Ο Ουαλός μίλησε με δημοσιογράφους για την παραποιημένη έκθεση για τα όπλα που διαθέτει ο Σαντάμ Χουσεΐν. Τελικά αυτό του κόστισε τη ζωή
Τo 2002 η κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ στη Μεγάλη Βρετανία έψαχνε εναγωνίως τρόπους να ενισχύσει το αφήγημα περί όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ. Στόχος ήταν να δικαιολογήσει τη συμμετοχή της στην επικείμενη εισβολή στη χώρα την οποία είχαν σχεδιάσει οι ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους τζούνιορ.
O Ουαλός επιστήμονας, Ντέιβιντ Κέλι συμμετείχε σε δεκάδες αποστολές του ΟΗΕ με στόχο να αποσαφηνιστεί αν το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν διαθέτει ή βρίσκεται σε διαδικασία παραγωγής χημικών-βιολογικών όπλων. Ο Κέλι θεωρούταν μια από τις πλέον αξιοσέβαστες μορφές στον χώρο με εμπειρία δεκαετιών και εμπλοκή σε πολλές παρόμοιες υποθέσεις. Η κυβέρνηση Μπλερ τον προσέλαβε ως σύμβουλο και ο Ουαλός συνυπέγραψε την έκθεση η οποία δημοσιεύθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2002 και αφορούσε το χημικά-βιολογικά όπλα του Σαντάμ. Ο Κέλι ανήκε στην επιτροπή που έκανε τον τελικό έλεγχο στη συγκεκριμένη έκθεση και μάλιστα καταγράφηκαν συνολικά 12 παρατηρήσεις του πάνω στο κείμενο.
Η έκθεση που παρουσιάστηκε στο κοινό όμως ήταν ρετουσαρισμένη με στόχο να ενισχύσει το αφήγημα της κυβέρνησης Μπλερ. Το κείμενο ανέφερε ότι το καθεστώς Σαντάμ διαθέτει χημικά και βιολογικά όπλα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέσα σε 45 λεπτά. Ήταν ένα αυθαίρετο-ψευδές συμπέρασμα το οποίο είχε προστεθεί για να ενισχύσει τη λαϊκή στήριξη στην εισβολή στο Ιράκ. Αυτά τα «45 λεπτά» θα οδηγούσαν και τον Ντέιβιντ Κέλι στον θάνατο…
Οι επαφές με τους δημοσιογράφους
Εκνευρισμένος από το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκε το όνομα του για να παραπλανηθεί το κοινό ο Κέλι άρχισε να μιλάει εμπιστευτικά με δημοσιογράφους. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους εισέβαλαν στο Ιράκ στις 20 Μαρτίου 2003 και την Πρωτομαγιά του ίδιου έτους η επιχείρηση ολοκληρώθηκε χωρίς να βρεθούν τα περιβόητα όπλα μαζικής καταστροφής.
Στις 15 Ιουνίου 2003 ο Observer δημοσίευσε ένα άρθρο με το οποίο διέψευδε τους ισχυρισμούς του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Κόλιν Πάουελ ότι οι Ιρακινοί διαθέτουν κινητές μονάδες χημικών-βιολογικών όπλων. Ο Κέλι είχε επιθεωρήσει τις συγκεκριμένες μονάδες και δεν είχε βρει κανένα στοιχείο που να επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του Πάουελ. Ο Observer δεν ανέφερε το όνομα του και έγραψε απλώς πως πρόκειται για «Βρετανό επιστήμονα, ειδικό στα βιολογικά όπλα». Στο κείμενο ο Κέλι ξεκαθάρισε πως οι μονάδες δεν έχουν καμία σχέση με όπλα. «Είναι αυτό ακριβώς που λένε οι Ιρακινοί, μονάδες για παραγωγή υδρογόνου για να γεμίζεις… μπαλόνια» τόνιζε μεταξύ άλλων.
