Δικογραφία – μαμούθ για διασυνοριακή απάτη με απώλεια εσόδων ΦΠΑ για το ελληνικό δημόσιο άνω των 10 εκατ. ευρώ, έχει στα χέρια της η ελληνική Δικαιοσύνη. Έπειτα από ενδελεχή έρευνα της αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και της οικονομικής αστυνομίας στο φως ήρθε ένα απίστευτο δίκτυο εικονικών εταιρειών που «εμπορεύονταν» ηλεκτρονικό και τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό, αρώματα, καλλυντικά, ρολόγια, επαγγελματικά ηλεκτρικά οχήματα, είδη επαγγελματικής και οικιακής χρήσης, κ.ά με μόνο σκοπό «την έκδοση εικονικών τιμολογίων».
Τα έσοδα από την παράνομη δράση της «εγκληματικής οργάνωσης» ζαλίζουν και σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας για να ξεπλυθούν επενδύονταν σε πολυτελή οχήματα, όπως Porsche και Jaguar, αγορά ακινήτων και πλούσιες διακοπές.
Στον μακρύ κατάλογο των αδικημάτων που έχουν απαγγελθεί στους κατηγορούμενους από την ευρωπαϊκή εισαγγελία περιλαμβάνονται κατά περίπτωση αδικήματα, όπως εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία σε βάρος του δημοσίου, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, κ.ά.
Στη συνέχεια, η εν λόγω εταιρεία «μεθοδευμένα» εμφανίζεται «να προωθεί σε συνεργασία και πάλι με τρίτες ημεδαπές εταιρείες τα προϊόντα είτε στον τελικό καταναλωτή, χωρίς να αποδοθεί και πάλι ο αναλογών ΦΠΑ, είτε πραγματοποιεί εξαγωγές σε χώρες της ΕΕ (ενδοκοινοτικές παραδόσεις) αιτούμενες (οι τρίτες ημεδαπές εταιρείες) ακολούθως την επιστροφή Φ.Π.Α». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη δικογραφία «όλες οι ανωτέρω συναλλαγές λαμβάνουν χώρα μέσω διαδοχικών πωλήσεων για τις οποίες υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις τυπολογίας περίπτωσης με χαρακτηριστικά κυκλώματος εικονικών συναλλαγών (μορφή κυκλώματος carousel και απάτη τύπου «εξαφανισμένου εμπόρου».
Σύμφωνα με τη δικογραφία τουλάχιστον τρεις εκ των κατηγορουμένων είχαν αρχηγικό ρόλο στην εγκληματική οργάνωση, η δράση της οποίας εντοπίζεται από τις αρχές Μαρτίου του 2019. Ανάμεσά τους και ο «εκπρόσωπος» της μονοπρόσωπης Ε.Π.Ε στην οποία κατέληγαν όλα τα παράνομα έσοδα. Η συγκεκριμένη εταιρεία, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «αφού αναμίγνυε τα προϊόντα της με λοιπές αγορές του εσωτερικού, τα διακινούσε και πάλι μέσω δικτύου είτε εξαφανισμένων νομικών οντοτήτων είτε τα επαναπροωθούσε στο εξωτερικό μέσω λοιπών εταιρειών του κυκλώματος, με τη μορφή ενδοκοινοτικών παραδόσεων, αιτούμενες οι τελευταίες την επιστροφή ΦΠΑ».
Κάτω από τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης δρούσαν τουλάχιστον δυο υποομάδες και είναι ενδεικτικό ότι στη μια από αυτές «χρεώνεται» η σύσταση 430 τουλάχιστον εικονικών οντοτήτων με νομιμοφανή λειτουργία. Η δράση, δε, του κυκλώματος εκτείνεται σε Ελλάδα, Σλοβακία και Κύπρο, ενώ στο πλαίσιο των ερευνών που προηγήθηκαν άνοιξαν 230 τραπεζικοί λογαριασμοί και δεσμεύθηκαν περιουσιακά στοιχεία των εμπλεκομένων.
«Συνολικά μέσω των εταιρικών σχηματισμών που δημιούργησαν τα μέλη της οργάνωσης κατά το διάστημα από το 2019 έως και τις 30/4/2024, αποσκοπώντας στην αύξηση του ενεργητικού της περιουσίας τους, δηλώθηκαν ανύπαρκτες συναλλαγές, με την έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων καθαρής αξίας 153.973.603, 47 ευρώ και Φ.Π.Α. ποσού 26.020.324,03 ευρώ (…) Παράλληλα δε, υποβλήθηκαν αιτήσεις επιστροφής πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. συνολικού ποσού 5.479.813, 03 ευρώ για αγαθά για τα οποία σε κανένα από τα προηγούμενα στάδια της αλυσίδας αγοραπωλησιών δεν αποδόθηκε ο Φ.Π.Α. εκροών» αναφέρεται χαρακτηριστικά στο διαβιβαστικό έγγραφο της αστυνομίας.
