Σχεδόν όλα τα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης ασχολούνται τακτικά με το ζήτημα της απόλυτης ηγεμονίας του αμερικανικού δολαρίου, σε συνδυασμό με υπεραισιόδοξες ίσως προβλέψεις για την επικείμενη παρακμή του. Παράλληλα στις εθνικιστικές παρατάξεις παρατηρείται μία ανάλογη συμπεριφορά που εκφράζει τις προσδοκίες για την συρρίκνωση της ισχύος του, με την λήξη της αμερικανικής αυτοκρατορικής κυριαρχίας και την ανάδυση του πολυπολικού κόσμου.
Το εσώτερο πρόβλημα ενός εθνικού νομίσματος που ταυτόχρονα επιλέγεται από το διεθνές νομισματικό σύστημα για να αποτελέσει το νόμισμα των συναλλαγματικών αποθεμάτων ανά την υδρόγειο αφορά τα ελλείμματα. Η χώρα που εφοδιάζει τον κόσμο με το συγκεκριμένο αποθεματικό νόμισμα, υποχρεούται να δημιουργεί συνεχώς πλεόνασμα χρήματος, με συνέπεια να προκαλεί ταυτόχρονα ελλείμματα στο εμπορικό της ισοζύγιο. Πρόκειται για το δίλημμα που διατυπώνει ο Βελγοαμερικανός οικονομολόγος Robert Triffin το 1960, όταν προβαίνει σε πένθιμες προειδοποιήσεις για επικείμενες σοβαρές απειλές κατά του αμερικανικού δολαρίου.
Οπωσδήποτε το δίλημμα που φέρει το όνομα του συγκεκριμένου οικονομολόγου συνιστά ένα καίριο πρόβλημα για το αμερικανικό δολάριο από την στιγμή που δεσμεύεται τότε με την ρήτρα χρυσού. Όμως σταδιακά αναπτύσσεται μία κατάσταση, όπου οι χώρες αυξάνουν συνεχώς τα συναλλαγματικά τους αποθέματα στο αμερικανικό νόμισμα, το οποίο όμως δεν καλύπτεται από τα αποθέματα των ΗΠΑ σε χρυσό. Επαπειλείται μία εξέλιξη ανάλογη με την κατάρρευση που προκαλεί στο τραπεζικό σύστημα η απότομη μαζική φυγή των καταθέσεων, από την στιγμή που ολόκληρο το νομισματικό σύστημα κινδυνεύει με ενδόρρηξη, εάν οι ΗΠΑ απωλέσουν την δυνατότητα να καλύψουν τα δολάρια που κυκλοφορούν σε τρίτες χώρες με χρυσό.
Η επίσημη ιστορία αποδέχεται πως το πρόβλημα επιλύεται τον Νοέμβριο του 1971, από την κυβέρνηση του Richard Nixon που αποφασίζει να εγκαταλείψει το διεθνές σύστημα ασφαλείας του Bretton Woods, αποσυνδέοντας το αμερικανικό δολάριο από την ρήτρα του χρυσού. Όμως την συγκεκριμένη εποχή οι ιδιωτικές τράπεζες έχουν ήδη εγκαταλείψει την μετατρεψιμότητα του αμερικανικού νομίσματος σε χρυσό και εντελώς αθόρυβα υιοθετούν έναν νέο μηχανισμό συναλλαγών, εντελώς ανεξάρτητο από τα οποιαδήποτε συναλλαγματικά αποθέματα ή το πραγματικό χρήμα.
Πρόκειται για ένα καινοτόμο εξωχώριο οικονομικό σύστημα που δεν ελέγχεται από τις κεντρικές τράπεζες, συνιστώντας τον μηχανισμό του ευρωδολαρίου. Το πρώτο συνθετικό (Ευρώ) αποτελεί ουσιαστικά συνώνυμο του εξωχώριου (offshore) και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα, οπότε το σύστημα του ευρωδολαρίου συνιστά σκοτεινό εξωχώριο χρήμα που αποτιμάται σε αμερικανικά δολάρια.
Ουδείς γνωρίζει με ακρίβεια το πώς και πότε αναδύεται ο μηχανισμός του ευρωδολαρίου, αλλά κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1950, παρατηρείται μία τεράστια αύξηση των καταθέσεων σε αμερικανικά δολάρια σε τράπεζες της Ευρώπης και ειδικά στο διαβόητο City του Λονδίνου. Με βάση την προπολεμική πρακτική, οι συγκεκριμένες καταθέσεις οφείλουν να υπαχθούν στην δικαιοδοσία της κεντρικής τράπεζας ή να μεταφερθούν σε λογαριασμούς των τραπεζών που τις δέχονται στις ΗΠΑ, αλλά σταδιακά οι συγκεκριμένες καταθέσεις αξιοποιούνται για την υποστήριξη χορηγήσεων αποτιμημένων στο αμερικανικό νόμισμα.
