Τα τελευταία τρία χρόνια, στο πλαίσιο έρευνας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας για τη μελέτη συντήρησης του μεγάλου οικοδομικού συγκροτήματος των Αιγών που βρίσκεται κοντά στη βορειοδυτική πύλη του τείχους και την ταφική συστάδα των βασιλισσών, ήρθαν στο φως νέα εξαιρετικά ενδιαφέροντα ευρήματα που αποσαφηνίζουν την εικόνα του και βοηθούν να αναγνωριστεί η λειτουργία του.
«Οι επιγραφές των κεραμιδιών μας βοηθούν να συσχετίσουμε το κτίριο που σκάβουμε, με τη λατρεία των μελών της βασιλικής οικογένειας. Πρόκειται για ένα κτίριο του 4ου αιώνα π.Χ. με μια μεγάλη επιδιόρθωση στα χρόνια του Φιλίππου του 5ου, τέλος 3ου αρχές 2ου αιώνα π.Χ.. Από αυτή τη φάση έχουμε αυτά τα δάπεδα, τα κονιάματα, τη στέγη, ειδώλια, στοιχεία που μας παραπέμπουν σε ιερό», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η προϊσταμένη της ΕΦΑ Ημαθίας Αγγελική Κοτταρίδη.
Κατά τις εργασίες βρέθηκε και ένα σπάνιο εύρημα. Ένα ποίημα, το οποίο πρόκειται μάλλον για άσκηση μαθητή, πάνω σε ένα αγγείο, «πολύ ενδιαφέρον και πολύ ιδιαίτερο», σημειώνει η κ. Κοτταρίδη, η οποία θα παρουσιάσει τα «Νέα ευρήματα στο άστυ των Αιγών» στο 33ο Αρχαιολογικό Συνέδριο για τις ανασκαφές στη Μακεδονία και τη Θράκη (22-24/4), που θα πραγματοποιηθεί διαδικτυακά.
Η στενή σχέση με τη βασιλική οικογένεια
Χτισμένο όπως το ανάκτορο και οι ναοί με πολύτιμο πωρόλιθο που φθάνει στις Αιγές από τα λατομεία του Βερμίου, διανύοντας μια απόσταση 10-20 χλ. το συγκρότημα αποτελείται από μια αλληλουχία τετράγωνων και ορθογώνιων χώρων μερικοί από τους οποίους ξεπερνούν τα 100 τμ που οργανώνονται κανονικά γύρω από μια μεγάλη αυλή (έχει αποκαλυφθεί η νότια και τμήμα της ανατολικής και δυτικής πλευράς του). Στα ανατολικά ξεχωρίζει ένας ναόσχημος χώρος με πολύ βαθύ πρόδομο και δύο δωρικούς κίονες που βλέπει προς την αυλή.
Το οικοδόμημα αποκτά τη βασική του μορφή πριν από το τέλος του 4ου προχριστιανικού αιώνα, αλλά στα χρόνια του Φιλίππου Ε’ (221-179 π.Χ.) γίνονται εκτεταμένες εργασίες ανακαίνισης. Σε αυτή τη φάση υπάρχουν δάπεδα με μαρμαροθετήματα, όπως αυτά του ανακτόρου, οι τοίχοι καλύπτονται με πολύχρωμα κονιάματα, στα οποία κυριαρχεί το πορφυρό, χωρίς να λείπουν οι ώχρες και τα πράσινα, και αρθρώνονται με ανάγλυφες αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις που προοιωνίζονται τις διακοσμήσεις των σπιτιών της Πομπηίας. Όπως το ανάκτορο τα ιερά και τα τείχη το συγκρότημα καταστρέφεται στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. μετά την οριστική κατάληψη της Μακεδονίας από την στρατιά του Μέτελλου, ωστόσο, αμέσως μετά την καταστροφή, ξαναχτίζεται ένα τμήμα της δυτικής του πτέρυγας και κάποιοι χώροι δίπλα στην ανατολική, ενώ στα χρόνια του Αυγούστου (31 π.Χ.-14 μ.Χ.), ένα μεγάλο περιστύλιο (1.000 τ.μ.) προστίθεται στα νοτιοανατολικά του μαζί με ένα συνοδό κτήριο με αίθριο, οικοδομική δραστηριότητα ιδιαίτερα αξιοσημείωτη για τις Αιγές που βρίσκονται πια σε περίοδο συρρίκνωσης και παρακμής.
