Νόσος των καρωτίδων: Τι προβλήματα δημιουργεί και πώς μπορούμε να προφυλαχτούμε

Κοινοποίηση:
klaro

Ο δυτικός τρόπος ζωής (δηλαδή ταχυφαγία, καθιστική ζωή, άγχος, κάπνισμα κλπ.) έχουν αναδείξει μια κατηγορία ασθενειών που πλέον εμφανίζονται με αυξημένη συχνότητα σε σχέση με το παρελθόν σε όλο και μικρότερες ηλικίες.

Η νόσος των καρωτίδων αφορά όλο και νεαρότερης ηλικίας άτομα, σε σχέση με το παρελθόν, ευθύνεται δε για το 20% του συνόλου των εγκεφαλικών. Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά.

Οι καρωτίδες αποτελούν τα πιο βασικά αγγεία αιμάτωσης του εγκεφάλου. Από μόνο του αυτό δείχνει τη σοβαρότητα που μπορεί να έχει οποιαδήποτε πάθησή τους. Ο εγκέφαλος είναι το πιο ευαίσθητο ανθρώπινο όργανο, ιδιαίτερα επιρρεπές σε διαταραχές οξυγόνωσης /αιματώσεως. Διακοπή της αιμάτωσης για οποιοδήποτε λόγο σημαίνει απώλεια εγκεφαλικής λειτουργίας που ανάλογα με τη σοβαρότητα ή τη διάρκεια του συμβάντος μπορεί να περάσει από απαρατήρητη έως να είναι θανατηφόρα.

Οι καρωτίδες μπορεί να προκαλέσουν βλάβη στον εγκέφαλο με δύο τρόπους: είτε στέλνοντας κομμάτια θρόμβου (έμβολα) που ενσφηνώνονται σε αρτηρίες μικρότερου μεγέθους προκαλώντας απόφραξη είτε στερώντας τα εγκεφαλικά τμήματα από την αιμάτωσή τους λόγω μεγάλης στένωσης ή απόφραξης.

Με παρόμοιο τρόπο που μία αρτηρία στην καρδιά μπορεί να οδηγήσει σε έμφραγμα αν αποφραχθεί, έτσι και η καρωτίδα μπορεί λόγω αθηρωματικής βλάβης να προκαλέσει «έμφραγμα» στον εγκέφαλο, δηλαδή εγκεφαλικό. Βέβαια στην περίπτωση των καρωτίδων δεν είναι απαραίτητο να φτάσουμε στην πλήρη απόφραξη του αγγείου για να γίνει κάτι τέτοιο.

Πλέον έχει γίνει γενικά αποδεκτό ότι και μικρότερες βλάβες που αποφράσσουν τμήμα του αυλού του αγγείου μπορεί να είναι το ίδιο επικίνδυνες με πολύ μεγαλύτερες βλάβες, καθώς μπορεί να προκαλέσουν τοπικά θρόμβωση και εν συνεχεία μέσω εμβολισμού, εγκεφαλικό.

Πλέον εκτός του βαθμού της στένωσης, μεγάλο ρόλο παίζει και η ανάλυση της υφής της πλάκας από εδικά εκπαιδευμένο ιατρό με τη βοήθεια κατάλληλων λογισμικών σε υπολογιστή. Για ίδιες δηλαδή βλάβες, άλλες μπορεί να χαρακτηριστούν μαλακές και ασταθείς και άλλες σκληρότερες και πιο σταθερές.

Νόσος των καρωτίδων. Τι προβλήματα δημιουργεί και πώς μπορούμε να προφυλαχτούμεΗ αθηρωματική πλάκα προκαλείται με την πάροδο του χρόνου και είναι μία φυσιολογική ως ένα βαθμό διαδικασία στα πλαίσια της γήρανσης. Οι παράγοντες που επιταχύνουν όμως αυτή την διαδικασία, είναι το κάπνισμα, η υπέρταση, η χοληστερίνη, το σάκχαρο. Αν έχουμε δύο από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου, πρέπει οπωσδήποτε να υποβληθούμε σε προληπτικό έλεγχο των καρωτίδων (με τρίπλεξ) καθώς και σε μία εκτίμηση του αγγειακού συστήματος εν γένει από αγγειοχειρουργό. Θα είναι για τους περισσότερους μία εφάπαξ εξέταση, καθώς ασφαλώς η πλειοψηφία του πληθυσμού θα διαγνωστεί χωρίς αγγειακό πρόβλημα, χωρίς την ανάγκη επανεξέτασης εφόρου ζωής.

Τι γίνεται όμως με τους ασθενείς με καρωτιδική νόσο;

Από αυτούς οι περισσότεροι θα διαγνωστούν με αρχόμενη πλάκα που δεν έχει επικίνδυνα χαρακτηριστικά από άποψη σύστασης και μεγέθους. Σε αυτούς τους ανθρώπους είναι που η πρόληψη παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο. Η αλλαγή επιβλαβών καθημερινών συνηθειών είναι σωτήριος και ασφαλώς όταν τηρηθούν οι οδηγίες είναι σίγουρο ότι υπάρχει σημαντική μείωση της πιθανότητας εγκεφαλικού.

