Εκτενή αναφορά στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» κάνει η γαλλική εφημερίδα Le Monde.
Στο δημοσίευμα, με τίτλο «Jusqu’où Athènes ira-t-elle?» («Μέχρι πού θα φθάσει η Αθήνα;»), ο Francis Pisani ξεναγεί τους αναγνώστες του στους χώρους του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», επισημαίνοντας ότι «από αυτό μπορεί κανείς να δει και ίσως και να κατανοήσει την Αθήνα».
Επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι σχεδιάστηκε από τον Renzo Piano (στον οποίο οι Γάλλοι οφείλουν το Beaubourg) και πρόκειται για ένα όμορφο κτίριο που ορθώνεται μπροστά στη θάλασσα. Στεγάζει την όπερα και μία -άδεια ακόμα από βιβλία- εθνική βιβλιοθήκη, που όμως δεν της λείπουν «ούτε οι φιλοδοξίες ούτε το νόημα», καθώς θα φιλοξενήσει όχι μόνο έντυπα έργα, αλλά και εικονικές συνδέσεις με όλο τον υπόλοιπο κόσμο..
Στη συνέχεια ο αρθρογράφος αναφέρεται στη θέα από τον «φάρο», ένα τεράστιο μπαλκόνι όπου φθάνει κανείς από μια μικρή πλαγιά με κήπους που καταλήγει σε έναν χώρο με μια ελαφριά σκεπή, απ΄ όπου βλέπει με κομμένη την ανάσα, όπως λέει χαρακτηριστικά, την κοιλάδα στην οποία γεννήθηκε ο ευρωπαϊκός αστικός πολιτισμός. Όπως γράφει, στον «φάρο» ο ίδιος πέρασε ώρες έντονης συγκίνησης κατειλημμένος από την εντύπωση ότι αυτό το θέαμα περιλαμβάνει όλα όσα χρειάζεται για να καταλάβουμε τι είναι μια πόλη. Στο διπλανό τραπέζι, σημειώνει, φοιτήτριες ετοίμαζαν τα μαθήματά τους, ενώ ιερείς διέσχιζαν τον χώρο, την ίδια ώρα που γονείς έδειχναν στα παιδιά τους την πόλη όπως ποτέ πριν δεν την είχαν δει.
Από τον «φάρο» το βλέμμα απλώνεται σε μια τεράστια κοιλάδα που περιβάλλεται από βουνά και είναι σχεδόν στο σύνολό της σπαρμένη με κτίρια: στο κέντρο η Ακρόπολη στεφανωμένη από τον Παρθενώνα.
Και συνεχίζει: «Ένας βωμός για τους θεούς, ένα λιμάνι για το εμπόριο, ποτάμια για το νερό, μια τεράστια πεδιάδα για τη γεωργία και μια φυσική ασπίδα απέναντι σε επιθέσεις. Κτισμένη σε μια τέτοια τοποθεσία, η Αθήνα δεν θα μπορούσε παρά να επιβληθεί. Αυτή “η διαμαντόπετρα στης γης το δακτυλίδι”, αυτός ο ταυτόχρονα ανοικτός και κλειστός τόπος, προσφέρεται για τη φυσική ανάδυση μιας ταυτότητας χωρίς την οποία καμία πόλη δεν μπορεί να διαρκέσει στον χρόνο».
Όμως η γεωγραφία δεν μπορεί να εξηγήσει τα πάντα, λέει. Η κοινωνική και πολιτική δυναμική της δεν θα μπορούσε παρά να προσελκύσει ανθρώπους όχι μόνο από τα πέριξ αλλά και από μακριά. Δεν είναι τυχαίο που ο Μπαράκ Ομπάμα εκφώνησε από εδώ μία από τις τελευταίες ομιλίες του στο εξωτερικό, τον Νοέμβριο του 2016: «Επειδή από εδώ», είπε, «πριν από είκοσι αιώνες, ανάμεσα στους πετρώδεις λόφους αυτής της πόλης αναδύθηκε μια νέα ιδέα. Η Δημοκρατία, το Κράτος –η εξουσία, το προνόμιο του διοικείν– πηγάζουν από τον δήμο, από τον λαό».
Αυτός ο θαυμάσιος «φάρος» που ωθεί στον στοχασμό δεν μπορεί ωστόσο να μας κάνει να ξεχάσουμε ότι αυτή η ηλιόλουστη πόλη υποφέρει πάρα πολύ σήμερα, συνεχίζει ο Pisani. Ολόκληρες περιοχές μοιάζουν ρημαγμένες∙ εγκαταλελειμμένα διαμερίσματα και κλειστά καταστήματα τραβούν το μάτι σε πολλά οικοδομικά τετράγωνα πολλών συνοικιών. Πολλοί Αθηναίοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στα παλιά σπίτια των οικογενειών τους στην ενδοχώρα ή στα παράλια. «Όμως η πόλη παραμένει∙ εξακολουθεί να πάλλεται από ζωή. Θα ξαναγεννηθεί όταν οι καιροί γίνουν καλύτεροι. Παραμένει περισσότερο από ποτέ το έργο με τη μεγαλύτερη διάρκεια απ΄ όσα έχουμε φτιάξει..»
Αυτή η αέναη Αθήνα, καταλήγει ο Francis Pisani, κατοικοεδρεύει αφενός στο φιλόδοξο σχέδιο του Piano, που δέχθηκε πολλές επικρίσεις για τα ποσά που δαπανήθηκαν αλλά και για τον χαρακτηρισμό ως «πράσινου» ενός σχεδίου που χρησιμοποιεί πολύ τσιμέντο, παρά τις μεγάλους κήπους και την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας∙ και αφετέρου, στις επενδύσεις των Κινέζων στο λιμάνι της, τον Πειραιά, που έχουν σκοπό να τον καταστήσουν το κορυφαίο μεσογειακό λιμάνι στον νέο δρόμο του μεταξιού.