Περίεργη σπουδή και τρόπος εκφοράς στην ελληνική δημόσια σφαίρα τα «περί Αιγαίου ως κλειστής Ελληνικής λίμνης» , που ενδεχομένως να θέλουν να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για υποχωρήσεις στο όνομα ενός ανύπαρκτου θέματος, λέει ο πολιτικός αναλυτής και διδάκτορας Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου & Πτυχιούχος του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Κιέβου, Σωτήρης Δημόπουλος.
Όπως σημειώνει, η Ελλάδα, αν και ορθώς έχει συστρατευτεί με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες στο δυτικό στρατόπεδο απέναντι στην παράνομη ρωσική εισβολή, δεν πρέπει να παρασυρθεί σε προσαρμογές της εξωτερικής της πολιτικής σε άμεσα ή περιφερειακά προβλήματα, με αποκλειστικό γνώμονα την κεντρική αντιπαράθεση για την Ουκρανία, αν αυτές δεν εξυπηρετούν τα εθνικά της συμφέροντα.
Τονίζει , πως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι για τον ελληνισμό η βασική απειλή προερχόταν και συνεχίζει να προέρχεται πρωτίστως από τον τουρκικό αναθεωρητισμό, κι οι επιλογές της εξωτερικής πολιτικής της οφείλουν να στοχεύουν σε κάθε περίπτωση στην αναχαίτισή του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα διλημμάτων για την ελληνική εξωτερική πολιτική που μπορεί να προκύψουν το επόμενο διάστημα, εξαιτίας των εξελίξεων του πολέμου μπορεί είναι: Κόσοβο, Συρία, Αρμενία , τα κράτη της Κεντρικής Ασίας και φυσικά κορυφαίο όλων η Κύπρος.
Η εμμονή συγκεκριμένων δυτικών χωρών για «λύση» του Κυπριακού, που θα εντάσσεται σε μια συνολικότερη προώθηση των συμφερόντων τους στην Ανατολική Μεσόγειο είναι γνωστή. Έχει άλλωστε εκδηλωθεί, χωρίς αναστολές, σε όλες τις απόπειρες επιβολής ανάλογων σχεδίων στο παρελθόν, με κορυφαία αυτή του «σχεδίου Ανάν». Ποιος είναι ο πυρήνας αυτών των προτάσεων;
Η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η αντικατάστασή της από ένα κρατικό μόρφωμα, με χαλαρή κεντρική εξουσία, με ισχυρή την παρεμβατικότητα της τουρκοκυπριακής κοινότητας και άρα της Τουρκίας, με προκαθορισμένα όρια άσκησης εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, και με εξασφάλιση της απρόσκοπτης παραμονής των βρετανικών βάσεων. Προοπτική που ελάχιστα ικανοποιεί την πλειοψηφία του ελληνοκυπριακού πληθυσμού, παρά την ραγδαία ελάττωση των προσδοκιών του και την ανηλεή προπαγάνδα της «όποιας λύσης».
Γεγονός αναμφίβολο είναι ότι η Λευκωσία έβρισκε σε όλη την μακρά περίοδο από το 1974 και εντεύθεν την σταθερή στήριξη της Μόσχας. Προφανώς, η ρωσική συνέπεια έχει τους δικούς της λόγους, όπως η αποτροπή της πρόσδεσης της Κύπρου στο νατοϊκό στρατόπεδο, και η συνέχιση της ευρείας ρωσικής οικονομικής δραστηριότητας στο νησί. Όμως, ανεξαρτήτως των ιδιοτελών στόχων, υπάρχει μια σύγκλιση συμφερόντων, που συνιστά ως γνωστόν και το ουσιαστικό υπόβαθρο των διεθνών συμμαχιών.