Συνοπτικά οι οδηγίες έχουν ως εξής:

1. Ρύθμιση της υπέρτασης με αντιυπερτασικά φάρμακα (χρειάζεται επιθετική αγωγή και συνήθως δεν επαρκεί από μόνη της η διατροφική προσαρμογή).

2. Ρύθμιση της χοληστερίνης με στατίνη. Πέρα από την ελάττωση των λιπαρών με τη δίαιτα, είναι απαραίτητη η λήψη φαρμάκου σε ασθενείς με καρωτιδική νόσο καθώς: α) μετά την 5η -6η δεκαετία της ζωής ο από το συκώτι ρυθμιζόμενος μεταβολισμός της χοληστερίνης εξασθενεί, με αποτέλεσμα η διατροφή να ευθύνεται μόνο για το 40% της αυξημένης χοληστερίνης και β) έχει βρεθεί ότι οι στατίνες (τα φάρμακα για τη χοληστερίνη) αλλάζουν τη σύσταση της αθηρωματικής πλάκας μετατρέποντάς την σε σταθερή και επομένως λιγότερο επικίνδυνη.

3. Πολύ καλή ρύθμιση του σακχάρου. Δεν αρκεί η μέτρηση στο σπίτι, πρέπει να γίνουν μετρήσεις γλυκοζιωμένης αιμοσφαιρίνης και να υπάρχει μία συνεχή συνεργασία με διαβητολόγο, ώστε η ρύθμιση να καταστεί βέλτιστη

4. Διακοπή του καπνίσματος. Και εδώ πρέπει να είμαστε απόλυτοι. Πλήρης διακοπή, ακόμα και του παθητικού καπνίσματος. Η βλάβη του καπνού σε έναν ασθενή με αθηρωματική νόσο έγκειται τόσο στην αύξηση του λιπώδους πυρήνα της πλάκας όσο και στη διαταραχή της επιφάνειας αυτής. Με απλά λόγια όποιος έχει νόσο στένωσης της καρωτίδας και καπνίζει έχει αυξημένες πιθανότητες να πάθει εγκεφαλικό σε σχέση με τον μη καπνιστή.

Ποια είναι τα σημάδια που θα μας οδηγήσουν εσπευσμένα στον γιατρό:

1) Μουδιασμένα χέρια (το αντίπλευρο της καρωτίδας που έχει το πρόβλημα) για λεπτά ή ώρες που δεν μας επιτρέπουν να κάνουμε απλές κινήσεις όπως π.χ. να πιάσουμε ένα μολύβι.

2) Στραβωμένο στόμα και δυσκολία ομιλίας έστω και αν επανέρθουν από μόνα τους μετά από λεπτά ή ώρες.

3) Αλλοίωση της όρασης στον ένα οφθαλμό (τον σύστοιχο προς της βλάβη) έτσι ώστε για κάποια λεπτά να νιώθουμε ότι βλέπουμε σαν «μέσα από κουρτίνα».

Νόσος των καρωτίδων. Τι προβλήματα δημιουργεί και πώς μπορούμε να προφυλαχτούμεΠρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι στην καρωτίδα ισχύει το γνωμικό «time is brain» που σημαίνει, ότι όσο πιο γρήγορα αναζητήσουμε τον ειδικό τόσο πιθανότερο είναι να προλάβουμε ένα μεγάλο εγκεφαλικό επεισόδιο. Όταν ρωτήθηκαν, στα πλαίσια πολυκεντρικής μελέτης, ασθενείς που είχαν υποστεί εγκεφαλικό σοβαρό με μόνιμη αναπηρία, αν πριν το επεισόδιο αυτό είχαν νιώσει κάποιο σύμπτωμα, το 50% ανάφερε τα παραπάνω συμπτώματα και μάλιστα μια βδομάδα πριν το μεγάλο εγκεφαλικό.

Οδηγούμαστε λοιπόν στα εξής συμπεράσματα:

1. Τα μισά εγκεφαλικά λόγω καρωτιδικής νόσου δίνουν συμπτώματα μέσα στις πρώτες 10 μέρες πριν το μεγάλο επεισόδιο και είναι δυνατόν να προληφθούν.

2. 50% των εγκεφαλικών της καρωτίδας είναι σιωπηλά, δηλαδή δεν θα μας ενοχλήσουν πριν να δώσουν το μεγάλο εγκεφαλικό.

Το τελικό συμπέρασμα

Είναι απαραίτητη η προληπτική ιατρική εκτίμηση των αγγείων, η έγκαιρη διάγνωση της νόσου και η άμεση έναρξη της καλύτερης φαρμακευτικής αγωγής από ειδικά εκπαιδευμένο ιατρό (αγγειοχειρουργό), σε συνεργασία με τον καρδιολόγο (αφού η καρωτιδική νόσος αποτελεί στεφανιαίο ισοδύναμο) και τον παθολόγο-διαβητολόγο όπου χρειάζεται να ρυθμιστούν επιμέρους παράγοντες κινδύνου. Το προλαμβάνειν είναι πάντοτε καλύτερο του θεραπεύειν.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: