Ξεχωριστά είναι τα έθιμα που διατηρούνται σε χωριά του νομού Καρδίτσας, ακόμα και μέχρι σήμερα, κατά τη διάρκεια της Αποκριάς.
Οι τρεις εβδομάδες πριν την Καθαρά Δευτέρα ονομάζονται Αποκριές και ταυτίζονται με την περίοδο του Τριωδίου, το οποίο οι Καραγκούνηδες υποδέχονταν με ντουφεκιές, για να διώξουν τα κακά πνεύματα εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη χαρά και την υγειά τους, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Βασιλική Κοζιού, Ερευνήτρια Τοπικής Ιστορίας και Λαογραφίας-Πρόεδρος του Κέντρου Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας «Ο ΑΠΟΛΛΩΝ» Καρδίτσας.
Σεργιάνια-Ευχές-Συγχώρηση
Στα Καραγκουνοχώρια την Κυριακή της Τυρινής, που την έλεγαν και Μεγάλη Αποκριά, οι Καραγκούνηδες, σύμφωνα με την κ. Κοζιού, πήγαιναν στην εκκλησία με τα γιορτινά τους ρούχα. Μόλις τελείωνε η λειτουργία, όλοι έβγαιναν στο χοροστάσι, όπου οι γυναίκες χόρευαν τα Αποκριάτικα σεργιάνια, τα οποία ήταν λίγο πιο ελεύθερα και πιο ζωηρά σε σχέση με τα Πασχαλιάτικα, που ήταν πιο σεμνά. Το απόγευμα, η καμπάνα της εκκλησίας καλούσε ξανά τους πιστούς στην εκκλησία για τον εσπερινό και την τελετουργία της συγνώμης ή της συγχώρησης, έθιμο που συναντάται και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Όλο το εκκλησίασμα φιλούσε το χέρι του παπά λέγοντας «Χρόνια πολλά, σχώραμε» και ο παπάς απαντούσε «σχωρεμένος».
Μάλιστα στο Μάρκο Καρδίτσας, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι και σήμερα, τελείται ανελλιπώς η συγχώρηση και ο χορός του παπά. Πρώτος ο παπάς και στη συνέχεια οι άνδρες και οι γυναίκες, κατά ηλικιακή σειρά, βγαίνουν από την εκκλησία στο προαύλιο του ναού πιασμένοι χέρι-χέρι, όπου χορεύουν τον χορό του παπά τραγουδώντας .
Το κλέψιμο της αρκούδας στο Μεσδάνι
Στο Μεσδάνι ή Αγναντερό, όπως ονομάζεται σήμερα, στις αρχές του 1900 η παράδοση του τόπου μας λέει, σύμφωνα με την κ. Κοζιού, ότι τρεις Μεσδανίτες έκλεψαν μια αρκούδα από έναν τσιγγάνο, ο οποίος μαζί με άλλες 7-8 οικογένειες είχαν στήσει τα τσαντίρια τους στις παρυφές του χωριού.
Ο καθένας είχε και έναν ρόλο. Οι τσιγγάνες πωλούσαν καλάθια, σήτες, μανόγαλο, φυλαχτά για το μάτι, έλυναν τα μάγια και έλεγαν τη μοίρα. Οι τσιγγάνοι πωλούσαν ή αντάλλασσαν ζώα. Ένας όμως από αυτούς τους τσιγγάνους είχε μια αρκούδα, που την έβαζε να χορεύει και να κάνει διάφορα για να διασκεδάζει τους Μεσδανίτες. Πολλές φορές την αρκούδα τη χρησιμοποιούσε και για θεραπευτικούς σκοπούς. Όσοι είχαν πόνο στη μέση, στο κεφάλι ή στα πόδια πήγαιναν στον τσιγγάνο, για να τους πατήσει με το πόδι η αρκούδα, για να γίνουν καλά. Όλα αυτά βέβαια, με το αζημίωτο. Ο αρκουδιάρης και η αρκούδα δέθηκε με τους κατοίκους και η αρκούδα δεν πείραζε τους κατοίκους, όταν τη χάιδευαν. Αυτό εκμεταλλεύτηκαν τρεις Μεσδανίτες και σκέφτηκαν να την κλέψουν για να βγάλουν χρήματα θεραπεύοντας και διασκεδάζοντας τον κόσμο. Ένα βράδυ, όταν οι τσιγγάνοι κοιμήθηκαν, έκλεψαν την αρκούδα, η οποία τους ακολούθησε στο μέρος όπου την έκρυψαν. Θρήνος το πρωί, όταν ο τσιγγάνος αντιλήφθηκε ότι του λείπει η αρκούδα από την οποία τάιζε την οικογένειά του. Η παράδοση μάς λέει ότι την αντάλλαξαν με λύτρα ή ότι οι τσιγγάνοι, όπως αναφέρει η κ. Κοζιού, τα μάζεψαν και έφυγαν και δεν ξαναπάτησαν το πόδι τους στο Αγναντερό.
Γενικά σε όλα τα καραγκουνοχώρια, προσθέτει, ένα από τα δρώμενα ήταν και είναι, και αυτό της αρκούδας και του αρκουδιάρη. Δυο άνδρες ντυμένοι ο ένας αρκούδα και ο άλλος αρκουδιάρης κρατώντας το ντέφι στα χέρια του παρουσιάζονταν στο χοροστάσι, όπου χόρευαν οι γυναίκες το απόγευμα και χτυπώντας το δυνατά, έδινε τα παραγγέλματα στην αρκούδα, τη Ζαχαρούλα αλλά συγχρόνως, έστελνε και τα κρυφά ερωτικά μηνύματα στην αγαπημένη του.
Στη συνέχεια, κατευθύνονταν με το ντέφι στους άνδρες και αυτοί έριχναν μέσα ασημένια νομίσματα. Ο αρκουδιάρης με την αρκούδα του γύριζε και στα σπίτια του χωριού, για να διασκεδάσουν και να γελάσουν οι συγχωριανοί τους, αποκριάτικες μέρες που ήταν. Και βέβαια, δεν έφευγαν με τα χέρια άδεια από τα περισσότερα νοικοκυριά.
Οι Μεσδανίτες κάθε Καθαρά Δευτέρα αναπαραστούν το κλέψιμο της αρκούδας από τους κουδωνοφόρους, καθώς και τον καραγκούνικο γάμο και πλήθος κόσμου συρρέει στο χωριό τους, για να παρακολουθήσει τα αποκριάτικα αυτά δρώμενα και να διασκεδάσουν, καταλήγει η κ. Κοζιού.