«Η μορφή, οι διαστάσεις και η επιμελημένη κατασκευή του, τα πλούσια υλικά και τα διακοσμητικά στοιχεία, αλλά και η εμμονή στην χρήση του χώρου δείχνουν ότι πρόκειται για ένα δημόσιο οικοδόμημα», σημειώνει η προϊσταμένη της ΕΦΑ Ημαθίας. «Μονόλιθοι βωμοί, ένα μαρμάρινο τραπεζοφόρο, τμήματα από μια μαρμάρινη ζωφόρο με εντυπωσιακό φυτικό κόσμημα και ειδώλια θεοτήτων που βρέθηκαν στο σημείο παρά την άγρια λεηλασία, δημιουργούσαν την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα συγκρότημα ιερού μια εντύπωση που φαίνεται να επιβεβαιώνεται με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο μόλις αρχίσαμε να ερευνούμε το στρώμα των κεραμιδιών της πεσμένης στέγης του που κάλυπτε τον χώρο».
Σφραγίδες με τη Μακεδονική ασπίδα, το σύμβολο που χρησιμοποιούν οι Μακεδόνες βασιλείς των ελληνιστικών χρόνων στα νομίσματά τους, και ταμπέλες με το όνομα ΑΜΥΝΤΟΥ, αποτυπωμένες στα κεραμίδια της στέγης του, φανέρωσαν την στενή σχέση του με την βασιλική οικογένεια και όχι μόνον: Όπως συμβαίνει με τα κεραμίδια με την αντίστοιχη επιγραφή ΠΕΛΛΗΣ, το αναγραφόμενο όνομα δηλώνει τον κτήτορα που στο συγκεκριμένο ιερό κτήριο, τουλάχιστον σε έναν τμήμα του, δεν μπορεί να είναι άλλος από τον ηρωοποιημένο Αμύντα Γ΄, πατέρα του Φιλίππου Β΄ που είναι γνωστό από τις πηγές ότι λατρεία του υπήρχε και στην γειτονική Πύδνα. Η σύζυγος του Αμύντα Ευρυδίκη, στο άγαλμα που ανατέθηκε στο ιερό της Εύκλειας στις Αιγές, απεικονίζεται στο σχήμα της Ήρας και σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι στα χρόνια των Αντιγονιδών γύρω από το άγαλμα της βασίλισσας-μητέρας κατασκευάσθηκε ναόσχημο κτίσμα.
Μια άσκηση μαθητή, ποίημα για το πέρασμα του χρόνου
«Η λατρεία του Αλέξανδρου και της γενιάς του στα χρόνια των διαδόχων ήταν πηγή νομιμοποίησης της εξουσίας τους και, όπως όλα δείχνουν, το μεγάλο κτηριακό συγκρότημα που αποκαλύπτουμε στην πατρογονική βασιλική καθέδρα των Τημενιδών, όπου και οι τάφοι τους ήταν ένα από τα κέντρα της, που το 2020 μας χάρισε ακόμη ένα εξαιρετικά πολύτιμο και απροσδόκητο εύρημα: Σε μια ταπεινή πήλινη κούπα που βρέθηκε σπασμένη στο στρώμα καταστροφής του 2ου π.Χ. αιώνα, κάποιος, ίσως ένας μαθητής που μπέρδευε το ο με το ω και το ει με το ι, κάνοντας τα γυμνάσματα του, χάραξε προσεκτικά σαν να έγραφε σε πάπυρο ένα ποίημα, ένα επίγραμμα ανώνυμου συγγραφέα, που εδώ μας παραδίνεται στην πιο παλιά και αυθεντική μορφή του: «το ρόδον ακμάζει βαιόν] χρόνον· εάν δε παρέστη ζητών ευρήσεις ου ρόδον, αλλά βάτον», το τριαντάφυλλο ανθίζει για λίγο και αν ο χρόνος του περάσει και το αναζητήσεις δεν θα βρεις πια λουλούδι, αλλά αγκάθια.
Γνωστό από την Παλατινή ανθολογία, το επίγραμμα των Αιγών παροτρύνει τον αναγνώστη να μην σπαταλάει τον χρόνο που κυλά ανελέητα και μας δίνει με τον πιο άμεσο και στην κυριολεξία πρωτότυπο τρόπο μια εικόνα της πνευματικής κίνησης στην αρχαία μητρόπολη των Μακεδόνων την στιγμή της τελευταίας αναλαμπής της. «Το πρώτο εύρημα είναι πολύ μεγάλης σημασίας για την ευρύτερη κατανόηση της πόλης και της ιστορίας, το δεύτερο όμως είναι πολύ συγκινητικό», υπογραμμίζει η κ. Κοτταρίδη.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