Όταν ο Μπέντζαμιν «Μπάγκσι» Σίγκελ έφτασε στο Λας Βέγκας το 1945 φέρνοντας μαζί του ένα σωρό μυστικές συμφωνίες, έθεσε το FBI σε επιφυλακή. Δεν είναι ότι το Λας Βέγκας, που στις δεκαετίες του ’30 και του ’40 είχε μετατραπεί από ένα εγκαταλελειμμένο οχυρό των Μορμόνων σε έναν νερόλακκο της ερήμου όπου σύχναζαν αεροπόροι από την τοπική αεροπορική βάση, βρισκόταν κάτω από το ραντάρ της κυβέρνησης.
Από το 1931, όταν στη Νεβάδα είχε απαγορευτεί ο τζόγος, η εγκληματικότητα ήταν ελάχιστη στο μέρος που έμελλε να γίνει το διαμάντι στο στέμμα της πολιτείας. Τον πρώτο καιρό μάλιστα, ο Αλ Καπόνε και ο αδελφός του, ο Ραλφ, είχαν κάνει σχέδια για ένα δικό τους καζίνο εκεί και κάποιοι πίστευαν ότι είχαν βάλει χέρι στο κλαμπ Περ-Ο-Ντάις, το πρώτο καζίνο που είχε ανοίξει στη διάσημη Λωρίδα.
Όμως, η μελλοντική πόλη με τον λαμπρό φωτισμό δεν είχε ξαναδεί άνθρωπο σαν τον Σίγκελ. Αυτός ο μάγκας είχε διασυνδέσεις με κάθε σημαντικό μαφιόζο της Ανατολικής Ακτής. Ήταν πανούργος, είχε εκρηκτικό ταμπεραμέντο και μια χαρισματική έφεση προς τη βία, ενώ ήταν εξπέρ στους τρόπους εκφοβισμού.
Χάρη σε αυτά του τα ταλέντα ήταν ο φυσικός ηγέτης της Εταιρείας Δολοφόνων, της οργάνωσης εκτελεστών του Μέγιερ Λάνσκι και του Εθνικού Συνδικάτου Εγκλήματος του Τσαρλς «Λάκι» Λουτσιάνο. Επιπλέον, ο Σίγκελ ήταν αρχετυπικός γκάγκστερ της γενιάς του στο Χόλιγουντ – ένας λαμπερός πρωταγωνιστής με διαπεραστικά γαλανά μάτια, ο οποίος συνδύαζε την κινηματογραφική ομορφιά του με τη γοητεία ενός κακού παιδιού. Ο Μπάγκσι φρόντιζε να κάνει αισθητή την παρουσία του στα καλύτερα νυχτερινά στέκια και εστιατόρια, συναναστρεφόταν κινηματογραφικούς αστέρες όπως ο Τζορτζ Ραφτ και ο Κλαρκ Γκέιμπλ, και απολάμβανε όσο τίποτ’ άλλο το κύρος του ως εγκληματίας. Και, ασφαλώς, είχε μεγάλη επιτυχία με τις κυρίες. Κι ενώ σίγουρα ο τρόπος ζωής ενός χολιγουντιανού πλεϊμπόι ταίριαζε απόλυτα στον Σίγκελ, υπήρχε ένας σοβαρός λόγος για την εγκατάστασή του στην Καλιφόρνια. Είχε διαπιστώσει ένα πολύ προσοδοφόρο μέλλον για τη μαφία στην άνυδρη έρημο του Λας Βέγκας, αν και οι συνεργάτες του αρκετές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά δεν ήταν εξίσου πεισμένοι για την επένδυση.
