Ο σεισμός των 6,4 Ρίχτερ, που σημειώθηκε τα ξημερώματα στη Ζάκυνθο, και ταρακούνησε σχεδόν ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά και γειτονικές χώρες, ήταν ο αμέσως επόμενος ισχυρότερος στο Ιόνιο, μετά τους μεγάλους σεισμούς του 1953 στα νησιά του Ιονίου, που άφησαν πίσω του 455 νεκρούς και τεράστιες υλικές ζημιές.
Ο σεισμός αυτός προκάλεσε καταστροφές σε σπίτια στην Ιθάκη και στην Κεφαλονιά Κεφαλονιάς, ενώ υπήρξαν και αρκετοί τραυματίες.
Στις 11 Αυγούστου, σημειώθηκε ο δεύτερος μεγάλος σεισμός μεγέθους 6,8 Ρίχτερ, με επίκεντρο βορειοδυτικά της Ζακύνθου.
Την ίδια ημέρα σημειώθηκαν δέκα μετασεισμοί με τους μεγαλύτερους να είναι 5,3 και 5,1 Ρίχτερ. Μεγάλες καταστροφές προκλήθηκαν στη Σάμη, στο Αργοστόλι, στο Ληξούρι, αλλά και στη Ζάκυνθο.
Στις 12 Αυγούστου, ήρθε ο καταστροφικότερος σεισμός στην ιστορία της Κεφαλονιάς, αυτός των 7,2 Ρίχτερ, με επίκεντρο τη νοτιοανατολική Κεφαλονιά.
Η Κεφαλονιά, η Ζάκυνθος και η Ιθάκη, που είχαν ήδη υποστεί σοβαρές ζημιές από τους προηγούμενους σεισμούς, και με τον τελευταίο ισοπεδώθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά.
Ο σεισμός ισοπέδωσε τις πόλεις του Αργοστολίου, του Ληξουρίου και της Ζακύνθου. Μάλιστα ανύψωσε την Κεφαλονιά κατά 60 εκατοστά. Στην πόλη της Ζακύνθου την καταστροφή ολοκλήρωσε μεγάλη πυρκαγιά η οποία ακολούθησε το σεισμό και διήρκησε αρκετές μέρες.
Ακολούθησε κύμα μετασεισμών έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, πολλοί από τους οποίους ήταν άνω των 5 Ρίχτερ. Στις 16 Οκτωβρίου σημειώθηκε σεισμός 5,2 Ρίχτερ στο Ληξούρι και στις 20 Οκτωβρίου σεισμός 5,1 στην Ιθάκη.
Θύματα και ζημιές
Ο συνολικός αριθμός των νεκρών από τους σεισμούς ανήλθε σε 455, των αγνοουμένων σε 21 και των τραυματιών σε 2.412.
Οι σεισμοί ισοπέδωσαν σχεδόν ολοκληρωτικά και τα τρία νησιά. Από τα 33.300 σπίτια σε Ζάκυνθο, Ιθάκη και Κεφαλονιά καταστράφηκαν εντελώς τα 27.659, 33.000 οικοδομές κατέρρευσαν, ενώ μόνο 467 κτίρια διασώθηκαν κυρίως στην περιοχή της Ερίσου, στην Κεφαλονιά.
Στο Αργοστόλι διασώθηκαν μόνο δύο σπίτια, ενώ ελάχιστα ήταν τα κτίρια που σώθηκαν στο Ληξούρι. Καταστροφές προκλήθηκαν επίσης στη Λευκάδα, στην Ηλεία και την Αιτωλοακαρνανία.
Βοήθεια από άλλες χώρες
Σημειώνεται ότι ο σεισμός της 12ης Αυγούστου, εκτός από τις ελληνικές αρχές, κινητοποίησε τις ναυτικές δυνάμεις και άλλων χωρών, που βρίσκονταν στην περιοχή.
Πρώτες έφτασαν στο λιμάνι του Αργοστολίου οι δυνάμεις του Πολεμικού Ναυτικού του Ισραήλ. Το δύσκολο έργο της διάσωσης και περίθαλψης των σεισμοπαθών, σε συνεργασία με δυνάμεις του Ελληνικού στρατού, ανέλαβαν δυνάμεις της Μ. Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Νέας Ζηλανδίας και του Ισραήλ.
Επίσης, διατέθηκαν εναέρια μέσα για την ταχεία μεταφορά των τραυματιών, προμηθειών και υγειονομικού υλικού καθώς και διεθνής κινητοποίηση για συγκέντρωση εφοδίων και χρημάτων.
Μαρτυρίες
♦«Όλη η γη κουνιότανε τρομακτικά. Τα τρία παιδιά μου έκλαιγαν συνεχώς και δεν είχα τι να τα ταΐσω. Γι’ αυτό ήλθα στην Αθήνα. Χτες το πρωί κοιμόμουνα με τα παιδιά μου στον κήπο του σπιτιού. Όταν ξαφνικά άρχισε ένας τρομακτικός σεισμός. Το σπίτι μου έπεσε και έτσι έχασα τα πάντα. Οι γειτόνισσές μου, οι περισσότερες πλακώθηκαν από τις πέτρες. Δεν μπορούσα να βοηθήσω κανένα. Άρπαξα τα τρία μου μικρά και άρχισα να τρέχω σαν τρελή στα χωράφια».
♦«Σώθηκα γιατί είχα την προαίσθηση ότι θα γίνει και νέος σεισμός. Μετά τις πρώτες δονήσεις απαγόρευσα στη γυναίκα μου να ξαναμπεί στο σπίτι. Έτσι τα βράδια κοιμόμαστε έξω στην αυλή του σπιτιού. Το πρωί, δεν ξέρω πώς, το μικρό μου παιδί που είναι πέντε ετών μπήκε μέσα. Τότε ακριβώς άρχισε ο σεισμός. Ρίχτηκα ανάμεσα στις πέτρες, τους ασβέστες και τις σανίδες που έπεφταν γύρω μου και πήρα το παιδί μου. Πώς σωθήκαμε ούτε κι εγώ ξέρω. Τώρα δεν έχω τίποτα. Όλα τα υπάρχοντά μου πλακωθήκανε».
♦«Η Σάμη κατάκειται πλέον στα ερείπια. Εδέχθη το μεγαλύτερο πλήγμα. Δεν έμεινε τίποτε όρθιο. Υπολογίζω τους φονευθέντας εις 40 με 45, ενώ οι τραυματίες ανερχόμεθα σε 30. Ο πληθυσμός της κοινότητάς μας έφθανε τους 1.300 κατοίκους. Το τί έγινε είναι απερίγραπτο».
♦«Θα μου μείνει αξέχαστος αυτός ο υποχθόνιος κρότος που προηγήθηκε της δονήσεως. Ενόμισα πως άνοιξαν τα έγκατα της γης και απ΄ εκεί έβγαινε ένας ρόγχος φοβερός. Κατόρθωσα να λυτρωθώ από τις πλάκες που με σκέπαζαν. Έφθασα κάτω από ένα δέντρο, όπου έμεινα από τις 6 το πρωί μέχρι τις 6 το βράδυ χωρίς να βάλω στο στόμα μου μια σταγόνα νερού. Με μετέφεραν μετά στην παραλίαν, όπου μετά πάροδον ωρών και χωρίς καμιά πρώτη βοήθεια μπήκαμε στο πλοίο».