Ξέπλυμα με Jaguar και πολυτελή ταξίδια
Στο ίδιο έγγραφο περιγράφεται, όμως, και ο τρόπος που μερίδα εκ των κατηγορουμένων επιχειρούσε να «νομιμοποιήσει» τα παράνομα κέρδη. Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά εμπλεκόμενοι στην υπόθεση ξέπλεναν το μαύρο χρήμα με επενδύσεις σε αγορές ακινήτων, με ταξίδια σε πολυτελείς προορισμούς, ακριβά αυτοκίνητα αλλά και αναλήψεις μετρητών «προκειμένου να καταστήσουν δυσχερή την περαιτέρω διάθεση των χρημάτων».
Ενδεικτικά αναφέρεται πως από λογαριασμό μιας εκ των πολυάριθμων εταιρειών εντοπίστηκαν «61 συναλλαγές ανάληψης μετρητών συνολικού ποσού 825.000, 00 ευρώ» μέσα σε διάστημα μόλις τριών μηνών. Ακόμη κατηγορούμενοι στην υπόθεση εμφανίζονται να προχωρούν είτε στην αγορά πολυτελών οχημάτων είτε στη σύναψη συμφωνητικών μακροχρόνιας μίσθωσης τους. Πρόκειται για ένα ηλεκτροκίνητο όχημα μάρκας Mercedes που αγοράστηκε το 2022 αξίας 55.980, 00 ευρώ, οχήματα Land Rover αλλά και μια Jaguar F- Pace που φέρεται να οδηγούσε ο εκπρόσωπος της μονοπρόσωπης ΕΠΕ που καρπώνονταν τα μεγάλα «κέρδη» από τις παράνομες συναλλαγές του δικτύου. Μάλιστα για το ίδιο πρόσωπο αναφέρεται πως το 2022 προχώρησε στην αγορά ακινήτου στα νότια προάστια της Αθήνας 300 τ.μ. «έναντι τιμήματος 320.000 ευρώ, νομιμοποιώντας έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες».
Ακόμη τα συμφωνητικά μίσθωσης οχημάτων περιελάμβαναν μια Porsche Macan GTS, μια Porsche Carrera, Alfa Romeo, κ.ά οχήματα. Τέλος, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά τα χρήματα από την απόδοση του Φ.Π.Α. διοχετεύονταν και για την αγορά πολυτελών αγαθών και πανάκριβων διακοπών. Ενδεικτικά αρκεί να αναφερθεί πως από λογαριασμό ερευνώμενης εταιρείας «πραγματοποιούνται χρεώσεις για πολυτελή αγαθά και υπηρεσίες π.χ. ποσού 73.524, 20 ευρώ μέσω 320 συναλλαγών αγοράς με χρήση χρεωστικής κάρτας που τεκμαίρεται ότι αφορούσαν στην πληρωμή αεροπορικών εισιτηρίων, πληρωμές σε καταστήματα και ξενοδοχεία στην Τουρκία, πληρωμές στο «Costa Navarino», πληρωμές σε επώνυμα καταστήματα και ξενοδοχείο στην Αυστρία».
«Οι εντολείς μου πέρασαν μία πολύωρη ανακριτική διαδικασία, από την οποία και αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους» αναφέρει ο δικηγόρος δυο εκ των κατηγορουμένων Κωνσταντίνος Γώγος και προσθέτει: «Το πρώτο στάδιο της ανακριτικής διαδικασίας, ήτοι οι απολογίες των συλληφθέντων έχει ολοκληρωθεί. Ωστόσο, η ανάκριση σε καμία περίπτωση δεν έχει περατωθεί αφού υπάρχουν πολλά πρόσωπα που φέρονται ως εμπλεκόμενα και θα πρέπει να κληθούν για να απολογηθούν. Επομένως, θα χρειαστεί σίγουρα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να συγκεντρωθεί το σύνολο του ανακριτικού υλικού μέχρι η δικογραφία να επιστρέψει στην εισαγγελία για πιθανή παραπομπή. Σαφώς και είμαστε ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα της ανάκρισης, αφού οι εντολείς μου απάντησαν με απόλυτη ειλικρίνεια και κρίθηκε ήδη η μη προφυλάκισή τους».