Εκείνη την εποχή ο Σίγκελ είχε άριστες σχέσεις με αφεντικά όπως ο Λάκι Λουτσιάνο και ο παλιόφιλός του, ο Λάνσκι. Ήταν πρόθυμοι να στοιχηματίσουν στην επιτυχία του Σίγκελ, η οποία τελικά θα αντάμειβε τη μαφία, όχι όμως και τον Μπάγκσι. Ο Σίγκελ είχε ήδη επιβληθεί με τη βία στην τηλεφωνική υπηρεσία των ιπποδρομιών του Λας Βέγκας με τον Μο Σέντγουεϊ, έναν από τους υπαρχηγούς του, και στις αρχές του 1945 το συνολικό κέρδος ήταν περίπου 25.000 δολάρια (330.000 σημερινά χρήματα) τον μήνα.
Μπάγκσι Σίγκελ
Η συμφωνία ήταν απλή: οι πράκτορες στοιχημάτων της πόλης έδιναν μέρος των κερδών τους με αντάλλαγμα πιθανότητες και αξιόπιστες πληροφορίες για τους νικητές. Ο Σίγκελ επεκτεινόταν νοτιοδυτικά μέσω του Γκας Γκρίνμπαουμ, ενός πράκτορα στο Φίνιξ, και ετοιμαζόταν να δημιουργήσει μια αυτοκρατορία νόμιμων δήθεν στοιχημάτων, ξαφρίζοντας στην πορεία χιλιάδες «μαύρα» δολάρια. Αυτό τον οδήγησε αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τον πρώην λαθρέμπορο ποτών και εκβιαστή Τζακ Ντράγκνα, τον «Καπόνε του Λος Άντζελες». Όχι πως οι δυο άνδρες είχαν κάποια αμοιβαία συμπάθεια. Ο Σίγκελ, όμως, ήταν ο εκπρόσωπος της πανίσχυρης μαφιόζικης οικογένειας του Λουτσιάνο και το χρυσό παιδί του εγκληματικού συνδικάτου της Ανατολικής Ακτής, και τελικά ο Ντράγκνα αναγκάστηκε να υποχωρήσει όταν ο Λάκι Λουτσιάνο τον συμβούλευσε προσωπικά ότι θα ήταν προς το «βέλτιστο συμφέρον» του να πειθαρχήσει στον Σίγκελ. Κι έτσι έγινε. Ο Σίγκελ έπιασε την καλή, εισβάλλοντας αμέσως στον χώρο των στοιχημάτων του Λος Άντζελες και «πείθοντας» πράκτορες της περιοχής του να πληρώνουν φόρο υποτέλειας στον Ντράγκνα.
Ο Σίγκελ οργάνωσε επίσης το λαθρεμπόριο ναρκωτικών στα σύνορα Μεξικού-Καλιφόρνιας, εκβίασε κινηματογραφικές εταιρείες οργανώνοντας συνδικαλιστικές απεργίες και «δανείστηκε» εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια από διάσημους φίλους του, γνωρίζοντας ότι δεν θα τα ζητούσαν ποτέ πίσω από έναν μαφιόζο με τόσο μεγάλη φήμη. Χάρη σε όλες αυτές τις εγκληματικές δραστηριότητες, την εποχή που ο Σίγκελ άρχισε να κινεί τα νήματα για την ανέγερση ενός ξενοδοχείου-καζίνου στο Βέγκας, ήταν ήδη ένας σημαντικός άνθρωπος στη Δυτική Ακτή, κρύβοντας πολλούς άσους στο μανίκι του.
Ο Σίγκελ ήταν πολύ πλούσιος, αλλά τα περισσότερα χρήματά του ήταν βρόμικα. Έτσι ζήτησε από τους φίλους του στη Νέα Υόρκη κάποιο αρχικό κεφάλαιο από ξέπλυμα χρήματος και εγκαταστάθηκε στη σουίτα 401 του ξενοδοχείου Λαστ Φροντίερ, αναζητώντας ταυτόχρονα μια προσοδοφόρα επένδυση. Στα τέλη του 1945 το ξενοδοχείο-καζίνο Ελ Κορτέζ αγοράστηκε έναντι 600.000 δολαρίων και τον Ιούλιο του 1946 πουλήθηκε έναντι 766.000 δολαρίων. Καθόλου άσχημη απόδοση για έξι μήνες προς όφελος του ριψοκίνδυνου γκάγκστερ. Οι φιλοδοξίες του Σίγκελ μεγάλωσαν όταν καταπιάστηκε με την επόμενη επένδυσή του, χάρη στην οποία το όνομά του θα συνδεόταν με το πιο συμβολικό (και αμφιλεγόμενο) ξενοδοχείο-καζίνο στην ιστορία του Λας Βέγκας. Για πρώτη φορά όμως στην καριέρα του, ο Μπάγκσι θα διαπίστωνε ότι αυτή τη φορά οι πιθανότητες ήταν εναντίον του.
