Το τέλος των… φυσιολογικών τιμολογίων ρεύματος έχει έρθει προ πολλού, όμως το 2024 επιφυλάσσει μια νέα «κανονικότητα», με παγιωμένες πια αυξήσεις σε σχέση με την περίοδο έως την άνοιξη του 2021, όταν υπήρχαν συγκεκριμένες και σταθερές χρεώσεις ρεύματος, αν και τις πρώτες ανατιμήσεις έφερε η πρώτη διακυβέρνηση Ν.Δ τον Σεπτέμβριο του 2019. Η κιλοβατώρα με τελική τιμή στα 11 λεπτά από τη ΔΕΗ και κάτω ακόμα και από τα 10 λεπτά από αρκετούς εναλλακτικούς παρόχους δεν υπάρχει έτσι κι αλλιώς από την άνοιξη του 2021, όταν ήρθαν η ρήτρα CO2 και κατόπιν (Αύγουστος 2021) η ρήτρα αναπροσαρμογής, φέρνοντας ανεξέλεγκτες και υπέρογκες ανατιμήσεις για τους καταναλωτές και υπερκέρδη για τις επιχειρήσεις.
Τιμές διπλάσιες και υπερδιπλάσιες στους εναλλακτικούς παρόχους
Από την εφαρμογή του προσωρινού καθεστώτος στη λιανική, δηλαδή την «αναστολή» της ρήτρας και την κάλυψη των υπερχρεώσεων που ανακοίνωναν κάθε 20ή του μήνα οι προμηθευτές από την κυβέρνηση Ν.Δ., μέσω επιδοτήσεων η τιμή για τη βασική κατανάλωση κυμάνθηκε στη ΔΕΗ, που έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στη χαμηλή τάση (65,1%-9μηνο 2023), από 14 έως 15,9 λεπτά/κιλοβατώρα (Γ1 οικιακό) μαζί με την επιδότηση, δηλαδή σε σχέση με το 2021 παγιώθηκε μια αύξηση 27,3%-45,55%. Μάλιστα, για τις υψηλότερες καταναλώσεις (άνω των 500 κιλοβατώρων) η τιμή διαμορφώθηκε από 15,2 έως 17,1 λεπτά/κιλοβατώρα, δηλαδή αύξηση έναντι του 2021 ύψους 38,2%-55,45%. Συγκριτικά δε με τις τιμές έως το καλοκαίρι του 2019 (0,0926 ευρώ/κιλοβατώρα), η αύξηση τους τελευταίους 16 μήνες ξεπερνά το 51% και φτάνει έως και 84,6%. Ωστόσο, αυτές δεν είναι οι υψηλότερες τιμές, καθώς στους εναλλακτικούς παρόχους, για παράδειγμα σε καθετοποιημένους, περιλαμβάνονται και εξαιρετικά υψηλές τιμές κιλοβατώρας έως τα 24,77 λεπτά (Elpedison), τα 20,5 λεπτά (Protergia), τα 19 λεπτά (ΗΡΩΝ) κ.λπ., δηλαδή εδώ μιλάμε για τιμές διπλάσιες και υπερδιπλάσιες έναντι του 2021.
Πάγιο φωτιά από όλους τους παρόχους
Παράλληλα, μια μεγάλη αύξηση καθιερώνεται και στις πάγιες χρεώσεις των λογαριασμών ρεύματος. Η αύξηση αυτή περνάει μάλλον στα ψιλά, όμως νομιμοποιείται μέσω και της τελευταίας απόφασης του ΥΠΕΝ για το ειδικό πράσινο τιμολόγιο, με πρόβλεψη για πάγιο έως και 5 ευρώ/μήνα. Βέβαια, το πρώτο άνοιγμα με «πλαφόν» αύξησης παγίου στα 5 ευρώ έγινε το καλοκαίρι του 2022, όταν τέθηκε σε ισχύ το προσωρινό καθεστώς στη λιανική με τις επιδοτήσεις. Θυμίζουμε ότι τον Ιούλιο του 2022, έπειτα από εξωφρενικές αυξήσεις παγίων των παρόχων, η κυβέρνηση έθεσε ανώτατο όριο χρεώσεων στο πάγιο στα 5 ευρώ/μήνα, κίνηση που όχι μόνο νομιμοποίησε τις αυξήσεις μέχρι αυτού του ποσού, αλλά έδωσε «αέρα» για ανατιμήσεις στις χαμηλότερες χρεώσεις με θεσμοθετημένο πλέον όριο.
