Από αέρος φαίνεται να έφτασε φέτος στη χώρα μας η πλειονότητα των τουριστών, με τις οδικές αφίξεις να παραμένουν αισθητά μειωμένες σε επίπεδο οκταμήνου σε σχέση με την χρυσή χρονιά του 2019 και την ψαλίδα μεταξύ αεροπορικών και οδικών να ανοίγει περισσότερο. Αυτός ήταν κι ένας από τους βασικούς λόγους που οδήγησε σε αύξηση της μέσης δαπάνης και κατ’ επέκταση στην αύξηση των εσόδων που αναμένει να δει στον τελικό «λογαριασμό» του τουρισμού το σύνολο του κλάδου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Στατιστικό Δελτίο του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) οι οδικές αφίξεις το οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2021 εμφανίστηκαν αισθητά μειωμένες κατά 67,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα 2019, φτάνοντας τα 2,8 εκατ. έναντι 8,6 εκατ. της αντίστοιχης περιόδου του 2019. Κινήθηκαν ωστόσο λίγο ψηλότερα από τα 2,36 εκατ. οδικές αφίξεις που καταγράφηκαν το αντίστοιχο οκτάμηνο πέρυσι.
Ο ρυθμός ανάκαμψης των οδικών αφίξεων κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα τους πρώτους μήνες του έτους – κάτι που παρατηρήθηκε και στις αεροπορικές και παρουσίασε για πρώτη φορά επιτάχυνση, τον Μάιο όπου οι οδικές αφίξεις ανήλθαν σε 142 χιλιάδες. Η ανάκαμψη συνεχίστηκε τον Ιούνιο με τις οδικές αφίξεις να φτάνουν τις 409 χιλ. όντας μειωμένες κατά -69,4% σε σχέση με το 2019 και ήταν ακόμα μεγαλύτερη τον Ιούλιο με τον ρυθμό ανάκαμψης να φτάνει στο -56,2% και να καταγράφονται 922 χιλ. αφίξεις. Ωστόσο τον πιο δυνατό μήνα του καλοκαιριού, τον Αύγουστο, ο ρυθμός ανάκαμψης επιβραδύνθηκε κατά -57,7%.
Στον αντίποδα οι αεροπορικές αφίξεις ήταν αυτές που στήριξαν κατά κύριο λόγο φέτος τον ελληνικό τουρισμό, μεταφέροντας τους περισσότερους επιβάτες στη χώρα μας όλο το προηγούμενο οκτάμηνο. Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2021 καταγράφηκαν 7,7 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις έναντι 15,8 εκατ. της περιόδου Ιανουαρίου Αυγούστου 2019. Στην περίπτωση των αεροπορικών αφίξεων το πρώτο οκτάμηνο του έτους παρουσίασαν μείωση 51,2% – 8,1 εκατ. Λιγότερες αφίξεις, σε σχέση με την χρυσή χρονιά του 2019 όπου οι διεθνείς αφίξεις έφτασαν τα 15,8 εκατ. Ωστόσο, οι επιδόσεις ήταν σαφώς βελτιωμένες σε σχέση με το 2020 όπου και οι διεθνείς αφίξεις στη χώρα ανήλθαν στο οκτάμηνο σε 3,9 εκατ.
Η επιβράδυνση στην μείωση των διεθνών αεροπορικών αφίξεων ξεκίνησε από τον Μάιο όπου η χώρα μας άνοιξε κι επισήμως τα σύνορά της και υποδέχτηκε 382 χιλιάδες, λιγότερες κατά 2,0 εκατ. σε σχέση με το 2019. Τον Ιούνιο, η επιβράδυνση συνεχίστηκε (-63,4%/-2 εκατ.) ενώ καταγράφηκαν 1,2 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις. Όσο για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, η βελτίωση ήταν μεγαλύτερη με τον ρυθμό ανάκαμψης να ανέρχεται σε -27,4% και -20,9% και τις αφίξεις να κινούνται σε 2,8. εκατ. και πάνω από 3 εκατ. αντίστοιχα.