H βίλα του Μπάγκσι Σίγκελ στη Φλόριντα
Ο Μπίλι Ουίλκερσον ήταν γνωστός ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου και ιδρυτής της Hollywood Reporter, μιας ψυχαγωγικής φυλλάδας, την οποία χρησιμοποιούσε για να καταγγέλλει υπόπτους για φιλοκομμουνιστικές τάσεις (το θεμέλιο για τη διαβόητη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ). Ο Ουίλκερσον είχε αγοράσει 13 εκτάρια φθηνής ερήμου περίπου ένα χιλιόμετρο από το Λαστ Φροντίερ και σχεδίαζε να χτίσει εκεί ένα ξενοδοχείο-καζίνο ευρωπαϊκού στιλ, μια κλάση ανώτερο από τα παλιομοδίτικα σαλούν και τις λέσχες της παλιάς Λωρίδας. Όμως ο σίδηρος, τα τούβλα και τα άλλα βασικά οικοδομικά υλικά είχαν απορροφηθεί από τον Θείο Σαμ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα έξοδα των οικοδομικών επιχειρήσεων ήταν πολύ μεγαλύτερα συγκριτικά με την προπολεμική περίοδο. Έτσι, ο Ουίλκινσον ξεπαραδιάστηκε γρήγορα και του έλειπαν 400.000 δολάρια για να ολοκληρώσει το όνειρό του. Αναζήτησε επενδυτές και βρήκε πρόθυμο τον Μπάγκσι Σίγκελ, ο οποίος παρουσιαζόταν ως ένας αξιοσέβαστος επιχειρηματίας με μετρητά και γοητεία, για να εξασφαλίσει προς όφελός του και προς όφελος των «επενδυτών εταίρων του» τα δύο τρίτα του προβληματικού ξενοδοχείου-καζίνου Φλαμίνγκο, το οποίο υποτίθεται ότι ονομάστηκε έτσι από τη Βιρτζίνια Χιλ, την προκλητική φιλενάδα του Μπάγκσι με τα καλλίγραμμα πόδια. Όταν ο Ουίλκινσον συνειδητοποίησε ποιοι ακριβώς ήταν οι συνεργάτες του, ήταν αργά για να κάνει πίσω.To ξενοδοχείο «Φλαμίνγκο» στη Φλόριντα
Στο στόχαστρο του FBI
Εκείνο το διάστημα και ως εισαγωγή στον δεύτερο Κόκκινο Τρόμο, ο διευθυντής του FBI Τζον Έντγκαρ Χούβερ εστίαζε τις προσπάθειες της υπηρεσίας του σε ανατρεπτικά πολιτικά στοιχεία. Ωστόσο, δύσκολα θα μπορούσε να επιτρέψει σε έναν σημαντικό μαφιόζο να αποκτήσει έρεισμα στο Βέγκας. Ήδη διεξαγόταν έρευνα για τον Σίγκελ, όμως ο Χούβερ ήθελε να ανεβάσει τους τόνους. Σε ένα υπόμνημα προς τον γενικό εισαγγελέα με ημερομηνία 18 Ιουλίου 1946, πρότεινε την εντατική παρακολούθηση του μαφιόζου: «Στην πορεία της ως άνω έρευνας, έχουμε βεβαιωθεί ότι ο Μπέντζαμιν «Μπάγκσι» Σίγκελ, ο διαβόητος εκβιαστής με διασυνδέσεις στον υπόκοσμο στη Δυτική και την Ανατολική Ακτή, και στο Λας Βέγκας της Νεβάδα, θα επισκεφθεί την πόλη τις επόμενες μέρες και θα εγκατασταθεί στη σουίτα 401 του ξενοδοχείου Λαστ Φροντίερ. Όπως υποδείχθηκε προηγουμένως, επιθυμούμε την παρακολούθηση των εκτεταμένων δραστηριοτήτων του