Ο Δημήτρης Κουφοντίνας εδώ και αρκετά χρόνια δεν εκφέρει ούτε το επίθετο του «Λάμπρου», όταν απευθύνεται στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο.
Η «17 Νοέμβρη» ήταν από την αρχή μέχρι και την τελική της κατάρρευση μία οργάνωση με πειθαρχία, σεβασμό στην ιεραρχία, προσήλωση, συντονισμό και ενδελεχή σχεδιασμό της κάθε κίνησης, ενώ τα μέλη της ήταν «δεμένα» και φρόντιζαν πάντοτε να «καλύπτουν το σύντροφο».
Η «αλυσίδα» -παρά το γεγονός πως είχε ως «κρίκους» τα κοινά δολοφονικά ιδεώδη- έσπασε με τη σύλληψη των μελών της και την παράδοση του «επιχειρησιακού συντονιστή», Δημήτρη Κουφοντίνα, στις αρχές στις 5 Σεπτεμβρίου 2012.
Από τότε ξεκίνησε να «σιγοκαίει» στους κόλπους της οργάνωσης μία κόντρα μεταξύ του «Λουκά» της οργάνωσης, όπως ήταν το παρατσούκλι του Κουφοντίνα, και του φερόμενου ως γενικού αρχηγού της, «Λάμπρου», όπως ήταν η ονομασία που είχε δοθεί στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, η οποία στο πέρασμα των ετών «φούντωσε» για τα καλά.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας εδώ και αρκετά χρόνια δεν εκφέρει ούτε το επίθετο του «Λάμπρου», ενώ όταν απευθύνεται στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο τον χαρακτηρίζει ως «κ. Γ.».
Η συγκεκριμένη κόντρα ξεκίνησε όταν έφτασε στην πύλη της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και είπε: «Είμαι ο Δημήτρης Κουφοντίνας και θέλω να παραδοθώ».
Εκείνη την ημέρα η ομολογία του φαίνεται πως έφερε σε δύσκολη θέση τον φερόμενο ως αρχηγό της «17 Νοέμβρη» Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Την ίδια στιγμή, ο συλληφθείς τότε Χριστόδουλος Ξηρός, από τις 29 Ιουνίου 2016, είχε κατονομάσει με την προανακριτική του κατάθεση στις αρχές τον «Λάμπρο», τον οποίο είχε αναγνωρίσει και σε φωτογραφίες, «δίνοντας» με αυτό τον τρόπο τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, ανεξάρτητα από το γεγονός πως στη συνέχεια άλλαξε στάση.
Πριν ακόμη προλάβουν να καταδικαστούν τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης δημιουργήθηκαν δύο στρατόπεδα γεμάτα μίσος και θυμό: οι αδερφοί Ξηροί προσηλώθηκαν στον Κουφοντίνα, ενώ ο Βασίλης Τζωρτζάτος πήγε κοντά στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο. Ήδη από την εποχή της δίκης υπήρχαν βίαιοι καβγάδες, ενώ η κατάσταση ξέφυγε το καλοκαίρι του 2009 όταν ένα βίαιο περιστατικό ανάγκασε τη διοίκηση των φυλακών Κορυδαλλού να χωρίσει τις ομάδες χωροταξικά.
Όλα έγιναν ένα πρωινό όταν ο Βασίλης Τζωρτζάτος, που άκουγε ραδιόφωνο με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, είπε μία κουβέντα που πείραξε τον Δημήτρη Κουφοντίνα την ώρα που εκείνος έβαζε μπουγάδα. Τότε ο «Λουκάς» και ο «Λάμπρος» πιάστηκαν στα χέρια, ενώ ο Χριστόδουλος Ξηρός έτρεξε να συνδράμει το «σύντροφό» του Κουφοντίνα, κάνοντας επίθεση με γροθιές στον Γιωτόπουλο, ενώ του δάγκωσε και το πόδι. Η «βεντέτα» των δύο άλλοτε ισχυρών ανδρών της -διψασμένης για αίμα και γοητευμένης με δολοφονίες- οργάνωσης από εκείνη την ημέρα παγιώθηκε και έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, γεγονός που ανάγκασε τη διοίκηση των φυλακών να τους χωρίσει σε δύο διαφορετικές μεριές της πτέρυγας που χωρίζονται από μία πόρτα.
«Σηκώνεται ο Τζωρτζάτος, πάει πίσω από την καλαμωτή που μας χώριζε και ακούω φωνές, χωρίς να δω ακριβώς τι συμβαίνει. Ο υπάλληλος Χόντος ήταν παρών εκεί, από την άλλη πλευρά. Δεν έδωσα πολλή σημασία γιατί νόμιζα ότι απλά λογοφέρανε. Ξαφνικά, ακούω τον Κουφοντίνα να κραυγάζει, να μου πετάει το ραδιόφωνο, προσπάθησε να πετάξει και το τραπέζι, αλλά ο φύλακας τον εμπόδισε. Νομίζω ότι ο Τζωρτζάτος είχε φύγει», είχε καταθέσει τότε για το συμβάν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Εκείνη την ημέρα Ξηρός και Κουφοντίνας αρνήθηκαν να καταθέσουν για το συμβάν.
