«Ένα ακραίο φαινόμενο συνιστούν τα πρωτοφανή ύψη βροχοπτώσεων στον ευρύτερο χώρο της ανατολικής Θεσσαλίας», αναφέρει ο καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμης Λέκκας. Όπως τονίζει, ειδικά στο Πήλιο, καταγράφηκε μέσα σε περιορισμένο χρονικό διάστημα πάνω από 500mm ύψος βροχής με εξαιρετικά μεγάλη ραγδαιότητα.
«Το μέγεθος της βροχόπτωσης παρ’ ότι πρωτοφανές, δικαιολογείται απόλυτα με βάση τα νέα δεδομένα της κλιματικής κρίσης αφενός, και αφετέρου λόγω της γειτνίασης με τη θάλασσα και της εγκάρσιας επιμήκους διάταξης του Πηλίου προς το μέτωπο της κίνησης του συστήματος», σημειώνει και προσθέτει ότι «παρά το γεγονός ότι ο κίνδυνος ήταν εξαιρετικά υψηλός και ακραίος, εντούτοις η πρώτη εικόνα από τις επιπτώσεις στις υποδομές στην περιοχή του Πηλίου, είναι θετική».
Ο κ. Λέκκας τονίζει ότι «οι υποδομές στον ορεινό όγκο του Πηλίου είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές σε αντίστοιχα καιρικά φαινόμενα, δεδομένου ότι μετά τις βροχοπτώσεις του 2017 και τις καταστροφές που προκλήθηκαν, έγινε από την Περιφέρεια Θεσσαλίας μία συστηματική προσπάθεια για την κατασκευή των υποδομών με βάση νέα δεδομένα, που συνέβαλε στην αυξημένη ανθεκτικότητα των έργων».
Παράλληλα υπογραμμίζει ότι «εξαιρετικά απροσδιόριστος παράγοντας στον πλημμυρικό κίνδυνο ωστόσο παραμένει το ποσοστό της στερεοπαροχής, δηλαδή η ποσότητα των φερτών υλικών που παρασύρονται από τη βροχή και τα ορμητικά νερά, η οποία στο Πήλιο και ευρύτερα είναι σημαντική, λόγω του ευαποσάθρωτου χαρακτήρα των γεωλογικών σχηματισμών και ιδιαίτερα των σχιστολιθικών σχηματισμών, που απαντούν στην περιοχή».
«Επισημαίνεται τέλος ότι σημειώθηκε πλήθος περιπτώσεων μη συμμόρφωσης προς τις οδηγίες δια μέσου του 112, γεγονός το οποίο κυρίαρχα αποδίδεται στην άγνοια ή στη μειωμένη αντίληψη κινδύνου», καταλήγει ο κ. Λέκκας.