Σίγκελ και γι’ αυτό τον λόγο ζητάμε εξουσιοδότηση για την τοποθέτηση εξοπλισμού παρακολούθησης στο τηλέφωνό του στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ. Αυτή τη φορά, θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι ο Σίγκελ, λόγω των ποικίλων ενδιαφερόντων του, ταξιδεύει σχεδόν συνεχώς και αυτό ενίοτε δυσχεραίνει φοβερά το έργο της παρακολούθησης. Ως εκ τούτου, συστήνεται εξουσιοδότηση για να καλύπτονται όλα τα ξενοδοχεία, οι κατοικίες ή οι επιχειρηματικοί χώροι που ενδέχεται να χρησιμοποιήσει ο Σίγκελ. Έχω την αίσθηση ότι αυτό το είδος κάλυψης είναι αναγκαίο αν θέλουμε να εντοπίσουμε τις παράνομες διασυνδέσεις του».
Το FBI πήρε την άδεια να παγιδεύσει με κοριούς δωμάτια και τηλέφωνα, και τελικά ο κοριός της σουίτας 401 απέδωσε καρπούς: ο Σίγκελ μαγνητοφωνήθηκε να συζητάει για τα συμφέροντά του στο Βέγκας με την Ανατολική Ακτή και με τους υπαρχηγούς του. Έτσι, το FBI είχε πλέον ακλόνητες αποδείξεις ότι η μαφία δεν σκόπευε να παραιτηθεί. Και πάλι όμως, οι πράκτορες δεν μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν κάποια υπόθεση σε βάρος του κι έτσι ο Χούβερ έπαιξε ένα δυνατό χαρτί που λίγο έλειψε να καταστρέψει τον Μπάγκσι. Ο Ουόλτερ Ουίντσελ ήταν ένας σημαντικός ραδιοφωνικός παραγωγός με μια δημοφιλή 15λεπτη κυριακάτικη κουτσομπολίστικη εκπομπή στο εθνικό ραδιόφωνο και στις 14 Ιουλίου 1946 ξεμπρόστιασε τον Σίγκελ με την εξής δήλωση: «Σύμφωνα με το FBI, ένας σημαντικός κομπιναδόρος της Δυτικής Ακτής προσπαθεί να επιβληθεί σε έναν σημαντικό εκδότη της Δυτικής Ακτής, αποβλέποντας στα συμφέροντά του σε ξενοδοχείο της Δυτικής Ακτής».
Ο Σίγκελ έγινε έξαλλος, επειδή κινδύνευε η προσπάθειά του να νομιμοποιηθεί ενώ βρισκόταν στη διαδικασία της έκδοσης των αδειών για το ξενοδοχείο, τα τυχερά παιχνίδια και το αλκοόλ. Έβαλε έναν από τους άνδρες του να τηλεφωνήσουν στον Ουίντσελ και να τον απειλήσουν. Έτσι, ο Ουίντσελ μπήκε έμμεσα στο στόχαστρο ενός εξοργισμένου αφεντικού της μαφίας. «Ο Ουίντσελ αναγνώρισε την πηγή του ως τον Διευθυντή», αναφέρει η σύνοψη της τηλεφωνικής υποκλοπής του FBI που είχε γίνει στο «Λεβητοστάσιο» του κλαμπ «Λας Βέγκας». «Όταν πληροφορήθηκε ότι ο Σίγκελ και ο [Λογοκριμένο] ήταν αναμεμειγμένοι, αναφώνησε: “Θεέ μου, τι λάθος έκανα. Μπορεί να έγινα αιτία για να χάσουν την άδεια του ξενοδοχείου (ο Σίγκελ και ο [Λογοκριμένο]);”». Πιστεύεται ότι το όνομα που είχε λογοκρίνει το FBI είναι κάποιου υψηλόβαθμου μαφιόζου του Σικάγο.
