«Η κατάσταση αυτή ήρθε για να μείνει» εκτιμά για την απόφαση του Ερντογάν να μετατρέψει σε τζαμί την Αγία Σοφία ο καθηγητής και Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνος Φίλης.
Ο Κωνσταντίνος Φίλης, που πρόσφατα εξέδωσε το βιβλίο «Η Ελλάδα στη γειτονιά της», αναλύει τις πιθανότητες αντίδρασης της διεθνούς κοινότητας για την πρόκληση Ερντογάν, εξηγεί πώς και προς ποια κατεύθυνση θα επηρεάσει τον ευρωτουρκικό και ελληνοτουρκικό διάλογο, αλλά αν και σε τι βαθμό θα επηρεάσει η εξέλιξη με την Αγία Σοφία ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο.
«Η Ελλάδα δεν πρέπει να επιτρέψει τη διακοπή της επικοινωνίας (σσ: με την Τουρκία), εξαιτίας αυτής της ενέργειας», επισημαίνει με νόημα, μεταξύ των άλλων, ενώ κάνει ειδική αναφορά στο ενδεχόμενο συμφωνίας της Αθήνας με την Αίγυπτο στην οριοθέτηση ΑΟΖ, αναρωτώμενος πώς θα αντιδράσει η Άγκυρα σε μια τέτοια περίπτωση.
-Εκτιμάτε πως μπορεί να αποτραπεί η απόφαση του Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί; Οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας μέχρι πού μπορεί να φτάσουν;
-Η κατάσταση αυτή ήρθε για να μείνει. Αν και είναι νωρίς, η σχεδόν αφωνία των κεμαλικών δυνάμεων ή τελοσπάντων η δυσκολία τους να αντιπαρατεθούν πολιτικά με τον τούρκο πρόεδρο, παρά το γεγονός ότι η πράξη του «ακυρώνει» τον Κεμάλ, είναι ενδεικτική του τι θα ακολουθήσει.
Ας περιμένουμε να δούμε και την τοποθέτηση Ιμάμογλου (ο οποίος μάλλον δεν θα δυσαρεστήσει τους συμπατριώτες του), αλλά οι πιθανότητες αντιστροφής της απόφασης Ερντογάν στο ορατό μέλλον μοιάζει σχεδόν αδύνατη. Άλλωστε, πέραν της εσωτερικής διάστασης (φθίνουσα πορεία οικονομίας, αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης, προσεταιρισμός πλέον θρησκευόμενων και εθνικιστικών στρωμάτων της τουρκικής κοινωνίας), υπάρχει και μία ισχυρή εξωτερική: η Κωνσταντινούπολη να εξελιχθεί σε παγκόσμιο σημείο αναφοράς και πόλο έλξης για το σουνιτικό Ισλάμ.
Ως προς τις διεθνείς αντιδράσεις, για την ώρα είναι χλιαρές, αλλά δεν αποκλείεται αργότερα να κλιμακωθούν. Η δήλωση του εκπροσώπου του προέδρου Πούτιν, ότι η απόφαση αποτελεί εσωτερικό ζήτημα της Τουρκίας, είναι αξιοπρόσεκτη, αν και η ρωσική εκκλησία και γενικότερα το ορθόδοξο στοιχείο της Ρωσίας, ενδεχομένως να υποχρεώσουν το Κρεμλίνο σε αναδίπλωση. Στις ΗΠΑ οι ευαγγελιστές χριστιανοί, που αποτελούν τον πυρήνα των ψηφοφόρων του Τραμπ, και οι οποίοι είναι ευαίσθητοι σε τέτοια θέματα, λογικά θα ωθήσουν τον αμερικανό πρόεδρο να πάρει θέση (ιδίως πλησιάζοντας στις εκλογές του Νοεμβρίου).
Μη ξεχνάμε ότι η μόνη φορά που επέβαλε κυρώσεις στον Ερντογάν ήταν για την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον. Βέβαια, μετά τις αποκαλύψεις στο βιβλίο Μπόλτον, όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά. Η δε ΕΕ είναι κατακερματισμένη ως προς τη θέση που πρέπει να λάβει απέναντι στην Τουρκία (όχι για την Αγία Σοφία αλλά συνολικά), ενώ ετοιμάζεται για μία εφ’όλης της ύλης διαπραγμάτευση μαζί της. Ήρθε όμως η ώρα να γίνει συνείδηση στους ευρωπαίους εταίρους μας, ότι ένας διάλογος χωρίς προϋποθέσεις, μόνο δηλαδή επί τη βάσει των συμφερόντων, με μία χώρα που συστηματικά παραβιάζει συνθήκες και δίκαιο, είναι καταδικασμένος σε αποτυχία ή η όποια συμφωνία δεν θα αντέξει στον χρόνο.
-Σε τι βαθμό θα επηρεάσει τον ευρωτουρκικό διάλογο; Και κυρίως, μπορεί να διεξαχθεί μετά την απόφαση ελληνοτουρκικός διάλογος;
-Η ευρωτουρκική διαπραγμάτευση, αυτή μόνο εύκολη δεν θα είναι. Η επικαιροποίηση της Κοινής Δήλωσης του Μαρτίου του 2016 για το προσφυγομεταναστευτικό φαίνεται πως θα βρεθεί στο επίκεντρο των συνομιλιών. Η Τουρκία, βέβαια, έχει διευρυμένη ατζέντα, που ακουμπά τη Συρία (ανθρωπιστική ζώνη νομιμοποίησης της τουρκικής εισβολής), πέρα από τις απαιτήσεις για αύξηση της χρηματοδότησης.
Επίσης, η απελευθέρωση των θεωρήσεων βίζας για τους τούρκους πολίτες και η ανανέωση της Τελωνειακής Σύνδεσης είναι στις προτεραιότητες της Άγκυρας. Για την ΕΕ, η οποία αναζητάει φύλλο συκής και ως προς την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, οι βελτιώσεις στην τουρκική νομοθεσία σχετικά με το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι προαπαιτούμενο.
Όμως, εξίσου, παρατηρούμε την Τουρκία -μέσω επίσημων δηλώσεων- να προσπαθεί να διαπραγματευτεί τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, συνδέοντας τες με ένα αμοιβαίο μορατόριουμ ενεργειών, ειδικότερα στο ενεργειακό πεδίο. Ο κίνδυνος εδώ είναι, εκμεταλλευόμενη την πρόθεση των ευρωπαίων και δη των γερμανών να αποφύγουν τη διαχείριση κρίσεων ή/και επεισοδίων στην περιοχή, να τους πείσει για την ανάγκη άμεσου «παγώματος» του χρόνου με την επικράτηση μίας χαλαρής φόρμουλας συζήτησης/διαβούλευσης.
Έτσι, η Άγκυρα θα προσπαθήσει να αποφύγει την άσκηση πίεσης εκ μέρους της ΕΕ σχετικά με τις προκλητικές ενέργειες της σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο αλλά και την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήδη από τον Μάιο του 2019, όπως πλέον και με την Αγία Σοφία. Εξίσου, η Τουρκία αναζητά ερείσματα εντός της ΕΕ ώστε να «σπάσει» το κοινό ευρωπαϊκό μέτωπο σε βάρος της, στοχεύοντας στην Ιταλία, η οποία είναι κρίσιμος παράγοντας για τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Σκοπός της Τουρκίας είναι να εδραιωθεί/νομιμοποιηθεί η κυβέρνηση Σάρατζ στη Λιβύη ώστε να εμπεδωθεί και το τουρκολιβυκό σύμφωνο, χωρίς συνέπειες για την παραβίαση από μεριάς της του εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ασφαλώς και επιβαρύνονται από τη μεταβολή του νομικού στάτους της Αγίας Σοφίας. Όπως, επίσης, τροφοδοτείται ο θρησκευτικός φανατισμός και η μισαλλοδοξία, σε μία κρίσιμη καμπή για τις σχέσεις των παγκόσμιων πολιτισμών και θρησκειών.