Αξίζει να σημειώσουμε πως παρά την παραποίηση των συμπερασμάτων ο Ουαλός δεν ήταν κατά της εισβολής στο Ιράκ. Σε κείμενο που έγραψε και τελικά δεν δημοσιεύθηκε υποστήριζε πως το καθεστώς του Σαντάμ δεν σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί να παράγει όπλα μαζικής καταστροφής και τόνισε ότι η μακροχρόνια απειλή θα αποτραπεί μόνο με την αλλαγή καθεστώτος στη χώρα.
Στις 7 Μαΐου 2003 ο Κέλι μίλησε τηλεφωνικώς με τη δημοσιογράφο του BBC, Σούζαν Γουάτς. Μετά άλλων συζήτησαν τον ισχυρισμό των «45 λεπτών». Ο Κέλι τόνισε ότι ήταν λάθος θα μπει στην αναφορά κάτι τέτοιο και κατονόμασε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Άλεϊστεϊρ Κάμπελ ως τον υπεύθυνο. Στις 12 Μαΐου ο Ουαλός επιστήμονας μίλησε πάλι με την Γουάτς. Επτά μέρες μετά ο Ντέιβιντ Κέλι ταξίδεψε στο Κουβέιτ με στόχο να συναντηθεί με μέλη της ομάδας έρευνας στο Ιράκ. Όταν έφτασε εκεί όμως διαπίστωσε ότι δεν είχε εκδοθεί βίζα γι’ αυτόν και επέστρεψε απογοητευμένος στο Νησί.
Η μοιραία συνάντηση
Στις 22 Μαΐου 2003 ο Κέλι συνάντησε τον δημοσιογράφο του BBC, Άντιου Τζίλιγκαν. Η συνάντηση έγινε στο ξενοδοχείο Charing Cross στο Λονδίνο. Από κάποιο σημείο και μετά η συζήτηση εστίασε στην αναφορά που είχε δημοσιεύσει η κυβέρνηση. Ο Κέλι είπε στον δημοσιογράφο πως μια εβδομάδα πριν τη δημοσίευση έγιναν αλλαγές στην αναφορά για να γίνει πιο «σέξι». Χωρίς να υπάρχουν στοιχεία προστέθηκε η πρόταση για τα 45 λεπτά. Τα περισσότερα μέλη της επιτροπής ήταν εκνευρισμένα. Ο Κάμπελ όμως προχώρησε όπως αυτός πίστευε και μάλιστα ρωτούσε αν υπήρχε κάτι άλλο που μπορούσε να προσθέσει για να ενισχυθεί περισσότερο το κυβερνητικό αφήγημα.
Το πρωινό της 29ης Μαΐου 2003 ο Τζίλιγκαν εμφανίστηκε σε εκπομπή του BBC και είπε πως «κορυφαίος αξιωματούχος μας είπε ότι η κυβέρνηση γνώριζε ότι αυτό με τα 45 λεπτά ήταν λάθος και ότι η Downing Street έδωσε εντολή η αναφορά να γίνει πιο σέξι, να γίνει πιο εντυπωσιακή». Η κυβέρνηση Μπλερ διέψευσε άμεσα.
Στις 30 Μαΐου η Γουάτς τηλεφώνησε στον Κέλι και τον ρώτησε αν θεωρεί ότι θα καταλάβουν ότι αυτός ήταν η πηγή. Φανερά αμήχανος της είπε: «Δεν νομίζω ότι θα σκεφτούν ότι ήμουν εγώ. Δεν το πιστεύω. Ίσως το σκεφτούν, ίσως όχι. Δεν ξέρω». Επανάλαβε επίσης την άποψη ότι ο Κάμπελ ήταν αυτός που προσέθεσε την πρόταση για τα 45 λεπτά.