Στη συνέχεια, ο κοριός στη Σουίτα 401 κατέγραψε έναν έξαλλο Σίγκελ να προβαίνει σε θρασύτατες δηλώσεις στη φιλενάδα του. «Ας μου πει εκείνος από πού το έμαθε», είπε απειλητικά, εννοώντας τον Χούβερ, πριν αρχίσει να κομπάζει ότι θα έβαζε τους ανθρώπους του να του φέρουν τον Χούβερ για να του αποσπάσει με το ζόρι ποιος ήταν ο πληροφοριοδότης του. Λεονταρισμοί ενός ανθρώπου που ως γνωστόν ήταν φοβερά ευέξαπτος. Όταν όμως ένας από τους ισχυρότερους και πιο επικίνδυνους ανθρώπους του υποκόσμου στις Ηνωμένες Πολιτείες απειλεί να ασκήσει βία σε βάρος του διευθυντή του FBI, ακόμα κι αν η απειλή είναι κούφια, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Τη συζήτηση κατέγραψε με λεπτομέρειες σε τρεις δακτυλογραφημένες σελίδες ο ειδικός πράκτορας Α. Ρόζεν και την έστειλε αεροπορικώς στο αρχηγείο του FBI στην Ουάσινγκτον.
Ο Μπάγκσι μπορεί να είχε τον σεβασμό των ομοτίμων του, αλλά αυτή τη φορά το παράκανε. Στις 9.30 π.μ. της 21ης Ιουλίου 1946 προσπάθησε να καθησυχάσει τον Μέγιερ Λάνσκι: «Α, με κάλεσε ο τύπος. Ήξερα πως είχα κάτι να σου πω». Ο Σίγκελ ολοκλήρωσε τη συνομιλία υποβαθμίζοντας την κατάσταση με το FBI. «Χθες βράδυ μού διάβασε ένα γράμμα που μόλις είχε λάβει από τον Ουίντσελ. Εκείνος [ο Ουίντσελ] λέει πως δεν είχε καμία απολύτως σχέση. Είπε: “Θέλω να καταλάβεις ότι ο άλλος είναι καλύτερος φίλος από σένα. Δεν θα το έκανα ούτε σε ένα εκατομμύριο χρόνια. Ο άνθρωπος που νόμιζα πως ήταν είναι ο [Λογοκριμένο]”. Είπε: “Πήγα αμέσως στον δικό μου που μου το έδωσε”, κι έπειτα του λέει πως είναι ο κύριος Χούβερ, το καταλαβαίνεις; Λέει “Θέλω να πω στον φίλο μας πως όταν βγω έξω θα εξηγήσω την όλη κατάσταση”, δεν θα το έκανα ούτε με ένα εκατομμύριο δολάρια. Εκείνος [ο Ουίντσελ] είπε ότι δεν θα το έκανα ποτέ επειδή παρακάτω του είπε πώς μπορεί να με έβλαπτε εδώ πέρα. Όμως διαπίστωσα πως είναι ακόμα ο ίδιος. Οπότε, θα σου πω όταν βρεθούμε». Τάνενμπάουμ (αριστερά) και Ρελές (δεξιά), μέλη της εταιρείας δολοφόνων του Μπάγκσι Σίγκελ
Κατά τη δημιουργία της αυτοκρατορίας του στη Δυτική Ακτή, 3.000 χιλιόμετρα μακριά από τα αφεντικά του, ίσως ο Σίγκελ να είχε ξεχάσει για ποιους δούλευε, επειδή οι κοφτές και επιφυλακτικές απαντήσεις του Λάνσκι έδειχναν ότι δεν το έχαφτε. Αργότερα ο Ουίντσελ είπε ότι ο Χούβερ ουδέποτε είχε στείλει κάποια απολογητική επιστολή κι έτσι ο Νεοϋορκέζος αρχιμαφιόζος μπορεί να κατάλαβε αμέσως την μπλόφα του Σίγκελ.