Η ΔΕΗ είχε ανακοινώσει τον Ιούλιο του 2022 μια σημαντική αύξηση παγίου: Από 1,69 ευρώ/τετράμηνο, αυξήθηκε σε 3,5 ευρώ/μήνα (+728,4%). Την ίδια οδό ακολούθησαν και οι υπόλοιποι πάροχοι, με πάγια που έφτασαν σχεδόν έως τα 30 ευρώ/μήνα (ή 120 ευρώ/τετράμηνο) ανάλογα με την κατανάλωση. Πάντως, από 1/1/2024 η ΔΕΗ ανεβάζει το πάγιο στο ειδικό πράσινο τιμολόγιο (το μέχρι σήμερα Γ1) στα 5 ευρώ/μήνα. Έτσι, οι καταναλωτές, ενώ έως τον Ιούλιο του 2022 πλήρωναν πάγιο 5 ευρώ/χρόνο (μονοφασικό), από 1/8/2022 έως 31/12/2023 πληρώνουν 42 ευρώ/χρόνο και από το νέο έτος θα πληρώνουν 60 ευρώ/χρόνο. Δηλαδή μέσα σε μόνο ενάμιση χρόνο το πάγιο ακρίβυνε κατά 55 ευρώ ετησίως. Αντίστοιχες κινήσεις έγιναν και από την πλευρά των εναλλακτικών παρόχων, ιδίως στο ειδικό πράσινο τιμολόγιο, καθώς η πλειονότητα ανεβαίνει επίσης στα 5 ευρώ/μήνα από 1/1/2024. Βέβαια, σε διάφορα προγράμματα (συνολικά περισσότερα από 30 τον Δεκέμβριο) των ιδιωτών το πάγιο έχει ήδη αυξηθεί στα 5 ευρώ και μάλιστα σε αρκετά εξ αυτών αμέσως μόλις θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση ως όριο, δηλαδή από τον Αύγουστο του 2022, επομένως ισχύει τους τελευταίους 16 μήνες.
Μεγάλες αυξήσεις παντού
Υπολογίζεται πως ένα νοικοκυριό με μηνιαία κατανάλωση 300 κιλοβατώρες πλήρωνε (ΔΕΗ) στις αρχές του 2021 περί τα 33 ευρώ/μήνα, ενώ για την ίδια κατανάλωση την περίοδο του προσωρινού μηχανισμού (2022-2023) η αντίστοιχη χρέωση κυμαινόταν από 42 έως 47,7 ευρώ/μήνα. Σε ετήσια βάση το 2021 πλήρωνε 396 ευρώ, ενώ την περίοδο 2022-2023 το κόστος ανήλθε από 504 έως 572,4 ευρώ/χρόνο, δηλαδή 108 έως 176,4 ευρώ επιπλέον ετησίως. Με τιμή προ κρίσης κοντά στα 10 λεπτά, οι περισσότεροι εναλλακτικοί πάροχοι εμφανίζουν αντίστοιχες ή σε ορισμένα προγράμματα και μεγαλύτερες αυξήσεις. Για την προαναφερθείσα κατανάλωση υπάρχουν χρεώσεις που από περίπου 30 ευρώ/μήνα το 2021, έφτασαν τον Δεκέμβριο του 2023 στα 57 ευρώ/μήνα (με 19 λεπτά/κιλοβατώρα) ή και στα 64 ευρώ/μήνα (με 21,5 λεπτά/κιλοβατώρα), δηλαδή ετήσιες χρεώσεις από 360 ευρώ το 2021 στα 684 ή στα 768 ευρώ, ήτοι +324 έως +408 ευρώ/χρόνο. Και όλα αυτά χωρίς να υπολογιστούν οι αυξήσεις στα πάγια και στις μη ανταγωνιστικές-ρυθμιζόμενες χρεώσεις ρεύματος, ειδικότερα στα τέλη για δίκτυα μεταφοράς και διανομής.
Οι ρήτρες και τα ρίσκα της αγοράς στους καταναλωτές
Πάνω σ’ αυτές τις παγιωμένες ανατιμήσεις έρχονται τα νέα τιμολόγια του 2024, με τους μηχανισμούς διακύμανσης (ρήτρες) και τα ρίσκα της αγοράς να μεταφέρονται στους καταναλωτές. Οι δε «χρησμοί» περί φθηνότερων τιμολογίων που θα κάνουν ποδαρικό με το τέλος των επιδοτήσεων τον Ιανουάριο του 2024 δεν έχουν να κάνουν ούτε με κοινωνικές πολιτικές ούτε με εμπορικές πρακτικές, καθώς συνδέονται ευθέως με τις εξελίξεις στη διεθνή τιμή του φυσικού αερίου, που επιδρούν στη διαμόρφωση των χονδρεμπορικών τιμών ρεύματος, αν και μένει να φανεί πώς θα συμπεριφερθεί η εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή, που επίσης… απελευθερώνεται, καθώς από 1/1/2024 καταργείται και ο προσωρινός μηχανισμός επιστροφής μέρους των υπερεσόδων των παραγωγών. Ιδίως τις τελευταίες μέρες, η χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου έχει πέσει και κάτω από τα 35 ευρώ/μεγαβατώρα, όταν τον περσινό Δεκέμβριο είχε φτάσει έως 148 ευρώ/μεγαβατώρα. Πάντως, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα (1-22/12), η μέση χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται λίγο κάτω από τα 105 ευρώ/μεγαβατώρα, έναντι 276,89 ευρώ/μεγαβατώρα τον Δεκέμβριο του 2022.
Όλα αυτά απ’ όταν ανέλαβε ο ολετήρας. Μη μιλήσω για φορολογία.