O Τζίλιγκαν επέμεινε στο θέμα και σε άρθρο του κατονόμασε τον Κάμπελ τονίζοντας ότι τον ανέφερε η πηγή του. Ο Κέλι άρχισε να πανικοβάλλεται. Επικοινώνησε με τον Μπράιν Γουέλς και του είπε για τη συζήτηση με τον Τζίλιγκαν και υποστήριξε ότι δεν είχε αναφέρει το όνομα του Κάμπελ. «Βλέποντας τι έχει ακολουθήσει μετανιώνω βαθύτατα που μίλησα στον Τζίλιγκαν αν και είμαι πεπεισμένος ότι δεν είμαι η κύρια πηγή του» τόνισε ο Κέλι στον Γουέλς.
Η πίεση στον Κέλι αυξήθηκε δραματικά. Από την κυβέρνηση άρχισε να διαρρέεται πως αν κάποιος δημοσιογράφος πει το σωστό όνομα τότε θα επιβεβαιωθεί ποια ήταν η πηγή του Τζίλιγκαν. Στις 3 και 7 Ιουλίου ο Κέλι μίλησε με τους ανωτέρους του. Συμπέραναν ότι αυτός ήταν στον οποίο αναφερόταν ο Τζίλιγκαν αλλά ο δημοσιογράφος είχε υπερβάλει στα όσα ανέφερε. Αναφορές στους Times στις 5 και 8 Ιουλίου «φωτογράφισαν» τον Κέλι. Το όνομα του άρχισε να κυκλοφορεί στα δημοσιογραφικά γραφεία.
Επιτροπές και πίεση
Το βράδυ της 8ης Ιουλίου 2003 ο δημοσιογράφος των Times, Νικ Ράφορντ, επισκέφθηκε τον Κέλι με το οποίο είχε φιλική σχέση. Του είπε ότι το όνομα του θα αποκαλυφθεί την επόμενη μέρα και τον συμβούλεψε να φύγει από το σπίτι και να πάει να μείνει σε ξενοδοχείο. Όπως κατέθεσε η κυρία Κέλι έφυγαν από σπίτι και πήγαν με το αυτοκίνητο στην Κορνουάλη. Το πρωί της 11η Ιουλίου ο Κέλι δέχθηκε ένα τηλεφώνημα στο οποίο του ανακοινώθηκε ότι καλείται να καταθέσει μπροστά στην επιτροπή Πληροφοριών, Ασφαλείας και Εξωτερικών υποθέσεων. Τον ενημέρωσαν ότι η διαδικασία θα καλυφθεί τηλεοπτικά κάτι που τον αναστάτωσε πολύ. Στις 13 Ιουλίου επέστρεψε στον Λονδίνο και έμεινε στο σπίτι της κόρης του.
Στις 15 Ιουλίου ο Ντέιβιντ Κέλι εμφανίστηκε μπροστά την επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων. Μιλούσε πολύ χαμηλόφωνα και πρόσεχε κάθε λέξη του. Επιβεβαίωσε τη συνάντηση με τον Τζίλιγκαν αλλά διέψευσε ότι του είχε δώσει τις συγκεκριμένες πληροφορίες. Δέχθηκε καταιγισμό ερωτήσεων και σύμφωνα με την κόρη του, μετά την εμφάνιση του στην επιτροπή ήταν εξαντλημένος και εξοργισμένος. Την επόμενη μέρα (16/7/2003) ο Κέλι κατέθεσε στην επιτροπή Ασφαλείας. Εκεί χαρακτήρισε την αναφορά του Σεπτεβρίου «ακριβές έγγραφο που παρουσίασε δίκαια τις πληροφορίες που υπήρχαν».
Η τελευταία μέρα
Το πρωινό της 17ης Ιουλίου ήταν στο σπίτι του και έγραφε κάποιες απαντήσεις σε ερωτήσεις που του είχαν θέσει βουλευτές. Μίλησε στο τηλέφωνο με τον συνεργάτη του Τζον Κλαρκ ο οποίος κατέθεσε πως ο Κέλι «ήταν πολύ κουρασμένος αλλά σε καλή διάθεση». Διάβασε τα μέιλ του και απάντησε στη δημοσιογράφο των The New York Times, Τζούντιθ Μίλερ: «Θα περιμένω μέχρι το τέλος της εβδομάδας πριν κρίνω. Πολλοί σκοτεινοί ηθοποιοί παίζουν παιχνίδια. Ευχαριστώ για την υποστήριξη».
