Για τους περισσότερους ανθρώπους, τα βακτήρια αποτελούν συνώνυμο των λοιμώξεων και των ασθενειών. Αυτή η φήμη, όμως, μάλλον τους έχει βγει άδικα, καθώς οι έρευνες δείχνουν ότι ο αριθμός και η ποικιλία των βακτηρίων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη φυσιολογία του ανθρώπου.
Νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Experimental Physiology υποστηρίζει, μάλιστα, ότι η καρδιοαναπνευστική ικανότητα ενός ατόμου αποτελεί πολύ μεγαλύτερο προγνωστικό παράγοντα για την ποικιλία της μικροχλωρίδας του εντέρου (ο αριθμός των διαφορετικών ειδών βακτηρίων και η αναλογία μεταξύ των πληθυσμών τους) από ό,τι το ποσοστό λίπους στο σώμα ή η γενικότερη σωματική δραστηριότητα.
Δεδομένου ότι οι αντικαρκινικές θεραπείες είναι γνωστό ότι ενεργοποιούν μεταβολές, επιζήμιες για την καρδιομεταβολική υγεία, όπως το αυξημένο ποσοστό σωματικού λίπους και η μείωση της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας, οι ερευνητές πραγματοποίησαν τη μελέτη με ανθρώπους που έχουν διαγνωσθεί και ξεπεράσει τον καρκίνο και οι οποίοι ολοκλήρωσαν την αντικαρκινική θεραπεία τους τουλάχιστον ένα χρόνο πριν εγγραφούν στην έρευνα.
Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μια βαθμολογούμενη δοκιμασία σωματικής άσκησης για να εκτιμηθεί η απόλυτη καρδιοαναπνευστική τους ικανότητα, να αξιολογηθεί η συνολική ενέργεια που δαπανήθηκε κατά την άσκηση και να εξεταστεί η ποικιλία της εντερικής μικροχλωρίδας του εντέρου (από τα κόπρανα).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες με την μεγαλύτερη καρδιοαναπνευστική ικανότητα είχαν σημαντικά μεγαλύτερη ποικιλία εντερικής μικροχλωρίδας, ενώ περαιτέρω στατιστική ανάλυση υπογράμμισε ότι η καρδιοαναπνευστική ικανότητα αντιστοιχούσε περίπου στο ένα τέταρτο της διακύμανσης της ποικιλίας και της αναλογίας των ειδών, ανεξάρτητα από το ποσοστό σωματικού λίπους.
Αυτά τα δεδομένα προσφέρουν μια ενδιαφέρουσα ματιά στη σχέση μεταξύ της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας και της ποικιλίας της εντερικής μικροχλωρίδας, καθώς υποδεικνύουν ότι η άσκηση επαρκώς υψηλής έντασης με στόχο τη βελτίωση της καρδιοαναπνευστικής ικανότητας ωφελεί γενικότερα την υγεία, προκαλώντας ευνοϊκές μεταβολές στην παρουσία, τη δραστηριότητα και τη σύνθεση των μικροβίων του εντέρου.
Γενικότερα, οι επιστήμονες είχαν αντιληφθεί ότι η μεγαλύτερη καρδιοαναπνευστική ικανότητα συμπίπτει με την αυξημένη ποικιλία εντερικής μικροχλωρίδας, όμως μέχρι τώρα δεν είχε αποσαφηνιστεί αν αυτή η σχέση οφείλεται στο ποσοστό σωματικού λίπους ή στη φυσική δραστηριότητα της καθημερινής ζωής.
Θα πρέπει, πάντως, να τονιστεί ότι τα ευρήματα της εν λόγω μελέτης έχουν σχετικό χαρακτήρα, καθώς το δείγμα συμμετεχόντων περιορίστηκε στις γυναίκες με ιστορικό καρκίνου του μαστού, οι οποίες είχαν χαμηλή καρδιοαναπνευστική ικανότητα και άλλα προβλήματα υγείας,
«Η γενίκευση των αποτελεσμάτων σε άλλες ομάδες πληθυσμών θα πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Stephen Carter, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης από το Πανεπιστήμιο Ιντιάνα.