Ο… πειρασμός για κάτι γλυκό που τόσο συχνά μας κυριεύει μέσα στην ημέρα και που τόσο έχει “δαιμονοποιηθεί” διατροφικά, ίσως τελικά να βοηθάει και σε κάτι σημαντικό.
Η ζάχαρη στα γλυκά φαίνεται πως είναι εξίσου δυνατός πειρασμός για τα κουνούπια. Και, σύμφωνα με νέα έρευνα, προκειμένου να εμποδίσουμε τα κουνούπια από το να στοχεύουν τα πλούσια σε αίμα μέρη του σώματός μας, ίσως να πρέπει να εστιάσουμε στην… ζάχαρη.
Τι ρόλο παίζει η ζάχαρη για τα κουνούπια
Είναι γνωστό ότι η ζάχαρη είναι μια σημαντική πηγή ενέργειας για τα κουνούπια. Μάλιστα, θεωρείται καλύτερη από το αίμα όσον αφορά τις οργανικές τους λειτουργίες για να πετάνε και να επιτελούν τις πιο βασικές τεχνικές επιβίωσης. Μόνο τα θηλυκά κουνούπια τρέφονται με αίμα, καθώς αυτό τους παρέχει τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται για να κάνουν αυγά.
Φυσικά, αυτή η δίψα για αίμα δημιουργεί μια φοβερή εξάπλωση ανθρώπινων ασθενειών παγκοσμίως, που οφείλεται στα τσιμπήματα των κουνουπιών. Εκατοντάδες επιστήμονες σε όλο τον κόσμο εργάζονται σκληρά για να μειώσουν την απειλή των κουνουπιών. Μια πολύ υποσχόμενη μέθοδος αφορά την εκμετάλλευση της επιθυμίας των κουνουπιών για ζάχαρη, εκτός από αίμα.
Έρευνα με βάση το κουνούπι τίγρης
Η νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό PLOS Biology, επικεντρώθηκε στο ασιατικό κουνούπι τίγρης (επιστημονική ονομασία Aedes albopictus), ένα είδος που έχει διεισδύσει σε κάθε ήπειρο, ζει σε περιοχές που κατοικούν άνθρωποι και είναι πολύ δύσκολο να κατασταλεί, καθιστώντας το ένα από τα πιο επικίνδυνα κουνούπια για μετάδοση ασθενειών, όπως ο δάγκειος πυρετός, ο κίτρινος πυρετός και ο ιός Ζίκα.
Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι αν το κουνούπι τίγρης τραφεί με ζαχαρούχο διάλυμα τότε ο οργανισμός του αντιδράει όπως και όταν τρέφεται με αίμα. Και πολύ σημαντικό είναι, ότι στη συνέχεια το κουνούπι τίγρης καθυστερεί την αναζήτησή του για αίμα ως επόμενο “γεύμα”.
Συγκεκριμένα η σίτιση με ζάχαρη προκάλεσε σε νεαρά κουνούπια τίγρης αύξηση των επιπέδων μιας πρωτεΐνης, που ονομάζεται βιτελογενίνη (vitellogenin). Η βιτελογενίνη είναι ένα σημαντικό συστατικό στην παραγωγή του κρόκου αυγού του θηλυκού κουνουπιού, ο οποίος παρέχει θρεπτικά συστατικά στα αγέννητα κουνούπια. Κανονικά, η βιτελογενίνη παράγεται κάποιοι υποδοχείς ανιχνεύουν συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά, που συλλέγουν τα κουνούπια όταν τρέφονται με αίμα.
Μέσω τεχνητής αλλαγής στα γονίδια των κουνουπιών, οι ερευνητές πέτυχαν να αναγνωρίσουν ένα συγκεκριμένο γονίδιο που σχετίζεται με τη βιτελογενίνη και το οποίο, όταν σταματάει η λειτουργία του, τότε επανέρχεται στα κουνούπια η επιθυμία τους για ανθρώπινο αίμα. Αυτό είναι ένα συναρπαστικό συμπέρασμα, καθώς μας δείχνει ότι είναι εφικτό μέσω της λειτουργίας του εν λόγω γονιδίου να μειωθεί η επιθυμία του κουνουπιού τίγρης για αίμα και, άρα, να μειωθεί και η μετάδοση θανατηφόρων ασθενειών.
Υπάρχει δουλειά να γίνει ακόμα…
Η έρευνα αυτή αποτελεί σημαντική πρόοδο στην κατανόηση των φυσιολογικών μηχανισμών που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των κουνουπιών και ειδικά του κουνουπιού τίγρης. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα δρόμος για κάποια πρακτική λύση. Όπως γνωρίζουν οι ίδιοι οι ερευνητές, η τροφοδοσία ζάχαρης στα κουνούπια δεν μπορεί από μόνη της να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος ελέγχου στον πραγματικό κόσμο.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι οι επιπτώσεις της ζάχαρης στη συμπεριφορά των κουνουπιών μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, ακόμη και μεταξύ μελών του ίδιου είδους. Παραδείγματος χάριν, ενώ η μείωση της ανθρώπινης έλξης που ισχύει για τα νεαρά κουνούπια τίγρης, όταν η ίδια μέθοδος εφαρμόστηκε σε ενήλικα κουνούπια, εκείνα εξακολουθούσαν να αναζητούν ανθρώπινο αίμα και εμφάνισαν αυξημένα αποθέματα θρεπτικών ουσιών. Αυτό δεν είναι ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Η φυσική κατάσταση ενός κουνουπιού, το πόσο καλή ήταν η διατροφή του ως προνύμφη, αν έχει ζευγαρώσει και εάν έχει προηγουμένως γεννήσει αυγά, είναι επιπλέον παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την επίδραση της ζάχαρης στη συμπεριφορά του.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίπλοκα όταν λαμβάνονται υπόψη άλλα είδη κουνουπιών. Για παράδειγμα, τα υψηλά επίπεδα βιτελογενίνης εξασθενίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα του αφρικανικού κουνουπιού το οποίο μεταδίδει την ελονοσία (επιστημονική ονομασία Anopheles gambiae). Αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο κουνούπι είναι πιο πιθανό να μεταδώσει την ασθένεια, αφού θα αναζητάει πιο έντονα να τραφεί με ανθρώπινο αίμα.