H θανατική ποινή υπάρχει από τον καιρό που υπάρχει και το Δίκαιο, κάτι που σημαίνει ότι ο εκτελεστής ήταν ανέκαθεν ένα καλό επάγγελμα με λαμπρές προοπτικές.
Όλο και κάποια ποινή θα υπήρχε να εκτελεστεί και ο δήμιος ήταν αναγκαστικά ο καλύτερος φίλος του ποινικού συστήματος, ο μόνος άνθρωπος δηλαδή που πληρωνόταν να σκοτώνει.
Κι ενώ κάποιοι κατάφερναν να αφήνουν τη δουλειά στο… γραφείο, άλλοι πάλι την κουβαλούσαν πάντα μαζί τους, κάτι που προσυπέγραψε πολλές και αναγκαστικά ακραίες περιπέτειες.
Μετά τους πιο ανηλεείς δημίους αλλά και τους παραγωγικότερους, ας δούμε και αυτούς που έζησαν απερίγραπτες ιστορίες λόγω του επαγγέλματός τους…
Ο δάσκαλος και ο μαθητής
Ο Τζακ Κετς ήταν ένας από τους πλέον διαβόητους εκτελεστές της Αγγλίας, κάνοντας το όνομά του συνώνυμο της δουλειάς του. Κυριολεκτικά! Οι κατοπινοί δήμιοι ονομάζονταν στην αργκό «Τζακ Κετς» και το όνομα γνώρισε μεγάλες δόξες στη βιομηχανία του θεάματος. Ο Κετς είχε βέβαια τα θεματάκια του, αν και οι πληροφορίες που τον αφορούν είναι διάσπαρτες, μιας και μιλάμε για τον 17ο αιώνα.
Ξέρουμε πάντως ότι ο δήμιος βρέθηκε κάποια στιγμή στη φυλακή για εξύβριση οργάνου της τάξης, όταν τα ηνία του αρχι-εκτελεστή ανέλαβε ο βοηθός του, Πάσκα Ρόουζ. Ο εκτελεστής δεν τα έβγαζε όμως πέρα με την αμοιβή του δημίου και με τη βοήθεια του συνεργού του, κάποιου Έντουαρντ Σμιθ, κατέφυγε στις πατροπαράδοτες διαρρήξεις.
Στις 31 Απριλίου 1686 οι δυο άντρες κατηγορήθηκαν για διάρρηξη σε σπίτι, στο οποίο μπουκάρισαν μέρα μεσημέρι και άφησαν έτσι πολλούς αυτόπτες μάρτυρες! Οι δυο κακοποιοί κατάφεραν να κρύψουν μέρος των κλοπιμαίων πριν συλληφθούν, αν και όσα βρέθηκαν πάνω τους ήταν αρκετά για να τους ενοχοποιήσουν.
Οι Ρόουζ και Σμιθ καταδικάστηκαν σε θάνατο, αν και δεν υπήρχε κανείς τώρα να εκτελέσει την ποινή! Κι έτσι έβγαλαν άρον άρον τον γερο-Κετς από τη στενή για να κρεμάσει τον προστατευόμενό του. Όπως και έγινε δηλαδή στις 28 Μαΐου του ίδιου έτους. Όσο για τον Κετς, πέθανε αργότερα εκείνη τη χρονιά…
Ο αυτοκτονικός δήμιος
Ο Τζον Έλις γεννήθηκε το 1875 για να περάσει στη ζωή του από τρεις δουλειές: από κλώστης, κομμωτής και από κομμωτής, δήμιος! Μεταξύ 1901-1924 ξεπάστρεψε πάμπολλους καταδίκους, αν και παραιτήθηκε τελικά μέσα στις φήμες ότι είχε χάσει τα λογικά του μετά την εκτέλεση μιας περιβόητης θανατικής ποινής.