Και πάλι όμως, ο Μπάγκσι έμελλε να γλιτώσει από πολλά άλλα προτού οι εταίροι του στην Ανατολική Ακτή ζητήσουν πίσω αυτά που τους χρωστούσε. Το καλοκαίρι στο Λας Βέγκας ο υδράργυρος συχνά ανεβαίνει στους 40 βαθμούς και τον Αύγουστο του 1946 ο Σίγκελ αισθανόταν τη ζέστη της ερήμου. Η τηλεφωνική υπηρεσία του, η TransAmerica, αντιμετώπιζε δυσκολίες και τους αμέσως επόμενους μήνες τα κέρδη θα μειώνονταν, με αποτέλεσμα άλλη μία αμήχανη τηλεφωνική συνομιλία με τον Λάνσκι. Βρισκόταν, επίσης, στα μισά της διαδικασίας για ένα επίπονο διαζύγιο με την πρώτη του σύζυγο, ενώ το FBI έψαχνε τρόπο να τον κατηγορήσει για απάτη σε βάρος της κυβέρνησης, καθώς ο Σίγκελ προσπαθούσε να χτίσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα και φθηνότερα το Φλαμίνγκο. Η δωροδοκία αξιωματούχων και η παραβίαση των κανόνων ήταν δεύτερη φύση για τον Μπάγκσι (έπειτα, βέβαια, από την κτηνώδη συμπεριφορά του) και είχε τρόπους να ελίσσεται για να ξεπερνά τα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Προφανώς, ούτε η κοινότητα του Λας Βέγκας ήθελε ένα πολυτελές ξενοδοχείο-καζίνο που θα το διηύθυνε η μαφία. Ένας οργισμένος Ρίτσαρντ Κινγκ έγραψε σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε την 1η Αυγούστου στη Las Vegas Τribune: «Το Φλαμίνγκο, ένα πελώριο θέρετρο του τζόγου, τελεί υπό κατασκευή στην Εθνική Οδό 91 και, καθώς το κόστος του υπολογίζεται να φτάσει τα 3 εκατομμύρια δολάρια, υπόσχεται να γίνει το πιο κομψό κλαμπ της χώρας. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, μια κατασκευή αυτού του είδους μπορεί να γινόταν ανεκτή και πολλοί μπορεί να την υποδέχονταν ως μία ακόμα επιχείρηση που θα βάλει το Λας Βέγκας στον χάρτη. Προς το παρόν όμως, η ανέγερση ενός άλλου θερέτρου τέτοιου μεγέθους για τυχερά παιχνίδια προκαλεί δυσμενή σχόλια, ιδίως ανάμεσα σε βετεράνους που μάταια προσπαθούν να αγοράσουν υλικά για το σπίτι που θεωρούν ότι δικαιούνται να χτίσουν για τις οικογένειές τους. Οι εργολάβοι και οι εταιρείες οικοδομικών υλικών υποστηρίζουν ότι δεν έχουν υλικά για το χτίσιμο σπιτιών. Κατά κάποιο τρόπο όμως, φαίνεται ότι οι κατασκευαστές λεσχών με τυχερά παιχνίδια δεν έχουν πρόβλημα να βρίσκουν ό,τι θελήσουν…».
