος είχε απολυθεί την προηγούμενη εβδομάδα, κατάφερε να εισέλθει στον χώρο του μουσείου και να προκαλέσει σοβαρές διαταραχές στα συστήματα του. Η αστυνομία του Λονδίνου προχώρησε στη σύλληψη του άνδρα, ο οποίος ήταν περίπου 50 ετών.
Η διακοπή αυτή έρχεται σε μία χρονική στιγμή όπου η Βρετανία συνεχίζει να διατηρεί στον θησαυροφυλάκιο του Βρετανικού Μουσείου έργα που έχουν αφαιρεθεί παράνομα από τις χώρες τους, με τα πιο διάσημα παραδείγματα τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις της Ελλάδας για επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα, το Βρετανικό Μουσείο επιμένει να κρατάει αυτά τα μοναδικά πολιτιστικά κειμήλια που ανήκουν στην παγκόσμια κληρονομιά, αλλά κυρίως στην Ελλάδα, την χώρα που τα γέννησε.
Η αναστάτωση που προκάλεσε η κυβερνοεπίθεση, αν και σοβαρή για το μουσείο, έρχεται σε μια στιγμή που φανερώνει την ηθική υποκρισία του Βρετανικού Μουσείου και της Βρετανίας γενικότερα, η οποία επιμένει να κρατάει κλεμμένα πολιτιστικά αγαθά από άλλες χώρες. Η Βρετανία, ως αποικιοκρατική δύναμη, έχει καταληστέψει και απομυζήσει αμέτρητους πολιτιστικούς θησαυρούς, με τα Γλυπτά του Παρθενώνα να αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα είναι ζήτημα όχι μόνο πολιτιστικό, αλλά και ηθικό. Τα Γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν εκεί όπου ανήκουν, στη χώρα που τα δημιούργησε και τα ανέδειξε. Είναι καιρός να αναγνωρίσει η Βρετανία ότι δεν μπορεί να κρατάει για πάντα τα έργα τέχνης που ανήκουν σε άλλους λαούς, και να αποκαταστήσει την ιστορική αδικία που έχει διαπράξει.