Μέχρι να οδηγηθεί στην κρεμάλα η Έντιθ Τόμσον για τη συμμετοχή της στον φόνο του συζύγου της, ο Έλις ήταν ήδη μύθος στα χρονικά της φυλακής και ένας ικανότατος δήμιος, αν και η εκτέλεση της νέας πελάτισσάς του έμελλε να είναι ιδιαιτέρως κακή. Τα μητρώα της φυλακής υποδεικνύουν ότι η Τόμσον ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης όταν την οδηγούσαν στην αγχόνη και χρειαζόταν την υποστήριξη των φρουρών για να φτάσει ως το ικρίωμα.
Στην καλύτερη περίπτωση δηλαδή, κρέμασαν μια ημι-λιπόθυμη γυναίκα! Μετά τον απαγχονισμό ανακαλύφθηκε μάλιστα ότι τα εσώρουχά της ήταν βουτηγμένα στο αίμα, δίνοντας υπόσταση στις κατηγορίες ότι η γυναίκα ήταν έγκυος. Ό,τι κι αν έγινε, κάτι πρέπει πάντως να έγινε μιας και ο δήμιος βουτήχτηκε στην απελπισία και τη μελαγχολία. Αφού έκανε απρόθυμα άλλη μια εκτέλεση, αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα, όταν και θα άρχιζαν τα απονενοημένα διαβήματα.
Η πρώτη του αυτοκτονική απόπειρα (προσπάθησε να κρεμαστεί) ήρθε όταν εκδόθηκαν τα απομνημονεύματά του το 1924. Λίγα χρόνια μετά, ο Έλις ανέβηκε στη θεατρική σκηνή ερμηνεύοντας έναν δήμιο! Παρά το γεγονός ότι η παράσταση κατέβηκε πρόωρα, η αγχόνη της σκηνής ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον ίδιο για μια δεύτερη απόπειρα. Η τρίτη και φαρμακερή θα ερχόταν το 1932, όταν κατάφερε να δώσει τελικά τέλος στη ζωή του κόβοντας τον λαιμό του με ξυράφι…
Ο φονικός δήμιος
Ήδη από νεαρός, ο Τζον Πράις είχε αποκτήσει τέτοια φήμη ψευταρά που όταν παραδέχθηκε κάποια στιγμή πως είχε ληστέψει μια Λονδρέζα, οι δικαστές πίστεψαν ότι συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, πως δεν ήταν δηλαδή παρά πειστήριο για την αθωότητά του! Αφού τον αθώωσαν λοιπόν και τον έστειλαν σπίτι του, ο Πράις κατέληξε στο Λονδίνο, όπου επιδόθηκε σε όλων των λογιών τις παράνομες δραστηριότητες, πριν φυλακιστεί και πιάσει κατόπιν δουλειά σε εμπορικό πλοίο.
Ήταν τόσο ανυπόφορος όμως ψευταράς που τον πέταξαν και από το καράβι μόλις έπιασαν λιμάνι στο Πόρτσμουθ! Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του, το Νιουγκέιτ, ο βίος και πολιτεία Πράις φάνηκε να πιάνει την καλή, καθώς παντρεύτηκε μια νεαρή κοπέλα που κατάφερε να του εξασφαλίσει δουλειά ως ο νέος εκτελεστής του Μίντλσεξ.
Όχι βέβαια ότι ως εκτελεστής ήταν καλύτερος: πουλούσε τα ρούχα και τα τιμαλφή των εκτελεσθέντων και έκανε όλων των ειδών τις μπαγαποντιές. Συνεχίζοντας να ζει στις παρυφές του νόμου, κάποια στιγμή η άνομη ζωή του θα τον προλάβαινε.
Όταν επιτέθηκε σε μια ζαχαροπλάστρια και την ξυλοκόπησε τόσο βάναυσα που λίγο έλειψε να πεθάνει, δυο περαστικοί κόντεψαν να τον σκοτώσουν. Όταν η κοπέλα πέθανε τελικά λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο, ο Πράις καταδικάστηκε σε θάνατο. Τέτοια ήταν μάλιστα η μήνη της τοπικής κοινωνίας που τον άφησαν να κρέμεται από τη θηλιά μέχρι να γίνει αφόρητη η μπόχα και να τον κατεβάσουν τελικά, εκθέτοντας το σώμα του σε μια αποθήκη.