Όπως όμως αποδείχτηκε, τα 3 εκατομμύρια (πάνω από 36 εκατομμύρια δολάρια σήμερα) ήταν μια πολύ συντηρητική εκτίμηση. Το πρόβλημα ήταν πως, ενώ ο Σίγκελ είχε τη σωστή ιδέα για ένα εκθαμβωτικό Βέγκας με τη μαφία να διευθύνει την παράσταση, δεν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να υλοποιήσει αυτό το όραμα. Ξάφριζε χρήματα απ’ όπου μπορούσε, ακόμα κι αν τα μέλη του οικοδομικού συνεργείου του μετέφεραν πανάκριβα υλικά από τη μια πόρτα και τα έβγαζαν από την άλλη, μόνο και μόνο για να τα ξαναπουλήσουν στο έργο την επομένη. Ο προϋπολογισμός του άρχιζε να εκτροχιάζεται, η Κομητεία Κλαρκ αρνιόταν να του δώσει άδεια για τυχερά παιχνίδια και αλκοόλ, και τώρα το FBI τον ερευνούσε για δωροδοκία.
Προφανώς, ο Σίγκελ δωροδοκούσε τους διάφορους αρμόδιους αξιωματούχους με μπίρα. Χρειάστηκαν άλλοι τέσσερις μήνες μέχρι τελικά να τακτοποιήσει τις άδειες και το ξενοδοχείο-καζίνο Φλαμίνγκο μπορούσε πλέον να λειτουργήσει. Ο Σίγκελ ήθελε μια γερή πρώτη μπάζα για να αντισταθμίσει αυτό που απειλούσε να καταντήσει μια άχρηστη πολυτέλεια αξίας 6 εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά το ξενοδοχείο δεν είχε τελειώσει ακόμα και η μοίρα έπαιξε έναν άσχημο ρόλο με το φιάσκο της 26ης Δεκεμβρίου 1945. Οι κεραυνοί είχαν εμποδίσει την απογείωση των αεροπλάνων που ήταν γεμάτα πρόθυμους τζογαδόρους από το Λος Άντζελες κι έτσι πολλοί από τους καλεσμένους του Σίγκελ δεν έφτασαν ποτέ. Ούτε οι σουίτες των καλεσμένων ήταν ακόμα έτοιμες κι έτσι μετά το τέλος του ψυχαγωγικού προγράμμα τος, το οποίο περιελάμβανε τον κωμικό και μουσικό Τζίμι Ντουράντε και την μπάντα του Ξαβιέρ Κούγκατ, για το «Σπουδαιότερο Ξενοδοχειακό Θέρετρο της Δύσης», καλεσμένοι και τζογαδόροι επέστρεψαν σε άλλα καζίνα του Βέγκας, όπου μπορούσαν να ποντάρουν και να πίνουν όλη νύχτα προτού επιστρέψουν στις σουίτες τους.
Όμως, και στα ανατολικά ετοιμαζόταν να ξεσπάσει καταιγίδα. Ο Λάνσκι, παλιός φίλος του Σίγκελ, συγκρατούσε την Κόζα Νόστρα, αλλά οι επενδυτές του άρχιζαν να ανυπομονούν. Έναν μήνα αργότερα το Φλαμίνγκο ξανάκλεισε. Άνοιξε πάλι τον Μάρτιο του 1947 και τον Μάιο είχε κέρδος 250.000 δολάρια. Κάποιοι υποψιάζονταν ότι ήταν πλέον αργά για τον Μπάγκσι. Το βράδυ της 20ής Ιουνίου 1947, το αφεντικό του καζίνου διάβαζε την εφημερίδα στο καθιστικό του μεγάρου της Βιρτζίνια Χιλ, όταν ένας άγνωστος δολοφόνος τον πυροβόλησε επανειλημμένα με μια στρατιωτική καραμπίνα πετυχαίνοντάς τον δύο φορές στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού. Σε μια διεστραμμένη κάλυψη του γεγονότος, οι εφημερίδες πρόβαλαν ιδιαίτερα το γεγονός ότι το αριστερό μάτι του Σίγκελ είχε βγει από την κόγχη του και βρέθηκε στην άλλη άκρη του δωματίου. Η μοίρα του Φλαμίνγκο και το μέλλον της μαφίας στο Βέγκας ταυτίστηκαν με τον Μπάγκσι. Ο Λάνσκι ανέλαβε τη διεύθυνση του πολυτελούς ξενοδοχείου, η επιτυχία του εξασφαλίστηκε και η μαφία άρχισε να ξαφρίζει τα εβδομαδιαία κέρδη. Ποιος να το φανταζόταν; Τα επόμενα χρόνια η Κουβανική Επανάσταση θα έδιωχνε τη μαφία από τα καζίνα της Αβάνας και η Αμερική στράφηκε στην Πόλη του Λαμπρού Φωτισμού για τις συγκινήσεις της, ενώ ο Λάνσκι και οι συνεργάτες του έριχναν ήδη τις επιβλητικές τους σκιές πάνω από την έρημο.
