Κίτρινες κάρτες στην Ελλάδα, όπως προβλεπόταν, τραβά η Κομισιόν με την έκθεσή της που δημοσιεύτηκε σήμερα το μεσημέρι.
Σχετικά με την επιστροφή των κερδών των ελληνικών ομολόγων SMP και ANFAs ύψους 1 δισ, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής επιτήρησης διαπίστωσε πως δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για εκταμίευση της δόσης.
Μεγάλες πληγές οι τράπεζες, οι επενδύσεις, η παραγωγικότητα και η ασθενική ανάπτυξη.
Η έκθεση αναφέρει πως παρότι η Ελλάδα κατάφερε να ολοκληρώσει με επιτυχία το πρόγραμμα υποστήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας τον Αύγουστο του 2018, επιτυγχάνοντας σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες ανισορροπίες, «συμπεριλαμβανομένης μιας βαθιά αρνητικής διεθνούς επενδυτικής θέσης, η οποία συνεχίζει να επιδεινώνεται λόγω της μέτριας αύξησης του ΑΕΠ και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο παραμένει αρνητικό».
Ειδική μνεία γίνεται για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν μείνει πίσω τονίζοντας ότι πρέπει να γίνει «βιώσιμη εφαρμογή τους».
«Η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις που σχετίζονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, την αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση, το υψηλό μερίδιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το υψηλό ποσοστό ανεργίας και τη χαμηλή αναπτυξιακή δυναμική», αναφέρει η Κομισιόν.
Για τις τράπεζες επισημαίνεται ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι ευάλωτος λόγω ενός πολύ μεγάλου αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλής κερδοφορίας, παρεμποδίζοντας την πιστωτική επέκταση και την ανάκαμψη των επενδύσεων.
Η Ελλάδα μαζί με την Ιταλία και τη Κύπρο μπαίνει πλέον σε καθεστώς υπερβολικών ανισορροπιών (κράτη που παρουσιάζουν έντονα προβλήματα με την πραγματική οικονομία). Είναι τα μόνα 3 κράτη σε σύνολο 13 που εξετάστηκαν κατόπιν εντολής του Eurogroup. Ετσι, πλέον η Ελλάδα θα βρίσκεται υπό εποπτεία (μέσω του μηχανισμού επαγρύπνησης) και ως προς αυτό το κομμάτι, καθώς καλείται να προχωρήσει σε συγκεκριμένες διορθωτικές πράξεις.
Η έκθεση γις τις υπερβολικές ανισορροπίες αναφέρει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν προβλήματα ευπάθειας που συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, την αρνητική εξωτερική επενδυτική της θέση, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο σε ένα περιβάλλον υψηλής ανεργίας και χαμηλής δυνητια ανάπτυξης.
Αναφορά γίνεται και στην εξαιρετικά αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική της θέση, η οποία εξακολουθεί να επιδεινώνεται λόγω του περιορισμένου ρυθμού αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, αλλά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που παραμένει αρνητικό.
Στην έκθεση αναφέρεται ακόμη ότι η Ελλάδα κατάφερε να βγει με επιτυχία από το πρόγραμμα προσαρμογής του ESM τον περασμένο Αύγουστο, ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης θα είναι σχετικά χαμηλές για τουλάχιστον μια δεκαετία, ότι κατά τη διάρκεια των Μνημονίων ελήφθησαν σημαντικά μέτρα για την αντιμετώπιση πολλών από τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας.
Σε ότι αφορά το χρέος, η έκθεση αναφέρει ότι ο ρυθμός μείωσής του «εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συνεχιζόμενη επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων και από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της δυνητικής ανάπτυξης».