Ένα γενικό lockdown, όπως αυτά που επιβλήθηκαν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, θα πρέπει να είναι το ύστατο μέτρο ως απάντηση στην αύξηση των κρουσμάτων κορωνοϊού, είπε ο επικεφαλής του ΠΟΥ Ευρώπης, Χανς Κλούγκε, σε έκτακτη τηλεδιάσκεψη με τους Υπουργούς Υγείας των χωρών της περιφέρειας, το βράδυ της Πέμπτης, με αφορμή το γεγονός πως ξεπεράστηκαν τα 10 εκατομμύρια κρούσματα.
«Γνωρίζουμε ότι τα lockdown, στο εύρος που είδαμε νωρίτερα φέτος, θα μειώσουν την μετάδοση στην κοινότητα και θα δώσουν στο σύστημα υγείας τον απαραίτητο χρόνο για να ανασυγκροτηθεί και να αναβαθμιστεί έτσι ώστε να αντεπεξέλθει στα σοβαρά περιστατικά της COVID-19 και να παρέχει απαραίτητες υπηρεσίες υγείας», ανέφερε.
Αλλά, γνωρίζουμε επίσης ότι τα πλήρη lockdown θα αυξήσουν την ζήτηση για υπηρεσίες ψυχικής φροντίδας και θα προκαλέσουν αύξηση στην βία στην οικογένεια ενώ ταυτόχρονα θα μειωθεί η νοσηλεία για χρόνιες παθήσεις, που θα έχει ως αποτέλεσμα πρόωρους θανάτους από αυτές τις παθήσεις.
Η έμμεση επίπτωση, συνέχισε, η οποία συνδέεται με την αντιμετώπιση οικονομικών δυσκολιών από πολίτες οι οποίοι θα στραφούν προς τις κοινωνικές ασφαλίσεις, ενδεχομένως να έχει ως αποτέλεσμα περαιτέρω οικονομικές επιπτώσεις και να παρατείνει το χρόνο ανάκαμψης της οικονομίας.
«Δεδομένων αυτών των πραγματικοτήτων, θεωρούμε ότι τα εθνικά lockdown αποτελούν μια ύστατη εναλλακτική γιατί παρακάμπτουν το εφικτό ακόμα ενδεχόμενο της εμπλοκής όλων σε στοιχειώδη και αποτελεσματικά μέτρα», ανέφερε.
Ο κ. Κλούγκε αναφέρθηκε στα μαθήματα από την πανδημία μέχρι σήμερα.
«Μπορούμε να αναλάβουμε δράση που κάνει τη διαφορά και σώζει ζωές διατηρώντας την ίδια ώρα τα προς το ζην (των πολιτών)», ανέφερε.
Έδωσε προβλέψεις του Ινστιτούτου Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον σύμφωνα με τις οποίες η συστηματική και γενική χρήση μασκών σε ποσοστό 95% από σήμερα μπορεί να σώσει μέχρι και 266.000 ζωές μέχρι την 1η Φεβρουαρίου στα 53 κράτη μέλη της περιφέρειας της Ευρώπης.
Τα στοιχεία, είπε, υποδηλούν επίσης ότι το να ενθαρρύνονται οι πολίτες να εργάζονται από το σπίτι όπου αυτό είναι δυνατό, ο περιορισμός μεγάλων συγκεντρώσεων ανθρώπων και το αναλογικό κλείσιμο χώρων όπου συγκεντρώνονται άνθρωποι μπορεί να βοηθήσει πολύ στη διατήρηση ζωών και βιοπορισμού.
Από την άλλη πλευρά, σημείωσε, είμαστε σίγουροι ότι τα παιδιά και οι έφηβοι δεν θεωρούνται ως κύριοι μεταδότες της COVID-19. Γι αυτό, πρόσθεσε, «το κλείσιμο των σχολείων δεν θεωρείται ως ένα αποτελεσματικό, ενιαίο μέτρο και πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί ύστατο μέτρο».
Ο κ. Κλούγκε είπε επίσης ότι δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο αντίκτυπος της κόπωσης της COVID-19 στην ευημερία των κοινοτήτων μας και την αποτελεσματικότητα των συνεχιζόμενων αντιδράσεων μας.
«Πρέπει να πετύχουμε την εμπλοκή των πολιτών για να μας βοηθήσουν να δημιουργήσουμε λύσεις», ανέφερε.
Ειδική αναφορά έκανε επίσης, μεταξύ άλλων, στην ανάγκη να τεθούν ως προτεραιότητα οι ανάγκες και η ευημερία των εργαζομένων στον τομέα της υγείας και των εργαζομένων σε απαραίτητες υπηρεσίες.