Ο Μπάγκσι Σίγκελ βρίσκεται νεκρός
Ποιος σκότωσε τον Μπάγκσι
Κανείς δεν ξέρει ποιος ξέκανε τον Σίγκελ, αλλά υπάρχουν αρκετοί που είχαν πολλούς λόγους για να τον θέλουν νεκρό:
- Μαφιόζικο νοικοκυριό: Η διαβόητη σύσκεψη της Άβάνας τον Δεκέμβριο του 1946 ήταν μια συνάντηση αρχηγών της Κόζα Νόστρα του παλιού κόσμου και της αμερικανικής μαφίας προκειμένου να συζητηθούν δουλειές και κανονισμοί της μαφίας, και να επιλυθούν οι διαφορές τους. Ο Μπάγκσι δεν είχε προσκληθεί – εν μέρει, επειδή ήταν πολύ απασχολημένος με το άνοιγμα του Φλαμίνγκο. Σύμφωνα όμως με κάποιους, υπήρχε άλλος ένας λόγος: ο Λουτσιάνο και η παρέα του ήθελαν να συζητήσουν τι θα έκαναν με τον όλο και πιο αλαζονικό Σίγκελ και με τον πακτωλό των χρημάτων που κέρδιζε στην έρημο.
- Προληπτικό χτύπημα: Σε πρόσφατη συνέντευξη, η Μπι Σέντγουεϊ, η γυναίκα του Μο Σέντγουεϊ, του υπαρχηγού και συνεταίρου του Σίγκελ στο Φλαμίνγκο, αποκάλυψε ότι ο Σίγκελ είχε απειλήσει τη ζωή του συζύγου της. «Θα βουτήξω τον Μο», είχε πει όταν ανακάλυψε ότι εκείνος έστελνε στον Λάνσκι πληροφορίες για τους παραποιημένους λογαριασμούς του Φλαμίνγκο. «Θα κομματιάσω το σώμα του και θα το πετάξω στον σκουπιδοτενεκέ της κουζίνας του Φλαμίνγκο». Η Μπι κάλεσε τον εραστή της, έναν ογκώδη άνδρα ονόματι Μάθιου «Μουζ» Πάντζα, και τον θερμοπαρακάλεσε να προστατεύσει τον σύζυγό της.
- Μια περιφρονημένη γυναίκα: Η σχέση του Σίγκελ με τη φιλενάδα του, Βιτζίνια Χιλ, ήταν θυελλώδης. Ήταν πολύ κτητική και γινόταν έξαλλη όταν ο Μπάγκσι μιλούσε σε άλλες γυναίκες. Ήταν εξίσου ύπουλη μ’ αυτόν κι έτσι, όταν έφυγε για την Ελβετία και απέσυρε 2,5 εκατομμύρια δολάρια που ο Μπάγκσι είχε καταθέσει σε ελβετική τράπεζα, οι λογιστές της μαφίας δεν άργησαν να τα εντοπίσουν στο Φλαμίνγκο. Μήπως άραγε κάλυπτε τα ίχνη της;