Κατά τη διάρκεια της ημέρας δέχθηκε ένα τηλεφώνημα που του άλλαξε τη διάθεση. Τον ενημέρωσαν ότι υπάρχει καταγεγραμμένη συνομιλία του με την Σούζαν Γουάτς στην οποία ακούγεται να λέει όλα όσα διέψευσε στις Επιτροπές. Μετά από αυτό το τηλεφώνημα πέρασε κάποιες ώρες στο κρεβάτι και όπως κατέθεσε η σύζυγος του έδειχνε άρρωστος. «Καθόταν εκεί και δεν έλεγε τίποτα, πράγμα ασυνήθιστο γι’ αυτόν. Απλώς καθόταν και έδειχνε πραγματικά κουρασμένος. Φαινόταν σαν να είναι άρρωστος, έδειχνε τόσο απελπισμένος. Στο μεσημεριανό καθίσαμε απέναντι στο τραπέζι. Προσπάθησα να ανοίξω κάποια συζήτηση όμως και πάλι έδειχνε απελπισμένος. Σκέφτηκα ότι είναι πληγωμένος, έδειχνε σαν να έχει συρρικνωθεί. Δεν μπορούσε να πει δύο προτάσεις. Δεν μπορούσε να μιλήσει καθόλου», θα καταθέσει η σύζυγος του Τζάνις.
Λίγο μετά τις 15:00 βγήκε από το σπίτι λέγοντας ότι πάει βόλτα. Η γειτόνισσα του, Ρουθ Αμπσαλόμ, ήταν η τελευταία που τον είδε ζωντανό. Μίλησαν για λίγο και έφυγε.
Αφού είχε περάσει κάποια ώρα η σύζυγος του Κέλι τον πήρε στον κινητό αλλά το βρήκε κλειστό. Ο Κέλι περπάτησε 1,6 χλμ από το σπίτι του έως το Χαροουνταουν Χιλ. Ήπιε 29 χάπια ενός αναλγητικού φαρμάκου και έκοψε τον αριστερό καρπό του με έναν σουγιά που είχε από έφηβος. Το περίεργο στην υπόθεση είναι ότι ούτε πάνω στον σουγιά αλλά ούτε πάνω στη συσκευασία των χαπιών βρέθηκαν αποτυπώματα του Κέλι.
Στις 18:00 η οικογένεια του Ντέιβιντ Κέλι άρχισε να ανησυχεί. Οι κόρες του βγήκαν να τον αναζητήσουν και στις 23:40 ενημέρωσαν την αστυνομία. Η έρευνα ξεκίνησε άμεσα και στη 01:00 σηκώθηκε ελικόπτερο με θερμική κάμερα.
Το πρωινό της 18ης Ιουλίου συστάθηκε εθελοντική ομάδα έρευνας. Ένα από τα μέλη της εντόπισε το άψυχο σώμα του Κέλι στις 09:20. Ήταν ακουμπισμένος σε ένα δέντρο.
Σοκ και αντιδράσεις
Ο θάνατος του Κέλι προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη τη χώρα. Ο Τόνι Μπλερ έμαθε την είδηση ενώ πετούσε από την Ουάσινγκτον στο Τόκιο και επέστρεψε στο Λονδίνο. Συστήθηκε επιτροπή υπό τον λόρδο Χάτον για να ερευνήσει τις συνθήκες του θανάτου του επιστήμονα. Η επίσημη νεκροψία έδειξε θάνατο από αιμορραγία που προκλήθηκε από αυτοτραυματισμό στο αριστερό καρπό. Τον θάνατο επιτάχυνε το γεγονός ότι ο Κέλι είχε πάρει τα χάπια. Στις 20 Ιουλίου το BBC επιβεβαίωσε επίσημα ότι ο Κέλι ήταν η πηγή τους. Στις 6 Αυγούστου 2003 πραγματοποιήθηκε η κηδεία του Ουαλού επιστήμονα.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας κατέθεσαν δεκάδες άτομα. Ο Ντέιβιντ Μπρόουτσερ, μόνιμο μέλος της Επιτροπής Αφοπλισμού τόνισε ότι ο Κέλι του είπε πει πως αν γίνει η εισβολή στο Ιράκ «πιθανότατα θα με βρουν νεκρό στο δάσος».
