Τι ανέφερε ο καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Θεόδωρος Τσακίρης
«Μιλάμε για κάτι το οποίο θα γίνει ως το 2025-2026, γιατί αυτή είναι η φυσική διαδικασία πιστοποίησης και στη συνέχεια δυνητικής εκμετάλλευσης ενός κοιτάσματος», δήλωσε ο καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Θεόδωρος Τσακίρης, για το χρονοδιάγραμμα της πιθανής αξιοποίησης της ποσότητας φυσικού αερίου 5,5 έως 8 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδών, που ανακοινώθηκε ως αποτέλεσμα της ερευνητικής γεώτρησης της εταιρείας ExxonMobil στον στόχο «Γλαύκος-1» του τεμαχίου 10 της Κυπριακής ΑΟΖ.
«Είναι ένα κοίτασμα, το οποίο -αν επιβεβαιωθεί τελικά, γιατί θα απαιτηθεί περαιτέρω επεξεργασία και πιστοποίηση μέσω μιας επιβεβαιωτικής γεώτρησης το επόμενο έτος- αυξάνει την πιθανότητα και τη δυνατότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας έως το 2025 με 2026 να μπορεί να δεσμεύσει αέριο, ούτως ώστε να εξαχθεί το αέριο αυτό, είτε μέσω ενός τερματικού (υγροποίησης), που θα μπορούσε να φτιαχτεί στην Κύπρο, κάτι για το οποίο ακόμα δεν υπάρχουν επαρκείς ποσότητες, είτε να αποτελεί την κυπριακή συνεισφορά προς την κατασκευή του αγωγού Ανατολικής Μεσογείου EastMed, ο οποίος θα καταλήξει στην Ελλάδα και μέσω της Ελλάδας στην Ιταλία», εξήγησε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Πρακτορείο FM» ο κ.Τσακίρης.
«Η επιβεβαιωτική γεώτρηση», διευκρίνισε, «έχω ακούσει ότι θα γίνει μέσα στο 2020, αλλά από εκεί και πέρα είναι πολλά τα χρόνια, τα οποία χρειάζονται για να μπορεί να μετατραπεί η γεώτρηση αυτή από πιστοποιημένο κοίτασμα σε κοίτασμα παραγωγής –όχι πριν από το 2025».
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την προοπτική κατασκευής τερματικού υγροποίησης φυσικού αερίου διευκρίνισε ότι απαιτεί «περίπου 10 τρισ. κυβικά πόδια πιστοποιημένων κοιτασμάτων ή κοιτάσματος, το οποίο να μπορεί να αιτιολογήσει μια επένδυση της τάξης των 10 δισ. δολαρίων».
Σχετικά με τις πιθανότητες επιβεβαίωσης της μεγαλύτερης ή μικρότερης εκτίμησης για το μέγεθος του κοιτάσματος σημείωσε: «Το ποσοστό το οποίο έχει περισσότερες πιθανότητες να επιβεβαιωθεί είναι τα 5,5 τρισ. κυβικά και όχι τα 8, καθώς το μικρότερο μέγεθος εμβέλειας είναι αυτό που είναι πλησιέστερα και έχει τις περισσότερες πιθανότητες επιβεβαίωσης, έχει 75% όπως συνήθως συμβαίνει». Συμπέρανε, έτσι πως «αν επιβεβαιωθεί το 75% -και αυτό θα το ξέρουμε σε 1 με 1,5 χρόνο από τώρα- προκειμένου να ξεκινήσει η συζήτηση της δυνητικής βιωσιμότητας μιας δυνητικής επένδυσης ενός τερματικού υγροποίησης στην Κύπρο, χρειαζόμαστε χονδρικά άλλα 5 τρισ. κυβικά πόδια, τα οποία, μέχρι στιγμής, δεν υφίστανται».
Σε ό,τι αφορά το κοίτασμα «Καλυψώ» της κυπριακής ΑΟΖ ο κ.Τσακιρης σημείωσε ότι το μέγεθός του δεν έχει διευκρινιστεί ακόμη, για τον λόγο ότι η δεξαμενή του κοιτάσματος φαίνεται πως επεκτείνεται γεωλογικά -πέραν του τεμαχίου 6, το οποίο ερευνά η κοινοπραξία Total/Eni- και στο τεμάχιο 7, όπου δεν έχει γίνει αδειοδότηση ερευνών. «Η διαδικασία αδειοδότησης περιμένουμε να γίνει μέσα στις επόμενες εβδομάδες, αν όχι μήνες, ανάμεσα στη Λευκωσία και την κοινοπραξία ENI και TOTAL. Όταν θα ολοκληρωθεί αυτό, θα μπορεί ενδεχομένως να ξεκινήσει μια γεώτρηση μέσα στο 2020 ώστε να μας δώσει αποτελέσματα για την τάξη μεγέθους της “Καλυψώς”», είπε ο καθηγητής εκτιμώντας ότι «η “Καλυψώ” είναι πολύ πιο πιθανή περίπτωση συνεργατικής ανάπτυξης, μαζί με τον “Γλαύκο” για να πάνε σε τερματικό ή στον EastMed –βεβαίως αν ανακαλυφθεί και πιστοποιηθεί».
Σχετικά με την προοπτική εκμετάλλευσης του κοιτάσματος «Αφροδίτη» στο οικόπεδο 12 -έχει επιβεβαιωμένα 4,5 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια- ο καθηγητής εξέφρασε την άποψη ότι «δεδομένου ότι το κοίτασμα είναι αρκετά ώριμο -έχει περάσει τη διαδικασία πιστοποίησης και μπορεί να μπει σε παραγωγή εφόσον “κλειδωθεί” συμβόλαιο εξαγωγής του μέχρι το 2022- η μόνη αγορά που μπορεί να διατεθεί είναι η αγορά της Αιγύπτου». «Να εξαχθεί», πρόσθεσε, «με αγωγό προς τον τερματικό σταθμό υγροποίησης φυσικού αερίου στο Ίντκου της Αιγύπτου -βρίσκεται δυτικά της Αλεξάνδρειας- να υγροποιηθεί και να εξαχθεί στις διεθνείς αγορές, μέρος των οποίων -ίσως και το ήμισυ περίπου- να καταλήξει στις ευρωπαϊκές αγορές και να είναι και η πρώτη συνδρομή της Ανατολικής Μεσογείου και της Κύπρου στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης».