Νίκος Ρίζος: 100 χρόνια από τη γέννηση του γίγαντα της κωμωδίας

Κοινοποίηση:
rizos

Πηγαίο ταλέντο, ο Νίκος Ρίζος ήταν αυτοδίδακτος και για την ακρίβεια αποτέλεσε, ειδικά τη χρυσή δεκαετία του ’50, ένα ολόκληρο κεφάλαιο ερμηνευτικής δεινότητας, μία σχολή κωμωδίας. Δικαιολογημένα, η θρυλική πρωταγωνίστρια του ελληνικού θεάτρου Μαρίκα Κοτοπούλη, όταν τον πρωτοείδε στο σανίδι, στο νούμερο «Το τραμ το τελευταίο», δίπλα στην πληθωρική Σπεράντζα Βρανά, του είπε: «Έλα, Παναγιά μου! Πώς χώρεσε μωρέ σε αυτό το κορμάκι τόσο ταλέντο;».

Επιφανές μέλος της μεγάλης γενιάς κωμικών της μεταπολεμικής Ελλάδας, ο Νίκος Ρίζος, ο πιο αγαπητός και χαρισματικός «κοντός» του εγχώριου θεάματος, ήταν και είναι ένα από τα πιο οικεία πρόσωπα στον ελληνικό λαό και στην ελληνική οικογένεια, μπαινοβγαίνοντας καθημερινά στα σπίτια μας μέσα από τις αμέτρητες ταινίες που έπαιξε -κάποιοι τις ανεβάζουν κοντά στις 300!- κατά βάση ξεκαρδιστικές κωμωδίες. Αυτή η στενή σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ του μεγάλου κωμικού και του ευρύ κοινού, οι συνεχείς επαναλήψεις, οι πασίγνωστες εκφράσεις του, η τυποποίησή του εμποδίζουν ως ένα βαθμό στην κατανόηση του τεράστιου ταλέντου του, τις τεχνικές που ανέπτυξε και έδιναν τον τόνο στις ταινίες, ακόμη και αν κρατούσε δεύτερο ρόλο.

Ο Νίκος Ρίζος γεννήθηκε πριν 100 χρόνια (30 Σεπτεμβρίου 1924), λίγο έξω από την Άρτα και ήρθε στην Αθήνα για να κατακτήσει αρχικά το θεατρικό κοινό και στη συνέχεια τους πάντες, μέσα από τις ταινίες του. Όμως, ο περίφημος «κοντός» υπήρξε και ένας από τους πλέον πετυχημένους και ικανούς θιασάρχες, ανεβάζοντας τεράστιες επιτυχίες, δίνοντας την ευκαιρία σε μεγάλους πρωταγωνιστές να αναδείξουν τις ικανότητές τους, αλλά και να βγάλουν χρήματα, ενώ η φήμη του αθεράπευτου γυναικά τον ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Η αντιγραφή και ο Τόφαλος
Γεννημένος στο Πέτα της Άρτας, από φτωχική οικογένεια, θα τα πάει καλά στα γράμματα, ενώ από έφηβος, για να βγάζει ένα χαρτζιλίκι, θα έρθει σε επαφή με τον κινηματογράφο, αλλάζοντας τις αφίσες από τις προθήκες του σινεμά της γειτονιάς του. Θα κατέβει στην Αθήνα, αμέσως μετά την Κατοχή, με 100 δραχμές στην τσέπη, για να σπουδάσει στην Πάντειο. Τυχαία θα συναντηθεί με τον τότε νεαρό συγγραφέα Ναπολέοντα Ελευθερίου, ο οποίος θα τον προσλάβει ως αντιγραφέα των κειμένων που μοίραζε στους ηθοποιούς. Το πρώτο του χειροκρότημα το πήρε παίρνοντας τον ρόλο του θηριώδη παλαιστή Τόφαλου, όταν ξαφνικά έλειψε ο ηθοποιός που τον ερμήνευε. Γελάς και μόνο με την εικόνα που φέρνεις στο μυαλό σου…

Τυχαία ανακάλυψη
Θα δουλέψει και ως υποβολέας στο θέατρο, μέχρι που ο Αλέκος Σακελλάριος θα τον ανακαλύψει τυχαία, βλέποντάς τον στον περιοδεύοντα θίασο του Νίκου Φέρμα, και θα του δώσει την ευκαιρία της ζωής του. Ενθουσιασμένος ο Σακελλάριος από το ταπεραμέντο και την ευφυή φρεσκάδα που έφερνε στο θέατρο, θα του δώσει το 1948 τον ρόλο του μάγκα στην κλασική επιθεώρηση «Άνθρωποι, Άνθρωποι», κάνοντας όλη την Αθήνα να μιλάει για τον κοντό του ελληνικού θεάτρου. Στη συνέχεια πήρε άδεια ηθοποιού ως εξαιρετικό ταλέντο και συμμετείχε σε σημαντικούς αθηναϊκούς θιάσους μέχρι το 1958.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: