Ήταν 31 Αυγούστου 1997, όταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα άφησε την τελευταία της πνοή στο Παρίσι, έπειτα από αυτοκινητιστικό δυστύχημα, βυθίζοντας στη θλίψη την οικογένεια και τους θαυμαστές της σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο θάνατός της προκάλεσε σοκ στην παγκόσμια κοινή γνώμη, καθώς η πριγκίπισσα Νταϊάνα, ήταν πολύ δημοφιλής και αγαπητή στον απλό κόσμο, ενώ δεν την αποκαλούσαν τυχαία «πριγκίπισσα του λαού». Ο θάνατός της φούντωσε τα σενάρια και τις θεωρίες συνωμοσίας για το τι συνέβη εκείνη τη μοιραία νύχτα.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, η πριγκίπισσα Νταϊάνα με τον αγαπημένο της Ντόντι Αλ Φαγιέντ αναχώρησαν από το ξενοδοχείο Ritz για να επιστρέψουν στο διαμέρισμά τους στο Παρίσι. Οι παπαράτσι κυνηγούσαν τη μαύρη Mercedes του συντρόφου της πριγκίπισσας Νταϊάνα καθώς κατευθύνονταν από το παρισινό Ritz στο σπίτι του Ντόντι αλ Φαγιέντ. Ο οδηγός του αυτοκινήτου, που είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα για να τους ξεφύγει, έχασε τον έλεγχο λίγα λεπτά μετά την είσοδο στην σήραγγα Pont de l’Alma και προσέκρουσε σε μια τσιμεντένια κολόνα.
Όταν ο πυροσβέστης Xavier Gourmelon βρήκε μια «ξανθιά γυναίκα» να κάθεται στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου που είχε συντριβεί σε μια σήραγγα του Παρισιού στις 31 Αυγούστου 1997, της είπε να μείνει ήρεμη.
Τα τελευταία λόγια της πριγκίπισσας Νταϊάνα
Δεν είχε ιδέα ποια ήταν, αλλά πίστευε ότι δεν βρισκόταν σε πραγματικό κίνδυνο, καθώς είχε τις αισθήσεις της και είχε τα μάτια της ανοιχτά. Ο Gourmelon έδωσε στη γυναίκα που αργότερα θα μάθαινε ότι ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα, λίγο οξυγόνο προτού βγει από το αυτοκίνητο και κράτησε το χέρι της για να την παρηγορήσει. Της είπε να μείνει ήρεμη.
Στη συνέχεια, η πριγκίπισσα Νταϊάνα τον ρώτησε: «Θεέ μου, τι συνέβη;». Αυτά ήταν όπως φαίνεται και τα τελευταία της λόγια. Ο Gourmelon ισχυρίζεται ότι δεν είχε καθόλου αίμα πάνω της, και παρόλο που μπορούσε να δει έναν ελαφρύ τραυματισμό στον δεξί ώμο της, δεν πίστευε ότι ήταν κάτι σημαντικό. Αλλά λίγο αργότερα όλα άλλαξαν, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα, υπέστη καρδιακή ανακοπή.
Μιλώντας στη Sun το 2017, ο Gourmelon είπε: «Έκανα μαλάξεις στην καρδιά της και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα άρχισε να αναπνέει ξανά. Φυσικά, ήταν μια ανακούφιση γιατί, ως πρώτος ανταποκριτής, θέλεις να σώζεις ζωές – και αυτό σκέφτηκα ότι είχα κάνει».
«Για να είμαι ειλικρινής νόμιζα ότι θα ζήσει. Απ ‘όσο ήξερα, όταν ήταν στο ασθενοφόρο ήταν ζωντανή και περίμενα να ζήσει. Αλλά ανακάλυψα αργότερα ότι πέθανε στο νοσοκομείο. Ήταν πολύ λυπηρό. Ξέρω τώρα ότι υπήρχαν σοβαροί εσωτερικοί τραυματισμοί, αλλά ολόκληρο το επεισόδιο είναι ακόμα πολύ έντονο στο μυαλό μου. Και η ανάμνηση αυτής της νύχτας θα μείνει μαζί μου για πάντα».
«Δεν είχα ιδέα τότε ότι ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα. Μόνο όταν είχε μεταφερθεί στο ασθενοφόρο, μου είπε ένας από τους διασώστες ότι ήταν αυτή», είχε εξομολογηθεί ο διασώστης. Η πριγκίπισσα Νταϊάνα ανέκτησε τις αισθήσεις της χάρη στον Gourmelon και τις προσπάθειες Καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης της ομάδας του. Όλοι τους πίστευαν ότι επρόκειτο να επιζήσει.
Το ασθενοφόρο της έφυγε για το νοσοκομείο στις 1.25 πμ, φτάνοντας 41 λεπτά αργότερα. Μέσα σε λίγα λεπτά από την άφιξή της στο Νοσοκομείο Pitié-Salpétrière, η πριγκίπισσα Νταϊάνα μπήκε στο χειρουργείο, αλλά παρά τις προσπάθειες των γιατρών, δεν κατάφεραν να τη σώσουν.
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στη συνέχεια, η 36χρονη πριγκίπισσα Νταϊάνα, είχε υποστεί σοβαρούς εσωτερικούς τραυματισμούς, συμπεριλαμβανομένου ενός σπασμένου αιμοφόρου αγγείου κοντά στην καρδιά της.