Η ενέδρα, η εκτέλεση και το πλήθος που προσπάθησε να πάρει ένα… σουβενίρ από τα πτώματα
Είχαν περάσει ήδη τέσσερα χρόνια από τη μέρα που ο Κλάιντ Τσάμπιον Μπάροου συνάντησε για πρώτη φορά την Μπόνι Ελίζαμπεθ Πάρκερ στο σπίτι μια φίλης της στο Ντάλας του Τέξας. Το ζευγάρι είχε ήδη διαπράξει δεκάδες ληστείες και δολοφονίες. Ο χρόνος τους τελείωνε. Στις 16 Μαΐου 1934 η εφημερίδα The Dallas Journal κυκλοφόρησε με ένα σκίτσο. Μια ηλεκτρική καρέκλα, τα ονόματα Μπόνι και Κλάιντ και μια επιγραφή με τη λέξη «Reserved» (ρεζερβέ). Μια εβδομάδα μετά, η δράση του θρυλικού ζευγαριού του εγκλήματος θα λάμβανε τέλος.
H ενέδρα
Ο ρέιντζερ Φρανκ Χάμερ είχε αναλάβει το κυνήγι της συμμορίας (το ζευγάρι είχε και συνεργούς). Παρότι είχε αποσυρθεί ο Χάμερ επανήλθε μόνο για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Από τον Φεβρουάριο του 1934 μελετούσε τις κινήσεις της συμμορίας. Παρατήρησε ότι είχαν μια συγκεκριμένη μεθοδολογία και ακολουθούσαν σταθερά ένα δρομολόγιο.
Ο Χάμερ συνέστησε μια ομάδα έξι ατόμων η οποία αποτελούNταν από αστυνομικούς του Τέξας και της Λουιζιάνα. Στις 21 Μαΐου 1934 έλαβαν μια πληροφορία ότι η Μπόνι και ο Κλάιντ σχεδίαζαν να επισκεφθούν τον συνεργό τους, Άιβι Μέθβιν στο Μπιένβιλ Πάρις (Λουιζιάνα).
Έστησαν λοιπόν μια ενέδρα στον αυτοκινητόδρομο 154 στη Λουιζιάνα και περίμεναν. Η 22α Μαΐου πέρασε χωρίς να εμφανιστεί το ζευγάρι. Το πρωινό της 23ης Μαΐου οι αστυνομικοί, απογοητευμένοι και θεωρώντας πλέον ότι η πληροφορία ήταν λανθασμένη, ετοιμάζονταν να αποχωρήσουν από το σημείο.
Η εκτέλεση
Στις 09:15 άκουσαν ένα όχημα να πλησιάζει με μεγάλη ταχύτητα. Είχαν ήδη τοποθετήσει το φορτηγάκι του Μέθβιν στην άκρη του δρόμου. Ήλπιζαν πως μόλις το ζευγάρι το δει θα το αναγνωρίσει και θα σταματήσει. Το όχημα ήταν πράγματι το Ford V8 του Κλάιντ Μπάροου. Το σχέδιο των αστυνομικών λειτούργησε. Εντοπίζοντας το φορτηγάκι ο Μπάροου έκοψε ταχύτητα. Πριν καν δοθεί εντολή και με το Ford ακόμα εν κινήσει ο Πρέντι Μόρελ Όκλεϊ άνοιξε πυρ. Ο Κλάιν Μπάροου δέχθηκε τις σφαίρες στο κεφάλι και πέθανε επί τόπου. Στην επίσημη αναφορά τονίζεται ότι άκουσαν την Μπόνι Πάρκερ να ουρλιάζει.
Ακολούθησε ένας καταιγισμός πυρών. Η ομάδα των αστυνομικών άδειασε τα όπλα της γαζώνοντας με 130 σφαίρες το αυτοκίνητο.
«Ο καθένας από τους έξι αστυνομικούς είχε μια καραμπίνα, ένα πολυβόλο και πιστόλι. Ανοίξαμε πυρ με τα πολυβόλα. Τα αδειάσαμε πριν καν το αυτοκίνητο μας φτάσει. Μετά χρησιμοποιήσαμε τις καραμπίνες. Καπνός έβγαινε από το αυτοκίνητο και έμοιαζε να έχει πάρει φωτιά. Αφού αδειάσαμε τις καραμπίνες ρίξαμε και με τα πιστόλια στο αυτοκίνητο που πλέον μας είχε προσπεράσει και είχε πέσει σε ένα αυλάκι. Είχε σχεδόν αναποδογυρίσει. Συνεχίσαμε να ρίχνουμε ακόμα και όταν είχε ακινητοποιηθεί. Δεν θέλαμε να ρισκάρουμε» αναφέρει επίσημη μαρτυρία. Τονίζεται επίσης πως λόγω του θορύβου από τον καταιγισμό των πυρών οι αστυνομικοί έχασαν για λίγο την ακοή τους.