Στις 28 Ιανουαρίου 2004 ο λόρδος Χάτον συνέταξε το τελικό του συμπέρασμα. Εκεί τόνισε πως η έρευνα που έγινε επιβεβαίωσε ότι ο δρ. Κέλι αυτοκτόνησε κόβοντας τον αριστερό καρπό του έχοντας πάρει πρώτα χάπια Coproxamol. Δεν υπήρξαν στοιχεία για εμπλοκή τρίτου ατόμου. Επιπλέον η Επιτροπή έκρινε ότι η κυβέρνηση δεν είχε παραποιήσει την αναφορά του Σεπτεμβρίου.
Παρά τα όσα ανακοίνωσε η Επιτροπή πολλοί ήταν εκείνοι που αμφισβήτησαν τόσο τα συμπεράσματα της για τον τρόπο θανάτου του Κέλι, όσο και για να την κυβερνητική εμπλοκή στην παραποίηση των στοιχείων της αναφοράς για όπλα του Σαντάμ.
Το 2011 δόθηκε στη δημοσιότητα τόσο νεκροψία όσο και η τοξικολογική ανάλυση που έγινε στο πτώμα του Κέλι. Και τα δύο έγγραφα υποστήριζαν το σενάριο της αυτοκτονίας.
Επίλογος
Εκνευρισμένος από τις αλλαγές που έγιναν στην αναφορά του Σεπτεμβρίου αλλά και απογοητευμένος από το γεγονός ότι δεν είχε πάρει βίζα για το Ιράκ ο Κέλι μίλησε ανοιχτά σε κάποιους δημοσιογράφους. Αφελώς ίσως δεν περίμενε ότι το όνομα του θα αποκαλυφθεί. Όταν συνειδητοποίησε ότι υπάρχει καταγραμμένο ηχητικό με τις συνομιλίες του η πίεση που ένιωσε ήταν αφόρητη. Γνωρίζοντας πως λειτουργεί το σύστημα ο Κέλι ένιωσε απελπισμένος και ανήμπορος να αντιδράσει. Κάπως έτσι οδηγήθηκε στην αυτοκτονία. Η οικογένεια του έχει αποδεχθεί αυτό το σενάριο και ζήτησε να σταματήσει η κυκλοφορία διαφορετικών θεωριών. Από την άλλη υπάρχουν κάποια στοιχεία, όπως η έλλειψη αποτυπωμάτων, που ρίχνουν λάδι στα σενάρια περί δολοφονίας. Ομάδα γιατρών ζήτησε εκταφή και νέα έρευνα αλλά κρίθηκε ότι δεν συντρέχουν λόγοι για κάτι τέτοιο.
Το δεδομένο είναι ότι ο Κέλι άνοιξε μια ρωγμή στο αφήγημα της Συμμαχίας για την εισβολή στο Ιράκ. Πλέον είναι γνωστό και επιβεβαιωμένο ότι ο Σαντάμ δεν διάθετε όπλα μαζικής καταστροφής. Η εισβολή ήταν μια πολιτική-οικονομική απόφαση της Ουάσινγκτον την οποία ακολούθησε η κυβέρνηση Μπλερ. Ο Ντέιβιν Κέλι πλήρωσε με τη ζωή του το γεγονός ότι μίλησε όπως έχει συμβεί σε πάρα πολλές περιπτώσεις με ανθρώπους που τόλμησαν να αποκαλύψουν πληροφορίες που ξεγύμνωναν ισχυρές κυβερνήσεις και τις επιλογές τους.