Όλοι οι ντετέκτιβ του κόσμου, όλα τα τμήματα ανθρωποκτονιών το γνωρίζουν πολύ καλά: κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει το τέλειο έγκλημα.
Αντίθετα, κάθε δολοφονία που θα γίνει, όσο καλά σχεδιασμένη και αν είναι, έχει τουλάχιστον ένα αδύνατο σημείο και αυτό είναι που μπορεί να οδηγήσει στους δράστες. Αυτή ακριβώς η βαθιά πεποίθηση κάνει τα ανεξιχνίαστα εγκλήματα να παίρνουν μυθικές διαστάσεις.
Το να κάνεις μια δολοφονία και να την σκαπουλάρεις είναι τόσο δύσκολο που εκείνοι που πραγματικά τα καταφέρνουν έχουν δημιουργήσει ιστορίες που αποτελούν την βάση για την ξεδίπλωση μιας σειράς θεωριών και σεναρίων.
Στην Ελλάδα υπάρχουν ορισμένες τέτοιες περιπτώσεις ιδιαίτερα χαρακτηριστικές. Θα μπορούσαν εύκολα να γίνουν σενάρια για μερικές (πολύ καλές) αστυνομικές ταινίες.
Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Ο δολοφόνος της Σαλαμίνας
Στις 24 Ιουλίου του 2011 ο 27χρονος αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού Γιώργος Μπάκας και 22χρονη κοπέλα του, Νατάσα Απέργη σταμάτησαν σε μια παραλία της Σαλαμίνας για να δουν το φεγγάρι μέσα από το αμάξι τους. Το επόμενο πρωί, ο άντρας βρέθηκε νεκρός μέσα στο αμάξι και το κορίτσι ήταν εξαφανισμένο.
Μέσα στην ημέρα, η λίμνη από αίματα που βρέθηκε μερικά μέτρα μακριά από το αμάξι επιβεβαιώθηκε πως άνηκε στο κορίτσι. Το μαγιό που ήταν πεταμένο δίπλα ήταν δικό της. Η Νατάσα ήταν μάλλον νεκρή και η ίδια. Που ήταν όμως το πτώμα της;
Οι αξιωματικοί της αστυνομίας δεν απέκλεισαν αυτό που όλοι σκέφτηκαν με το που έγινε γνωστή η υπόθεση: δεν αποκλείεται να υπάρχει serial killer χωρίς ιδιαίτερα κίνητρα. Το dna του δεν υπήρχε ούτε για δείγμα στο χώρο της δολοφονίας αλλά αν εμφανιζόταν ξανά θα το έκανε το λάθος: άλλωστε την πρώτη φορά είναι πάντα πολύ προσεκτικοί, στη συνέχεια γίνονται απρόσεκτοι.
Το σενάριο περί serial killer απορρίφθηκε γιατί αντίστοιχη δολοφονία δεν ξαναέγινε. Το μυστήριο παραμένει ακόμα και σήμερα. Ποιος σκότωσε το ζευγάρι; Ποια ήταν τα κίνητρα; Και γιατί εξαφανίστηκε το πτώμα της γυναίκας;
Το Smart που ανατινάχτηκε
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2014, η Τροχαία δέχτηκε μια κλήση για ένα smart που ενώ κινούνταν με κανονική ταχύτητα στην Αττική, τινάχτηκε στον αέρα. Οι αρχικές εκτιμήσεις κάνουν λόγο για δυστύχημα.
Οι αστυνομικοί λένε πως κάτι πήγε στραβά με την μηχανή του αμαξιού και αυτό ανατινάχτηκε. Μέχρι που βλέπουν ένα μικρό κρατήρα και διαπιστώνουν ότι το αμάξι αποτελούσα μια κινούμενη βόμβα. Τα σενάρια πως ο αληθινός στόχος ήταν το αεροδρόμιο δίνουν και παίρνουν.
Οι επιβάτες του αμαξιού ήταν ένας 35χρονος που σκοτώθηκε και μια 26χρονη που επιβίωσε. Οι ελπίδες για τη λύση του μυστηρίου στρέφονται σε αυτή.
Όταν η τελευταία συνέρχεται και αρχίζει να μιλάει για το νεκρό -πλέον- αγόρι της, διάφορες ενδείξεις κάνουν την εμφάνισή τους.
Ο άντρας ήταν μπλεγμένος με κυκλώματα της νύχτας. Είχε επαφές με μπράβους, με ναρκωτικά, με μαφιόζους και είχε κάνει φυλακή. Αλλά παρ’ όλα αυτά μια μικρή λεπτομέρεια έκανε κατανοητό πως η δολοφονία του έγινε… κατά λάθος. Ο «Άλεξ», όπως ήταν το παρατσούκλι του άντρα, γυρνούσε ξημερώματα σπίτι από το μαγαζί στο οποίο δούλευε ως πορτιέρης και ξυπνούσε μεσημέρι. Εκείνο το πρωί όμως όχι.
Εκείνο το πρωί σηκώθηκε νωρίτερα για να πάει την φίλη του στο αεροδρόμιο. Εκείνοι που τοποθέτησαν την βόμβα δεν περίμεναν πως το αυτοκίνητο θα χρησιμοποιηθεί πριν το μεσημέρι.
Έβαλαν την βόμβα για να ανατιναχτεί ενώ ο «Άλεξ» κοιμόταν. Για να του στείλουν κάποιο μήνυμα… Οι δράστες δεν βρέθηκαν ποτέ.
To μυστήριο του Αιγάλεω
Δεν ήταν σενάριο από ταινία αλλά αλήθεια: διαμελισμένο και μισοκαμένο πτώμα βρισκόταν σε δύο μαύρες σακούλες μέσα σε κάδο απορριμάτων στο Αιγάλεω. Οι καρποί του άντρα ήταν ακρωτηριασμένοι για να μην μπορούν να τον αναγνωρίσουν από τα αποτυπώματα.
Μιλώντας με κατοίκους κοντά στο σημείο έγινε κατανοητό μετά από μερικές μέρες πως το πτώμα άνηκε σε έναν ηλικιωμένο άντρα που είχε εξαφανιστεί μυστηριωδώς μερικές μέρες πριν. Ο δολοφονημένος ήταν ένας μοναχικός ηλικιωμένος άντρας με δυο παιδιά με τα οποία είχε ελάχιστες σχέσεις.
Όταν η αστυνομία μπήκε στο σπίτι του αντιλήφθηκε πως υπήρχε μια πρωτοφανής, ύποπτη καθαριότητα. Μέσα στην απόλυτη καθαριότητα έψαχναν για τρεις μέρες προκειμένου να βρουν ίχνη dna, αίματος και αποτυπώματα. Τελικά βρήκαν ένα ρίνισμα σάρκας κολλημένο στο κάγκελο του κρεβατιού που ήταν από το θύμα. Οι αστυνομικοί των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων επιβεβαίωσαν μέσω μιας ειδικής μεθόδου πως το σπίτι ήταν γεμάτο αίματα που είχαν καθαριστεί.
Ο δολοφόνος τεμάχισε τον ηλικιωμένο και στη συνέχεια καθάρισε όλο το σπίτι με χλωρίνη και άλλα χημικά. Το αίμα, έφυγε όμως κάποια σημεία και οι αρμοί ήταν γεμάτοι ειδικά συστατικά του αίματος. Ο δολοφόνος δεν βρέθηκε ποτέ.
Τα πτώματα στα πηγάδια
Στις 4 Δεκεμβρίου του 2008 τέσσερις κακοποιοί, φορώντας κουκούλες, γάντια και κάλτσες στα πόδια, μπούκαραν στην πολυτελή βίλα της οικογένειας Γερασιμοπούλου στη Βάρκιζα. Αν και η μέθοδός τους έμοιαζε επαγγελματική και η προσοχή στην εμφάνισή τους ήταν χαρακτηριστική, οι ίδιοι φέρονται εντελώς «αντιεπαγγελματικά».
Χωρίς κανένα λόγο γρονθοκοπούν τη 45χρονη σύζυγο του γιατρού Γερασιμόπουλου, που εκείνη την ώρα λείπει από το σπίτι, χτυπούν το 9χρονο και το 11χρονο παιδί της και ζητάνε επίμονα χρήματα και κοσμήματα, αν και γνωρίζουν εξ’ αρχής που βρίσκονται. Μετά τους δένουν, τους φιμώνουν και τους κλειδώνουν σε ένα μικρό δωμάτιο. Πάνε στην κουζίνα όπου και πίνουν ένα μπουκάλι ουίσκι και τρώνε γλυκά.
Μια ώρα αργότερα επιστρέφει στην έπαυλη ο γιατρός. Οι κακοποιοί πέφτουν πάνω του και με γροθιές και κλωτσιές τον ακινητοποιούν. Τον απαγάγουν, καίνε τα δυο αυτοκίνητα της οικογένειας και ο γιατρός αγνοείται από τότε.
Δεν βρίσκεται καν το πτώμα του. Η αστυνομία ξεκινάει έρευνες: αν και δεν μπορούν να ξέρουν τι κρύβεται πίσω από αυτή την επίθεση μπορούν να υποθέσουν πως ο γιατρός είναι μάλλον νεκρός.
Οι αστυνομικοί ψάχνουν ένα προς ένα τα πηγάδια της περιοχής για να βρουν το σώμα του και πέφτουν πάνω σε μια άλλη υπόθεση: τέσσερα άλλα, άγνωστα πτώματα βρίσκονται στα πηγάδια! Συνδέονται οι δυο υποθέσεις; Ποια ακριβώς ήταν τα κίνητρα των κακοποιών;
Ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα! Και ίσως παραμείνουν για πάντα…