Η πτώση στις οδικές αφίξεις από περιοχές των Βαλκανίων, οι οποίες αποτελούν και το μεγαλύτερο μερίδιο των διεθνών οδικών αφίξεων σε συνδυασμό με την αύξηση των Δυτικοευρωπαϊων που ήρθαν στη χώρα μας αεροπορικώς ήταν η βασική συνθήκη που οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της μέσης δαπάνης των τουριστών κατά περίπου 20%, ωθώντας την τουριστική αγορά να προσβλέπει σε έσοδα άνω των αρχικών στόχων. Για την ακρίβεια το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου η μέση δαπάνη ανά ταξίδι έφτασε τα 737 ευρώ έναντι μόλις 468 ευρώ το 2020 και 588 ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Η διατήρηση αυτού του υψηλού μέσου εσόδου που είδαμε φέτος, είναι μάλιστα επιτεύξιμη σύμφωνα με τον υπουργό Τουρισμού, Βασίλη Κικίλια. Αν δε, επιτευχθεί θα σηματοδοτήσει και την στόχευση του ελληνικού τουρισμού σε ταξιδιώτες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου που έχουν εντοπίσει στη χώρα μας ποιοτικό τουριστικό προϊόν, κάτι που θα ενισχύσει σημαντικά το ΑΕΠ.
Έτερη συνθήκη που επικράτησε φέτος και οδηγεί σε αυξημένες προσδοκίες για τα φετινά έσοδα από τον τουρισμό είναι και η επέκταση της σεζόν μέχρι και τον Οκτώβριο.
Σε επίπεδο εσόδων και βάσει των δημοσιευμένων στοιχείων, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά -62,9% την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2021 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 και διαμορφώθηκαν στα 3.383 εκατ. €.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην πτώση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 κατά -51,7%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 2.318 εκατ. €, καθώς και των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών εκτός της ΕΕ-27 κατά -74,6%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 1.037 εκατ. €.
Αναλυτικότερα, οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκαν στα 1.770 εκατ. €, μειωμένες κατά -54,0%, ενώ οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 εκτός της ζώνης του ευρώ εμφάνισαν πτώση κατά -42,1% και διαμορφώθηκαν στα 548 εκατ. €.
Η αγορά που τροφοδότησε αισθητά τον ελληνικό τουρισμό ήταν η γερμανική με τις εισπράξεις από τη Γερμανία να καταγράφονται μειωμένες κατά -53,9% σε σχέση με το 2019 φτάνοντας τα 671 εκατ. €. Ωστόσο οι εισπράξεις που παρουσίασαν την μεγαλύτερη βελτίωση ήταν αυτές των Γάλλων τουριστών, οι οποίες τους πρώτους επτά μήνες του έτους όπου και υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, ήταν μειωμένες κατά –37,9% και διαμορφώθηκαν στα 345 εκατ. €.
Από τις χώρες εκτός της ΕΕ-27, πτώση κατά -76,5% παρουσίασαν οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 303 εκατ. €, ενώ οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά -68,1% και διαμορφώθηκαν στα 194 εκατ. €. Τέλος, οι εισπράξεις από τη Ρωσία μειώθηκαν κατά -83,8% και διαμορφώθηκαν στα 34 εκατ. €.
Οι καλές επιδόσεις παρά την πανδημία, συνεχίστηκαν τόσο τον Αύγουστο, όπου η κίνηση σε ορισμένους προορισμούς εκτιμάται ότι έφτασε στα επίπεδα του 2019 όσο και τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο με δημοφιλείς προορισμούς να υποδέχονται ακόμα και σήμερα μεγάλο αριθμό τουριστών. Το γεγονός αυξάνει σίγουρα τις προσδοκίες για αύξηση των φετινών εσόδων, ενισχύει όμως και την πεποίθηση για μια καλή πορεία και το 2022, χρονιά αν όλα πάνε καλά ο τουρισμός αναμένεται να ανοίξει από τον Απρίλιο.