«Εξωπραγματική» χαρακτηρίζουν οι καλλιτέχνες την κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης – κ. Γιάννη Δραγασάκη και Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτου με την οποία οι ΚΑΔ 90.02 -Υποστηρικτικές δραστηριότητες για τις τέχνες του θεάματος ΚΑΙ 90.03 -εντάσσονται στις κατηγορίες υπόχρεων να έχουν μηχανάκια «pos».
«Με τη Υπουργική αυτή απόφαση επιπλέον 58 κλάδοι υποχρεώνονται να εγκαταστήσουν POS έως και τις 11 Μαρτίου, δίνοντας τη δυνατότητα στους «πελάτες» τους να πληρώνουν και με κάρτα.
Οι τράπεζες χρεώνουν τη χρήση POS, είτε πουλώντας το τερματικό ή ενοικιάζοντάς το.
Το κόστος αγοράς ενός τερματικού POS κυμαίνεται από 99 έως 440 ευρώ, ανάλογα με τον τύπο και τη λειτουργικότητά του. Στην περίπτωση μίσθωσής του το κόστος κυμαίνεται ετησίως από 50 έως 360 ευρώ, ανάλογα με το μηνιαίο όγκο συναλλαγών. Αντίστοιχα, το ετήσιο κόστος συντήρησης κυμαίνεται μεταξύ 24 και 96 ευρώ. Κερδισμένες από αυτή την απόφαση που αφορά στο σύνολο σχεδόν των επαγγελματιών οι τράπεζες» αναφέρει το επιμελητήριο εικαστικών τεχνών Ελλάδας και καλεί σε νέους αγώνες για την ακύρωση της απόφασης αυτής.
Σύμφωνα με την ανακοίνωσή τους
«Η ρύθμιση αυτή δημιουργεί πολλά προβλήματα στο χώρο της καλλιτεχνικής δραστηριότητας των εικαστικών καλλιτεχνών και διαμορφώνει ένα επαγγελματικό και οικονομικό τοπίο, που δυσχεραίνει περισσότερο την ανεξαρτησία της Τέχνης στη χώρα μας.
Επιπλέον θέλουμε να υπογραμμίσουμε ότι αυτή η μεταβολή πραγματοποιήθηκε αιφνιδιαστικά και χωρίς να έχει προηγηθεί διαβούλευση με τους συλλογικούς φορείς της καλλιτεχνικής ζωής στη χώρα μας, όπως είναι το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας.
Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι αντικείμενο «λιανικής» συναλλαγής. Η εικαστική δημιουργία, είναι κοινωνικό αγαθό ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΜΠΟΡEYMA, δεν συνιστά μια τυπική επαγγελματική δραστηριότητα. Πολύ περισσότερο δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα, δεν αποτελεί επαγγελματική δραστηριότητα με μόνιμη διάθεση του παραγόμενου έργου (τα έργα τέχνης δημιουργούνται και συνήθως παραμένουν στο περιθώριο των οικονομικών συναλλαγών αποτελώντας παρακαταθήκη για τη μελλοντική δημιουργία, δεν μπαίνουν στην πλειονότητά τους σε διαδικασία συναλλαγών, χρειάζεται πολύς χρόνος για να δημιουργηθούν, παραμένουν στα εργαστήρια για χρόνια χωρίς να διακινούνται) και επιπλέον οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας την κοινωνική αξία και προσφορά της καλλιτεχνικής δραστηριότητας.
Πρόκειται επομένως για μια δραστηριότητα, που δεν αποφέρει εγγυημένο και σταθερό εισόδημα και βεβαίως δεν έχει συστηματικό χαρακτήρα. Τα στοιχεία αυτά αποτέλεσαν και το θεμέλιο του ν. 2676/1999, που στο άρθρο 71 ορίζει ότι εικαστικοί καλλιτέχνες μέλη του ΕΕΤΕ δεν υπάγονται στον ΕΦΚΑ (πρώην ΤΕΒΕ) για κάθε είδους καλλιτεχνική δραστηριότητα, εκτός αν οι ίδιοι το επιθυμούν. Το παραπάνω σκεπτικό επαναλήφθηκε και στην εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας και Υπουργείου Οικονομικών με αριθμό Φ.10035/014.9242/189 (6-2-2018) με θέμα « Απασχόληση συνταξιούχων εικαστικών καλλιτεχνών », με βάση την οποία «η άσκηση της δραστηριότητας του εικαστικού καλλιτέχνη και μετά την έναρξη συνταξιοδότησης του με βάση το άρθρο 20 του ν.4387/2016 δεν υπάγεται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και δεν επιφέρει επιπτώσεις στο ποσό της χορηγούμενης σύνταξης». Επομένως έχουμε αναγνώριση της ιδιοτυπίας της εικαστικής καλλιτεχνικής δραστηριότητας σε μια πορεία ετών, που αποτυπώνεται σε κείμενα τόσο νομικά όσο και σε εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί.
Η παραγνώριση αυτών των στοιχείων από την τελευταία Υπουργική Απόφαση επιδεινώνει τις επαγγελματικές συνθήκες των εικαστικών καλλιτεχνών και προκαλεί δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις. Οι τελευταίοι έχοντας στη συντριπτική τους πλειονότητα ένα πολύ μικρό ετήσιο εισόδημα, καλούνται να επωμιστούν το κόστος αγοράς ή ενοικίασης συσκευών πληρωμής με κάρτα (POS) και να υποστούν εισοδηματικές μειώσεις εξαιτίας των προμηθειών , που λόγω των ηλεκτρονικών συναλλαγών θα πρέπει να καταβάλουν στα τραπεζικά ιδρύματα.
Η ΤΕΧΝΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ Είναι φανερό ότι είμαστε μπροστά σε νέο αγώνα, για τα αυτονόητα».