Υπήρξε μια εποχή που το ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν αληθινά μια cult κατάσταση. Όχι πως τώρα δεν είναι αλλά σε κάθε περίπτωση τα πράγματα έχουν γίνει λίγο πιο κυριλέ σε σχέση με παλαιότερες δεκαετίες. Στις αρχές και τα μέσα των 90s ας πούμε, σε μια εποχή που ακόμα οι ομάδες τοπικού ενδιαφέροντος είχαν το δικό τους φανατικό κοινό –κάτι που τώρα είναι εξαιρετικά περιορισμένο φαινόμενο σε σχέση με παλιά- οι μικρομεσαίες ομάδες είχαν κάτι ποδοσφαιριστές σούπερ σταρ δεύτερης διαλογής που χαιρόσουν να τους βλέπεις.
Αν ποτέ φτιαχτεί μια λίστα με κάτι τέτοιους παικταράδες, όχι τον Τζιοβάνι και τον Γκονζάλες και άλλους ξένους που πέρασαν από τους «μεγάλους» δηλαδή αλλά ινδάλματα χαμηλότερου βεληνεκούς, υπάρχει ένα όνομα που δεν γίνεται να λείψει: Αμαέκι Ότιτζι.
Αυτή η παικτούρα ήταν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ονόματα που πέρασαν ποτέ από τις cult γωνίες των ελληνικών γηπέδων. Η φράση που είχε πει κάποτε ο Ζάχος Δόγγανος από το σίριαλ «Εκείνες και εγώ» μάλιστα, είχε προσδώσει ακόμα μεγαλύτερη αίγλη στον μύθο του: «Θλάση ο Ότιτζι! Που πάμε ρεεεε»:
Ο Ότιτζι ήταν ένας Νιγηριανός επιθετικός που συνήθιζε να τινάζει τα δίχτυα των αντιπάλων ομάδων (59 γκολ είχε βάλει στην Ελλάδα) με τη φανέλα πρώτα της Παναχαϊκής και στη συνέχεια με εκείνη του Ιωνικού. Και φυσικά, λατρεύτηκε τόσο στην Πάτρα όσο και στην Νίκαια.
Οι παλιοί μάλιστα από τον κύκλο των δυο ομάδων στις οποίες έπαιξε έχουν να λένε για τις εξωγηπεδικές ιστορίες του σε Πάτρα και Νίκαια. Δεν ήταν μόνο ότι μιλάμε για έναν τύπο που κάποτε πήγε στην προπόνηση με παντόφλες αφήνοντας με ανοιχτό το στόμα συμπαίκτες και προπονητικό επιτελείο. Είναι και ότι μια ζωή ήταν άφραγκος με αποτέλεσμα να ζητάει συνέχεια δανεικά από τους συμπαίκτες του διότι διαρκώς σπαταλούσε τον μισθό του μόλις τις πρώτες μέρες του μήνα.
Ο θρύλος λέει ότι από το 1990 μέχρι το 1995 που έπαιξε στην Παναχαϊκή, υπήρχε ένα πολύ συγκεκριμένο σουβλατζίδικο στην περιοχή που είχε κάνει συμφωνία με την ομάδα ώστε να τρώει εκεί τσάμπα ο Νιγηριανός: πολλές φορές πήγαινε εκεί, έπαιρνε τα σουβλάκια του, έφευγε χωρίς να πληρώσει και στη συνέχεια ο λογαριασμός στελνόταν στον Άρη Λουκόπουλο που πλήρωνε αυτά που έτρωγε ο Ότιτζι.
Κατά τη διάρκεια εκείνης της χρυσής του αγωνιστικής πενταετίας στην Παναχαϊκή, ο Ότιτζι ήταν μόνιμος πόθος του Ολυμπιακού αλλά οι «ερυθρόλευκοι» πάντα έκαναν πίσω την τελευταία στιγμή και δεν τον αποκτούσαν. Οι φήμες για την εξαιρετικά κακή του εξωγηπεδική ζωή και την εμπλοκή του με ανθρώπους του υπόκοσμου ήταν αποτρεπτικές: ο Ότιτζι μπορούσε ακόμα και έτσι να είναι το μεγάλο αστέρι μιας ομάδας όπως η Παναχαϊκή αλλά δύσκολα θα πήγαινε σε μεγάλη ομάδα με όλες αυτές τις φήμες να τον ακολουθούν.
Το ιστορικό 5-5 ανάμεσα στην Παναχαϊκή και τον Απόλλων Καλαμαριάς του 1993 για το οποίο η «πιάτσα» είχε βουίξει πως… δεν ήταν ακριβώς πεντακάθαρο σαν ματς είχε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Ότιτζι: η Παναχαϊκή νικούσε 4-0 με τον Νιγηριανό να έχει βάλει δυο γκολ, μετά έγινε μια εξωπραγματική ανατροπή με τον Απόλλωνα Καλαμαριάς να κάνει το 4-5 και τον Ότιτζι να ισοφαρίζει σε 5-5 στις καθυστερήσεις κάνοντας χατ-τρικ. Οι φήμες λένε πως εκείνη την ημέρα έβγαλε καλά λεφτάκια ο Αμαέκι…
Η σύλληψή του την ίδια χρονιά με 27 γραμμάρια χασίς πάνω του, τα οποία ισχυρίστηκε πως ήταν για προσωπική χρήση, ήταν ένα πταίσμα που ξεχάστηκε γρήγορα αλλά μάλλον υπήρχαν πολύ πιο χοντρές παρανομίες στις οποίες ήταν μπλεγμένος και που δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Πολλοί λένε πως η μετακίνησή του από την Παναχαϊκή στον Ιωνικό το καλοκαίρι του 1995 είχε να κάνει με το ότι το κλίμα της Πάτρας δεν τον σήκωνε άλλο εξαιτίας των μπλεξιμάτων του και ήταν καλύτερο για αυτόν να φύγει από την πόλη.
Αλλά και στον Ιωνικό δεν έγινε καλύτερο παιδί. Με την ολοκλήρωση της δεύτερης σεζόν του στην ομάδα, ο Ότιτζι συνελήφθη μαζί με άλλα εννιά άτομα με την κατηγορία εμπορίου ηρωίνης. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο Ιωνικός τον άφησε ελεύθερο και έφυγε από την Ελλάδα μετά από εφτά χρόνια παρουσίας.
Συνέχισε την καριέρα του σε ομάδες της Γ’ Εθνικής της Γερμανίας μέχρι και το 2003 όταν και σταμάτησε τη μπάλα στα 37 του και αποφάσισε να επικεντρωθεί ανενόχλητος στο άλλο επάγγελμά του, αυτό του εμπορίου ναρκωτικών. Ο Ότιτζι είχε άδοξο τέλος: σκοτώθηκε τον Δεκέμβρη του 2004 στην Κολομβία (δηλαδή πιο «κινηματογραφική» φιγούρα δεν παίζει…) κατά τη διάρκεια ανταλλαγής πυροβολισμών ανάμεσα σε αντίπαλες συμμορίες.
Μεγάλη παικτούρα μέσα στα γήπεδα αλλά αυτό ήταν απλά μια πτυχή του εαυτού του. Η έτερη και μάλλον κυρίαρχη πτυχή του ήταν για τα καλά βουτηγμένη στην παρανομία και τα ναρκωτικά. Όπως και να έχει θα μείνει στις αναμνήσεις μας ως ποδοσφαιριστής και όχι ως γκάνγκστερ και ας αποφάσισε ο ίδιος το αντίθετο.
ΠΗΓΗ: menshouse.gr