Κατά το 1959 ο οικονομολόγος Paul Einzig παρατηρεί πως η αγορά του ευρωδολαρίου παραμένει επί σειράν ετών αθέατη για τους οικονομολόγους, τους χρηματοοικονομικούς αναλυτές και τους οικονομικούς δημοσιογράφους, χάρη στην εξύφανση μίας απίστευτης συνωμοσίας σιωπής. Μάλιστα αποκαλύπτει πως την εντοπίζει εντελώς τυχαία τον Οκτώβριο του 1959, όταν πραγματοποιεί μία έρευνα στους τραπεζικούς κύκλους του Λονδίνου, κατά την διάρκεια της οποίας οι περισσότεροι τραπεζίτες του συνιστούν να αποφύγει κάθε αναφορά στην ύπαρξη του νέου μηχανισμού.
Ο οικονομικός στόχος της Βρετανίας εκείνη την περίοδο εστιάζεται στην μετατροπή του Λονδίνου στο χρηματοοικονομικό κέντρο των αγορών, δεδομένο που ανακλάται στην σταδιακή απορρύθμιση και στην εισαγωγή νέων μέτρων προστασίας της μυστικότητας και του απορρήτου. Οι συγκεκριμένες ενέργειες παρέχουν στην βρετανική πρωτεύουσα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων χωρών της Ευρώπης και μαζί με το δίκτυο των εξωχώριων τραπεζών των πρώην αποικιών, τοποθετούν την Βρετανία στο επίκεντρο του νέου αναδυόμενου συστήματος.
Μάλιστα από την εποχή της εκλογής της συντηρητικής κυβέρνησης της Margaret Thatcher το 1979, η Βρετανία υφίσταται ένα τεράστιο πείραμα και οικονομικά μετατρέπεται στο υπόδειγμα του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη. Πολιτικά, η χώρα διανύει αθόρυβα ένα στάδιο μετάβασης σε μεταεθνικό κράτος, πραγματοποιώντας την μεγαλύτερη δημογραφική μεταμόρφωση στον δυτικό κόσμο. Η έκρηξη της αγοράς του ευρωδολαρίου, την μετατρέπει ταχύτατα στον αιμοδότη της διεθνούς οικονομίας, καλύπτοντας την ανάγκη των τραπεζών για ένα διεθνές νομισματικό σύστημα.
Οι τράπεζες αποκτούν πλέον την δυνατότητα να πραγματοποιούν ταχύτατα και αποτελεσματικότατα συναλλαγές μεταξύ χωρών και ηπείρων, χωρίς να έχουν την ανάγκη ενός φυσικού νομίσματος, με την νέα καινοτομία να πυροδοτεί μία ευρεία επέκταση των οικονομικών δραστηριοτήτων. Στην πραγματικότητα το σύστημα του ευρωδολλαρίου λειτουργεί με την μορφή ενός πρώϊμου κρυπτονομίσματος, υπάρχοντας μόνον στις ψηφιακές εγγραφές και στα δίκτυα των ψηφιακών διατραπεζικών συναλλαγών, όπως το SWIFT, χωρίς να συγκρίνεται με τα παραδοσιακά νομίσματα.
Ο κινητήριος μοχλός της διεθνούς οικονομίας αποδεικνύεται τελικά πως βασίζεται σε ένα εικονικό νόμισμα των τραπεζιτών, που δημιουργείται και αξιοποιείται για να ικανοποιεί τις ανάγκες των τραπεζών, ήτοι μία σειρά απαιτήσεων και υποχρεώσεων μεταξύ τους, με στόχο να καλύπτουν τις νομισματικές τους ανάγκες. Αρκεί κανείς να αναλογισθεί πως διαθέτει την δυνατότητα σε μία ξένη χώρα να προχωρεί σε ανάληψη μετρητών από μία αυτόματη ταμειακή μηχανή, με χρέωση του τοπικού τραπεζικού του καταστήματος, οπότε και να αντιληφθεί το μέγεθος ενός περίπλοκου και εξαιρετικά αποτελεσματικού συστήματος ψηφιακών επικοινωνιών που συνδέει ολόκληρο το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα.
Το ευρωδολάριο συνιστά την απαρχή της ανάδυσης του συγκεκριμένου συστήματος και αντίθετα με όσα πιστεύονται, οι κεντρικές τράπεζες δεν διαθέτουν τα μέσα για να το ελέγξουν. Αν και κάποιοι τρομολάγνοι νεοφιλελεύθεροι καταγγέλλουν ασύστολα τις κεντρικές τράπεζες και ειδικά την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) πως τυπώνουν συνεχώς χρήμα, αδιαφορώντας για τους κινδύνους, στην πραγματικότητα οι διεθνείς τραπεζίτες, αποτελούν τους βασικούς ενόχους.
Οι μεγάλοι εμπορικοί τραπεζικοί όμιλοι δημιουργούν συνεχώς ευρωδολάρια, αξιοποιώντας το ιδιόμορφο εξωχώριο σύστημα που έχουν συστήσει, χωρίς να υποστηρίζονται από την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED). Η συγκεκριμμένη διαδικασία πραγματοποιείται μέσω κατατμημένου δανεισμού (fractional lending), όπου οι καταθέσεις σε αμερικανικά δολάρια χρησιμοποιούνται με μορφή εγγυήσεων για χορηγήσεις πολλαπλάσιας αξίας.
Πηγή: slpress.gr
Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΑΥΡΟΙ ΕΜΕΤΟΙ