Ιράν – Ισραήλ: Ο κρυφός πόλεμος των κατασκόπων

Κοινοποίηση:

Η σύλληψη του αξιωματούχου της CIA Ασίφ Ραχμάν για φερόμενη διαρροή απόρρητων πληροφοριών με τις ισραηλινές προετοιμασίες για αντίποινα στο Ιράν τον προηγούμενο μήνα έφερε στο φως τον σκιώδη πόλεμο κατασκοπείας και αντικατασκοπείας που μαίνεται μεταξύ πρακτόρων σε μια υπερδεκαετή περιφερειακή σύγκρουση.

Περίπου τις ίδιες ημέρες, στα τέλη Οκτωβρίου, η υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας του Ισραήλ Σιν Μπετ, ανακοίνωσε ότι συνέλαβε επτά Ισραηλινούς υπηκόους που ζούσαν στην κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ ως ύποπτους για τη διεξαγωγή κατασκοπείας υπέρ του Ιράν, ενώ άλλοι επτά Ισραηλινοί πολίτες συνελήφθησαν στη Χάιφα με την κατηγορία ότι βοηθούσαν τον εχθρό, δηλαδή το υπουργείο Πληροφοριών του Ιράν, σε καιρό πολέμου.

Τον Σεπτέμβριο, ο 73χρονος Ισραηλινός επιχειρηματίας Μότι Μαμάν κατηγορήθηκε επίσης από τη Σιν Μπετ και την ισραηλινή αστυνομία ότι συνεργαζόταν με τις ιρανικές μυστικές υπηρεσίες σε ένα σχέδιο δολοφονίας του πρωθυπουργού Νετανιάχου και άλλων πολιτικών προσωπικοτήτων με αντάλλαγμα ένα σημαντικό χρηματικό ποσό.

Στην αντιπέρα όχθη, το Ιράν επίσης έχει συλλάβει πολλούς πολίτες του κατά τη διάρκεια του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα με την κατηγορία ότι συνεργάζονται με την ισραηλινή μυστική υπηρεσία Μοσάντ.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, το σιιτικό καθεστώς εκτέλεσε τρεις άνδρες και μια γυναίκα με την κατηγορία ότι ενεργούσαν για λογαριασμό της Μοσάντ στο Ιράν και διέπραξαν μια σειρά από κακουργηματικές πράξεις, από δολιοφθορές έως απαγωγές Ιρανών αξιωματούχων, ενώ τον Σεπτέμβριο, στον απόηχο των επιθέσεων στα ασύρματα συστήματα επικοινωνίας της Χεζμπολάχ, οι οποίες αποδίδονται στο Ισραήλ, η Τεχεράνη ανακοίνωσε τη σύλληψη 12 πολιτών με την κατηγορία της συνεργασίας με το Ισραήλ και του σχεδιασμού επιθέσεων στη χώρα.

Η κατασκοπεία σε έναν κόσμο που αλλάζει

Ενώ οι ηλεκτρονικές υποκλοπές και η παρακολούθηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει πολύτιμα εργαλεία συλλογής πληροφοριών, η ανθρώπινη διάνοια παραμένει το κλειδί για την αποτελεσματική συλλογή πληροφοριών και τη στόχευση των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Οι Ισραηλινοί που συνελήφθησαν στη Χάιφα κατηγορούνται για 600 έως 700 αποστολές συλλογής πληροφοριών για το Ιράν σε διάστημα δύο ετών, συμπεριλαμβανομένης της απόπειρας κατά ανώτερου αξιωματούχου, μια επιχείρηση πιθανώς παρόμοια με τις δολοφονίες υψηλού προφίλ που έφερε εις πέρας το Ισραήλ το τελευταίο διάστημα.

Στο Ιράν, το Τελ Αβίβ δείχνει συνεχώς τις δυνατότητές του μέσω μιας σειράς δολοφονιών υψηλού προφίλ και αποστολών δολιοφθοράς, που συχνά αποδίδονται στη βαθιά διείσδυση της Μοσάντ στην ανώτερη ιρανική ιεραρχία: Δολοφονίες Ιρανών επιστημόνων και προσωπικοτήτων υψηλού προφίλ όπως ο Ισμαήλ Χανίγια, οι δολιοφθορές σε πυρηνικές εγκαταστάσεις και η αποδεδειγμένη ικανότητα του Ισραήλ να πραγματοποιεί χτυπήματα βαθιά μέσα στο Ιράν υπογραμμίζουν πόσο αποτελεσματικά έχει διεισδύσει η ισραηλινή μυστική υπηρεσία στους πιο ευαίσθητους τομείς της χώρας της ισλαμιστικής χώρας, ενώ και η Τεχεράνη έχει καταβάλει προσπάθειες να δημιουργήσει σε βάθος χρόνου δίκτυα πληροφοριοδοτών στο Ισραήλ, αναφέρουν παρατηρητές.

Παραδοσιακά, το Ισραήλ με τη μικρή και γενικά συνεκτική κοινωνία του εθεωρείτο αδιάβλητο και προφυλαγμένο από ξένες μυστικές υπηρεσίες κατασκοπείας, όμως η ένταση της τρέχουσας σύγκρουσης, η άνοδος της ακροδεξιάς και η γενικευμένη αποστροφή προς τον Νετανιάχου που έφεραν οι δικαστικές μεταρρυθμίσεις του 2023 όξυναν προϋπάρχουσες κοινωνικές ρωγμές, με αποτέλεσμα μια ριζικά αλλαγμένη ισραηλινή κοινωνία, εξηγεί ο αμυντικός αναλυτής Χαμζί Ατάρ, και αυτό είναι ακριβώς το πεδίο που εκμεταλλεύτηκε η ιρανική υπηρεσία πληροφοριών για να στρατολογήσει δικούς της πράκτορες.

Η πρώτη ομάδα από τους 14 πράκτορες του Ιράν που συνελήφθησαν είχε μεταναστεύσει στο Ισραήλ από το Αζερμπαϊτζάν πριν από 10 χρόνια, ενώ η δεύτερη ομάδα θεωρούνταν Άραβες Ισραηλινοί και, ως εκ τούτου, εκτός του κυρίαρχου ρεύματος στο Ισραήλ, σημειώνει ο Ατάρ, συμπληρώνοντας ότι «αν το Ιράν μπορέσει να προσηλυτίσει αυτές τις δύο ομάδες, μπορεί να το κάνει και με περισσότερες».

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: