Στην δημοσιότητα δόθηκε το μεσημέρι της Πέμπτης το πόρισμα για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι που στοίχισε την ζωή σε 100 ανθρώπους από την ανεξάρτητη επιτροπής για την διαχείριση πυρκαγιών, που συστάθηκε μετά την τραγωδία.
Το πόρισμά μεταξύ άλλων αναφέρει πως τις ανεπάρκειες στον ευρύτερο κρατικό μηχανισμό όσον αφορά την πυροπροστασία. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην πρόληψη δασικών φωτιών συμμετέχουν 45 συναρμόδιοι φορείς (!) χωρίς όμως να υπάρχει κεντρικός συντονισμός. Στα αξιοσημείωτα είναι επίσης και το γεγονός ότι η Δασική Υπηρεσία που είναι τυπικά επιφορτισμένη με τον συντονιστικό ρόλο στον τομέατης πρόληψης αδυνατεί να εκτελέσει πλήρως τα καθήκοντά της λόγω νομικού κενού.
Η κατάσταση είναι λίγο καλύτερη στο σκέλος της κατάσβεσης πυρκαγιών, όπου δραστηριοποιούνται 17 φορείς, οι οποίοι υπάγονται σε έξι διαφορετικά υπουργεία και ασκούν 11 διαφορετικές αρμοδιότητες.
Το πρόβλημα
Το πρόβλημα επιδεινώνεται λόγω των κοινωνικοοικονομικών (χρήσεων γης, δημογραφικών) και κλιματολογικών αλλαγών, της έλλειψης ή των μη κατάλληλων θεσμικών μέτρων, του ανεπαρκούς και παλαιωμένου εξοπλισμού και της αναποτελεσματικής οργάνωσης για τη διαχείριση των πυρκαγιών, των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, και του συνδυασμού των αλληλεπιδράσεων των παραπάνω παραγόντων.
Όσον αφορά τους λόγους για την επιδείνωση του προβλήματος, σημαντικότατο ρόλο παίζει η αύξηση της ποσότητας και συνέχειας της καύσιμης ύλης, εξαιτίας της εγκατάλειψης της υπαίθρου και της ελλιπούς διαχείρισης των δασών λόγω περιορισμού των διαθέσιμων κονδυλίων, αλλά και η άνευ σχεδιασμού, οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη πολλών περιοχών.
Αποκλεισμός της επιστημονικής γνώσης, της καινοτομίας και της τεχνολογίας από την επιχειρησιακήπράξη της διαχείρισης των πυρκαγιών, κάτι που συνδέεται με την έλλειψη ενός εθνικού επιστημονικού,συντονιστικού φορέα για τον σχεδιασμό πολιτικής και στρατηγικής για την προστασία των δασών από τιςπυρκαγιές ο οποίος να συνδέεται με την επιχειρησιακή πράξη.
Εθνικό κενό
Η επιτροπή, που σήμερα παρέδωσε το πόρισμά της στον πρωθυπουργό, διαπιστώνει παντελή έλλειψη ενιαίου εθνικού σχεδίου προστασίας, που θα θέτει το πλαίσιο για την συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Πέραν της απουσίας σχεδιασμού όμως οι εμπειρογνώμονες καταγράφουν και «έλλειψη κλίματος και πνεύματος συνεργασίας» ανάμεσα στις υπηρεσίες, ειδικά μεταξύ της Πυροσβεστικής και της Δασικής Υπηρεσίας.
Τα προβλήματα περιπλέκονται από την άναρχη δόμηση, την ανεπαρκή φροντίδα των δασικών εκτάσεων και την απουσία αντιπυρικών σχεδίων σε τοπικό επίπεδο.
Οι αναλυτές επικρίνουν την Ελλάδα για την χρόνια έμφαση που δίνει στην καταστολή αντί για την πρόληψη, κάνοντας λόγο για μεγάλη «δυσαρμονία» ανάμεσα στα κονδύλια που διατίθενται σε αυτά τα δύο επιχειρησιακά κομμάτια.
Προσθέτουν με νόημα πως οι «πολλαπλάσιες» επενδύσεις τις τελευταίας 20ετίας στο σκέλος της καταστολής δεν έχουν ενισχύσει αναλόγως την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού.
Η έκθεση πάντως καθιστά σαφές πως τα κενά υπερβαίνουν τον σχεδιασμό και την χρηματοδότηση και επεκτείνονται στα μέτωπα της εκπαίδευσης και της επιχειρησιακής δράσης.
Οι εμπειρογνώμονες αναφέρουν πως υπάρχει έλλειψη «επαγγελματικής» εκπαίδευσης του προσωπικού εμπλεκόμενων φορέων, η οποία συνοδεύεται από υπερβολική εξάρτηση από τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. Τονίζουν ακόμα ότι η Πυροσβεστική εφαρμόζει σε δασικές πυρκαγιές πρακτικές που κανονικά είναι χρήσιμες σε αστικές φωτιές.
Οι προτάσεις
Ως λύση οι αναλυτές καλούν την πολιτεία να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των πυρκαγιών «μέσα από ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό πλαίσιο διαχείρισης» και «όχι με μεμονωμένες και ασύνδετες υπηρεσίες και δράσεις πρόληψης ή καταστολής».
Τα επιστημονικά, συμβουλευτικά και συντονιστικά καθήκοντα θα πρέπει να ανατεθούν σε έναν οργανισμό, σημειώνουν, προσθέτοντας πως αυτός ο φορέας-εγκέφαλος θα πρέπει να είναι τράπεζα γνώσεων και βηματοδότης για την συνολική αντιμετώπιση των φωτιών στα δάση και στην ύπαιθρο.
«Χωρίς ένα τέτοιο μηχανισμό δεν θα είναι δυνατό να επιτευχθεί, ούτε η συνεχής και ουσιαστική προσπάθεια για την πρόληψη, ούτε το απαραίτητο κλίμα και πνεύμα συνεργασίας ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς», καταλήγουν.