Στις 28 Ιουλίου 2008 ο Βασίλης Τζωρτζάτος δίνει συνέντευξη στα «Νέα», με τίτλο «Αποκάλυψη Τζωρτζάτου: Ο οδηγός της “17 Νοέμβρη” κυκλοφορεί ελεύθερος». Λίγες μέρες αργότερα ο Δημήτρης Κουφοντίνας με επιστολή του στην εφημερίδα απάντησε στη συνέντευξη, για την οποία υποστήριξε πως γράφτηκε διά χειρός του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, ενώ λίγο πριν από το τέλος της ανέφερε για τον «κ. Γ.» πως «αυτήν ακριβώς την ώρα που ο κόσμος καίγεται, διαλέγει για να προβάλει τις πιο ιδιοτελείς και άθλιες σκέψεις του. Ας τραβήξει μόνος του τον κατήφορο που διάλεξε».
Το 2014 με επιστολή του από τις φυλακές ο Δημήτρης Κουφοντίνας απάντησε στην επιστολή του Βασίλη Τζωρτζάτου τον οποίο χαρακτήρισε ως φερέφωνο του Γιωτόπουλου. Ο καταδικασμένος για την υπόθεση της “17 Νοέμβρη” Τζωρτζάτος είχε γράψει για την «εικόνα κατάντιας της “17Ν”το 2002». Μάλιστα, ο Δημήτρης Κουφοντίνας ανέφερε πως οι Γιωτόπουλος και Τζωρτζάτος είχαν βάλει στο στόχαστρο το βιβλίο του.
Το 2016 ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος επανεμφανίστηκε μέσω επιστολής του στην εφημερίδα «Το Έθνος», στην οποία έκανε λόγο για πυρήνα ασύλληπτων μελών της οργάνωσης, ενώ αφήνει αιχμές για το περιβόητο 45άρι της οργάνωσης, αλλά και για ορισμένους από τους συλληφθέντες. Σε απάντησή του, με συνέντευξή του, ο Δημήτρης Κουφοντίνας, λίγους μήνες αργότερα, ανέφερε πως ο «Λάμπρος» τού προκαλεί «θλίψη και αηδία», ενώ επέστρεψε τους υπαινιγμούς του Γιωτόπουλου για συνεργασία του με τις Αρχές.
Το 2017 με νέα επιστολή του στην εφημερίδα «Το Έθνος» ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ανέφερε πως οι «Πυρήνες» πήραν χαμπάρι τον Ξηρό και τον κατήγγειλαν, ενώ υποστήριξε πως τον αντικατέστησαν στη θέση Α των φυλακών με «τον κολλητό του, τον Ντόναλτσον της “17Ν”», «φωτογραφίζοντας» τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Ντένις Ντόναλτσον ήταν στέλεχος του «IRA» και για μία 20ετία ήταν έμμισθος πράκτορας των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών, χωρίς να τον καταλάβει ποτέ κανένας.
Πέμπτη 6 Απριλίου 2006
Δύο εικοσιτετράωρα πριν την έλευση στο Όλστερ του Βρετανού πρωθυπουργού, Τόνι Μπλερ, και του Ιρλανδού ομολόγου του, Μπέρτι Αχερν, για τη διακήρυξη της ανασύστασης του τοπικού Κοινοβουλίου, του Στόρμοντ, μία δολοφονία ανατρέπει ξανά τα δεδομένα στη Βόρειο Ιρλανδία: την Τρίτη το βράδυ το πρώην ανώτερο στέλεχος του «Σιν Φέιν» (που θεωρείται πολιτική πτέρυγα του IRA) Ντένις Ντόναλντσον, βρέθηκε νεκρός. O ίδιος, το Δεκέμβρη του 2005, παραδέχτηκε ότι στρατολογήθηκε τη δεκαετία του 1980 από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Δηλαδή ήταν κατάσκοπος των Βρετανών περισσότερο από μία εικοσαετία.
Ο Ντόναλντσον άνθρωπος-κλειδί για πολλές σκοτεινές υποθέσεις της τελευταίας πενταετίας τουλάχιστον, βρέθηκε νεκρός, διάτρητος από σφαίρες και πιθανώς ακρωτηριασμένος σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα «Ιντιπέντεντ», στην κομητεία Ντουνάνγκαλ, στο Δυτικό Όλστερ, της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας.
Ο Ντόναλντσον υπήρξε επικεφαλής του γραφείου του «Σιν Φέιν» στο Στόρμοντ, μέχρι τη σύλληψή του το 2002. Τότε βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης για το υποτιθέμενο κατασκοπευτικό δίκτυο του «Σιν Φέιν». Υπόθεση που προκάλεσε την εισβολή των βρετανικών δυνάμεων στα γραφεία στο Στόρμοντ και ουσιαστικά προκάλεσε τις εξελίξεις που οδήγησαν στη διάλυση του τοπικού Κοινοβουλίου και στην τελμάτωση της ειρηνευτικής διαδικασίας. Που αναβίωσε μόνο χάρη στον IRA και στον αποχαιρετισμό στα όπλα…