Όμως, η Ελλάδα δεν πρέπει να επιτρέψει τη διακοπή της επικοινωνίας, εξαιτίας αυτής της ενέργειας. Τόσο γιατί δεν πρέπει να πέσουμε στην παγίδα να χρεωθούμε την απροθυμία διαλόγου (ενώ έχουμε το προφίλ του πυλώνα σταθερότητας και επιζητούμε διευθέτηση των εκκρεμοτήτων μας), ο οποίος, πάντως, δεν μπορεί να ξεκινήσει υπό τις παρούσες συνθήκες, όσο και επειδή το κλείσιμο των καναλιών επικοινωνίας ιδίως σήμερα θα είναι μία κακή εξέλιξη- αν τους χρειαστούμε σε τακτικό επίπεδο για την αποσόβηση μίας κρίσης δεν θα τους έχουμε. Αρκεί, βέβαια, να είμαστε συνειδητοποιημένοι για τη χώρα που έχουμε δίπλα και απέναντι μας, και η οποία συνεχώς αποκλίνει και παρεκκλίνει από τη Δύση και το σύστημα αξιών της -αν ποτέ στα αλήθεια είχε θελήσει να υιοθετήσει έστω και μέρος αυτού.
-Εκτιμάτε πως η προσπάθεια διαλόγου από Βερολίνο και Βρυξέλλες είναι ικανή να αποτρέψει την έξοδο τουρκικού γεωτρύπανου και κατ΄επέκταση ένα θερμό επεισόδιο Ελλάδας-Τουρκίας; Ή είναι σχεδόν αναπόφευκτο και θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για αυτό;
-Ασφαλώς και δεν είναι αναπόφευκτο. Και αυτό, γιατί η αμετροέπεια της γείτονος αφύπνισε ορισμένους εκ των εταίρων μας, ενώ η ξεκάθαρη στάση της ελληνικής πλευράς για τις συνέπειες σε περίπτωση περιφρόνησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων (όπως αυτά ορίζονται από την UNCLOSτου 1982) και διεξαγωγής σεισμικών ερευνών ή στο μέλλον γεωτρήσεων, έχουν για την ώρα απομακρύνει αυτό το ενδεχόμενο.
Εξίσου, η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος κλονίζοντας έτι περαιτέρω τη θέση της Τουρκίας στο δυτικό γίγνεσθαι, δυσκολεύει την εμπλοκή της τελευταίας σε περιπέτειες στην Ανατολική Μεσόγειο. Φαίνεται, μάλιστα, να μην έχει ωριμάσει και στο μυαλό της τουρκικής ηγεσίας η ιδέα της ανάληψης ενός τέτοιου ρίσκου.
Ακόμη και ο αμερικανικός παράγοντας, που τελεί σε σύγχυση και εισέρχεται σε φάση εσωστρέφειας λόγω των επικείμενων εκλογών, αντιλαμβάνεται τον οδυνηρό αντίκτυπο για τα αμερικανικά συμφέροντα, σε περίπτωση σύγκρουσης δύο νατοϊκων εταίρων. Αυτό επ’ ουδενί δεν σημαίνει επ’ ότι ένα κράτος που αισθάνεται αυτοπεποίθηση και ξεδιπλώνει την ατζέντα του χωρίς ιδιαίτερα προσκόμματα, δεν φλερτάρει με την ιδέα να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα. Έχει, εξάλλου, ήδη παράξει τετελεσμένα με το τουρκολιβυκό σύμφωνο, θεωρώντας ότι είναι σε θέση ισχύος στην παρούσα φάση.
Έτσι, θα πρέπει η Αθήνα να διασφαλίσει, μέσω των συμμάχων της ή τουλάχιστον των πιο πρόθυμων, την αύξηση της πίεσης και του κόστους προς την Άγκυρα, ώστε η τελευταία να προσμετρήσει πριν κάνει τις τελικές της επιλογές τον αντίκτυπο αυτών. Έχει, έτσι και αλλιώς, υπερβεί τα εσκαμμένα, προκρίνοντας τώρα τον διάλογο (και) με την Ελλάδα. Άραγε, αν η Αθήνα συμφωνήσει με το Κάιρο στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, η Άγκυρα θα είναι ακόμη «διαθέσιμη» και διατεθειμένη για διαβουλεύσεις ή θα φέρει βαρέως αυτή την εξέλιξη; Αναντίρρητα, πάντως, σε ένα τέτοιο -πλέον αρκετά πιθανό- σενάριο (της συμφωνίας με το Κάιρο), η Ελλάδα θα έχει καταφέρει να διεμβολίσει τη συμφωνία Τουρκίας-κυβέρνησης της Τρίπολης.