Σε ανάλυση που έγινε στο φιλμ που τραβήχτηκε από το αυτοκίνητο εντοπίστηκαν 112 τρύπες από σφαίρες. Στην αναφορά του ο ιατροδικαστής έγραψε πως ο Κλάιντ Μπάροου είχε συνολικά 17 τραύματα και η Μπόνι Πάρκερ 26. Είχαν δεχθεί πολλές σφαίρες στο κεφάλι. Στο Ford βρέθηκαν περίπου δέκα όπλα, χιλιάδες σφαίρες και 15 πινακίδες από διαφορετικές πολιτείες.
Σουβενίρ…
Η είδηση της ενέδρας έγινε γρήγορα γνωστή και πλήθος άρχισε να συγκεντρώνεται στο σημείο. Δύο αστυνομικοί είχαν μείνει να φρουρούν τα πτώματα και το όχημα αλλά έχασαν τον έλεγχο. Ο κόσμος προσπαθούσε με κάθε τρόπο να πάρει κάτι από το σημείο με σκοπό να το πουλήσει. Μάζευαν κάλυκeς και ματωμένα κομμάτια γυαλιού. Μια γυναίκα κατάφερε να κόψει μια μπούκλα από τα μαλλιά της Μπόνι και άλλοι πήραν κομμάτια από τα ρούχα των πτωμάτων.
Ο Τεντ Κας Χίντον, ένας από τους αστυνομικούς που βρισκόταν στο σημείο, αναφέρει: «Σχεδόν όλοι άρχισαν να μαζεύουν σουβενίρ. Κάλυκες, γυαλιά και κομμάτια από τα ρούχα των νεκρών. Ένας άντρας άνοιξε το σουγιά του και προσπάθησε να κόψει το αριστερό αυτί του Κλάιντ. Ένας άλλος ήθελε να πάρει τον δείκτη με τον οποίο πατούσε την σκανδάλη» ήταν άρρωστο». Ο Χίντον ζήτησε βοήθεια για να απομακρύνουν το πλήθος.
Με τα πτώματα ακόμα μέσα οι αρχές μετέφεραν με γερανό το Ford σε γραφείο τελετών στο κέντρο της πόλης Αρκέιντια (Λουιζιάνα). Ο Μπουτς Μπέιλι ήταν αυτός που ανέλαβε να ταριχεύσει τα πτώματα για να διατηρηθούν.
Μέσα σε λίγες ώρες στην πόλη συγκεντρώθηκε τεράστιο πλήθος. Κόσμος ερχόταν με τρένα, άμαξες και αυτοκίνητα. Σύμφωνα με αναφορές οι τιμές του αλκοόλ και του φαγητού εκτοξεύθηκαν λόγω της ξαφνικής τεράστιας ζήτησης.
Ο πατέρας του Κλάιντ Μπάροου, Χένρι πήγε στο γραφείο τελετών και αναγνώρισε τον γιό του. Στην αναγνώριση βοήθησαν και οι Έιτς Ντι Ντάρμπι και Σοφία Στόουν τους οποίος είχαν απαγάγει το 1933 η Μπόνι και ο Κλάιντ. Ο Ντάρμπι είχε γραφείο τελετών και όταν το είχε πει στην Μπόνι αυτή γελώντας του απάντησε: «Ίσως μια μέρα με αναλάβεις». Πράγματι βοήθησε τον Μπέιλι στην ταρίχευση των πτωμάτων.
Χώρισαν μετά τον θάνατο
Η Μπόνι και ο Κλάιντ είχαν εκφράσει την επιθυμία να θαφτούν σε διπλανούς τάφους αλλά η οικογένεια Πάρκερ δεν το επέτρεψε. Στις 26 Μαΐου 1933 η Μπόνι Πάρκερ κηδεύτηκε στο νεκροταφείο Φιστραπ στο Ντάλας. Πάνω από 20.000 άτομα έδωσαν το παρών ενώ ήταν εντυπωσιακό το πόσα λουλούδια είχαν σταλεί. Το 1945 η σορός της μεταφέρθηκε στο νέο νεκροταφείο Κράουν Χιλ επίσης στην πόλη του Τέξας.
Στο τάφο της τοποθετήθηκε μια επιγραφή η οποία αναφέρει: «Όπως τα λουλούδια γίνονται πιο όμορφα από τον ήλιο και τη δροσιά έτσι και αυτός ο παλιόκοσμος έγινε φωτεινότερος από τις ζωές ανθρώπων όπως εσύ».
Ο Κλάιντ Μπάροου κηδεύτηκε στις 25 Μαΐου 1933 στο νεκροταφείο Γούεστερν Χάιτς στο Ντάλας, δίπλα στον αδελφό του Μάρβιν. Στον τάφο τοποθετήθηκε μια επιγραφή που αναφέρει «Έφυγε αλλά δεν ξεχάστηκε». Μέχρι σήμερα η ανιψιά της Μπόνι Πάρκερ, η τελευταία εν ζωή συγγενής της, προσπαθεί να πείσει τις αρχές να μεταφέρουν τη σορό της θείας της δίπλα σε αυτή του Κλάιντ Μπάροου. «Ήταν αχώριστοι στη ζωή, πέθαναν μαζί, είναι θλιβερό που τους χώρισαν μετά τον θάνατο» τονίζει.