Ως «μη ρεαλιστικό» περιγράφει το Ινστιτούτο «Ρόμπερτ Κοχ» τον στόχο της επίτευξης ανοσίας της αγέλης έως το φθινόπωρο στη Γερμανία και προβλέπει σταθερή άνοδο των κρουσμάτων κορονοϊού, αλλά και των εισαγωγών στα νοσοκομεία και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, με αργότερους ρυθμούς έως τον Οκτώβριο, με επιτάχυνση και κορύφωση τον Φεβρουάριο του 2022. Επιπλέον, αναμένει αύξηση των κρουσμάτων για ανεμβολίαστους στις ηλικίες 18-59 ετών και στα παιδιά κάτω των 12 ετών.
«Το ποσοστό εμβολιασμένων εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλό προκειμένου να φθάσουμε εγκαίρως στην ανοσία της αγέλης», αναφέρει το Ινστιτούτο σε 10σέλιδη έκθεσή του και συνιστά η τρέχουσα φάση χαμηλών αριθμών κρουσμάτων να αξιοποιηθεί προκειμένου να ληφθούν προληπτικά μέτρα, στην προσπάθεια για την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση του συστήματος υγείας και την όσο γίνεται πιο περιορισμένη εφαρμογή μέτρων απαγόρευσης για τους πολίτες. Μέχρι τώρα, το 60% των Γερμανών έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον μία φορά, ενώ το 48% έχει ολοκληρώσει τον εμβολιασμό του.
Για να αποφευχθεί το τέταρτο κύμα της πανδημίας θα έπρεπε να έχει εμβολιαστεί εγκαίρως τουλάχιστον το 90% των ατόμων άνω των 60 ετών και το 85% των ηλικιών μεταξύ 12 και 59 ετών, επισημαίνεται στην έκθεση. Τα ποσοστά εμβολιασμού πρέπει να είναι υψηλότερα από ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί, λόγω της παραλλαγής «Δέλτα», η οποία κυριαρχεί και θεωρείται ιδιαίτερα μεταδοτική. Σε ό,τι αφορά τον αναμνηστικό εμβολιασμό, το Ινστιτούτο «Ρόμπερτ Κοχ» σημειώνει ότι το σύστημα θα πρέπει να είναι σε ετοιμότητα ώστε, εάν διαπιστωθούν εστίες έξαρσης κρουσμάτων μεταξύ εμβολιασμένων, όπως π.χ. σε γηροκομεία, να υπάρξει άμεσα η δυνατότητα για νέο εμβολιασμό.
Οι κανόνες προστασίας, με χρήση μάσκας, αποστάσεις και αυξημένη προσοχή στα μέτρα υγιεινής, θα πρέπει, τονίζει το γερμανικό Ινστιτούτο, να παραμείνουν σε ισχύ τουλάχιστον έως την επόμενη άνοιξη, ενώ θα χρειαστεί για μία ακόμη φορά να εφαρμοστούν μέτρα όπως η τηλεργασία και ο περιορισμός συμμετεχόντων σε εκδηλώσεις. Εκτιμώντας ότι τα παιδιά και οι έφηβοι θα είναι τον ερχόμενο χειμώνα στο επίκεντρο ενδεχόμενης έξαρσης κορονοϊού, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα σχολεία και στους παιδικούς σταθμούς, καθώς τα περισσότερα παιδιά δεν θα έχουν εμβολιαστεί. Συνιστάται να γίνονται περισσότερα μοριακά τεστ για την ανίχνευση ασυμπτωματικών περιστατικών, κατά προτεραιότητα στα παιδιά κάτω των 12 ετών και δύο έως τρία τεστ αντιγόνου στα μεγαλύτερα.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες του RKI, η Γερμανία βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη φάση μετάβασης από την πανδημία στην ενδημία. Στην ενδημική κατάσταση, ο ιός θα συνεχίσει να κυκλοφορεί, αλλά θα προκαλεί μόνο εποχιακές εστίες, παρόμοιες με αυτές της γρίπης. «Αυτή η πορεία ωστόσο εξακολουθεί να είναι γεμάτη αβεβαιότητες», επισημαίνει το Ινστιτούτο και τονίζει ότι «το πότε ακριβώς θα ολοκληρωθεί αυτή η μετάβαση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προβλεφθεί με βεβαιότητα».
Ο καθηγητής Μαθηματικών του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης Γιαν Φούρμαν, ο οποίος μελετά διάφορα μοντέλα για την εξέλιξη της κατάστασης, προειδοποιεί πάντως ότι το προσεχές διάστημα ο κίνδυνος μόλυνσης για όσους δεν έχουν εμβολιαστεί θα είναι μεγαλύτερος από ό,τι θα ήταν το 2020 με τα ίδια δεδομένα αριθμών κρουσμάτων. Σύμφωνα με τον ίδιο, τις τελευταίες εβδομάδες περισσότερα από τα μισά κρούσματα αφορούν άτομα ηλικίας 15-39 ετών.
Την ίδια ώρα παρατηρείται στη Γερμανία κάμψη της ταχύτητας της εκστρατείας ανοσοποίησης. «Δεν προχωρούμε πλέον αρκετά γρήγορα, αν και διαθέτουμε επάρκεια εμβολίων», παρατήρησε ο καθηγητής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charité του Βερολίνου Κρίστιαν Ντρόστεν, εξηγώντας ότι η πτώση του αριθμού των κρουσμάτων προκαλεί σε πολλούς μια ψευδαίσθηση ασφάλειας. «Οι εμβολιασμοί πρέπει να αυξηθούν τώρα, προκειμένου να έχουμε λιγότερα κρούσματα τον χειμώνα», τόνισε και επανέλαβε ότι ο ίδιος δεν επιθυμεί νέους περιορισμούς στην κοινωνική ζωή των πολιτών, αλλά μπορεί να καταστούν αναγκαίοι.
Ο συνάδελφός του και αρμόδιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) για θέματα Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ, προειδοποίησε σήμερα σε δραματικό τόνο για τον κίνδυνο η παραλλαγή «Δέλτα» να πλήξει ιδιαίτερα τα παιδιά και τους νέους, προκαλώντας μάλιστα και σοβαρές επιπλοκές. «Με όσα γνωρίζουμε μέχρι τώρα, θα πρέπει να θεωρούμε ότι η Δέλτα είναι και πιο μεταδοτική και πιο θανατηφόρα», δήλωσε στις εφημερίδες του Ομίλου Funke, επικαλούμενος έρευνες στον Καναδά και κάλεσε κι εκείνος τους πολίτες να εμβολιαστούν.
«Ο εμβολιασμός δεν είναι προνόμιο για λίγους και κάθε πολίτης μετράει εξίσου», δήλωσε χθες η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ και ζήτησε από όσους έχουν εμβολιαστεί να προσπαθήσουν να πείσουν τους επιφυλακτικούς στο περιβάλλον τους. «Όλοι θέλουμε την κανονικότητά μας πίσω. Αλλά θα την ανακτήσουμε μόνο μέσω της συνεργασίας. Ο εμβολιασμός δεν προστατεύει μόνο από σοβαρή ασθένεια, αλλά και από τους περιορισμούς της καθημερινότητας», είπε χαρακτηριστικά.