Όλα αυτά έγιναν το 1718 αλλά δεν θα ήταν το τέλος του Πράις. Το σώμα του ενταφιάστηκε μεν, αλλά το 1834 οι εργάτες της οδοποιίας το ξέθαψαν κατά λάθος! Πριν ενταφιάσουν ξανά τον σκελετό με τα «βραχιολάκια» (που δεν θα μπορούσε παρά να είναι η σορός του Πράις), θεώρησαν σκόπιμο να τον εκθέσουν σε τοπική παμπ…
Ο συμπτωματικός δήμιος που στράφηκε στο έγκλημα
Ο Ντικ Μπάουφ γεννήθηκε στην Ιρλανδία σε μια όχι ακριβώς ιδανική οικογενειακή συνθήκη: όταν ήταν 12 ετών, οι γονείς του καταδικάστηκαν για διάρρηξη και συνέργεια σε φόνο. Και μιας και στον 17ο αιώνα η παιδική πρόνοια ήταν κάτι άγνωστο, οι Αρχές χάρισαν τη ζωή στο αθώο αγόρι με τον όρο να είναι αυτό που θα σκοτώσει τους γονείς του!
Οι γονείς τού έδωσαν τελικά την ευλογία τους και του είπαν ότι θα ήταν καλύτερο για τους ίδιους να απαγχονιστούν από το βλαστάρι τους παρά από κάποιον άγνωστο. Όπως και έγινε δηλαδή. Με κάτι τέτοιο να τον στοιχειώνει βέβαια, δεν θα μπορούσε να ζήσει μια φυσιολογική ζωή και σύντομα στράφηκε σε μια καριέρα εγκλήματος.
Αφού δούλεψε λίγο ως δήμιος, έγινε τελικά πορτοφολάς, πριν περάσει σε μια συμμορία που χτυπούσε εκκλησίες ξαλαφρώνοντάς τες από τα τιμαλφή. Αργότερα ζούσε σαν κανονικός ληστής και έγινε ο φόβος και ο τρόμος της ιρλανδικής υπαίθρου, αναγκάζοντας τους πολίτες να γίνουν στενός κορσές στις Αρχές για τη σύλληψή του.
Μια ομάδα κυνηγών κεφαλών που βγήκαν στο κατόπι του έπεσαν στα χέρια του και ο Ντικ τους έβαλε σε έναν αχυρώνα και τους έκαψε ζωντανούς, καταφεύγοντας στη Σκωτία μέχρι να κοπάσει η μπόρα.
Εκεί όμως θα έκανε το μοιραίο λάθος: φλέρταρε με τη γυναίκα ενός εντελώς εκδικητικού άντρα. Ο οποίος έβαλε να τον συλλάβουν, να τον στείλουν πίσω στην Ιρλανδία και να τον κρεμάσουν τελικά στις 15 Μαΐου 1702. Παρά το γεγονός ότι ο Ντικ προσφέρθηκε να πληρώσει ένα σεβαστό ποσό για να δείξουν λίγη μεγαλοψυχία οι δικαστές…
Ο δήμιος, η γυναίκα του και η λαϊκή οργή
Στις 12 Μαΐου 1625 ο δήμιος της Ντιζόν, Σάιμον Γκρανζόν, και η σύζυγός του, που ήταν η βοηθός του στις εκτελέσεις, ανέλαβαν μια εύκολη μεν πλην σπαραξικάρδια θανατική ποινή. Ένα παιδί βρέθηκε νεκρό στο δάσος και η 21χρονη μητέρα του, Έλεν Ζιλέτ, καταδικάστηκε αμέσως σε θάνατο.
Παρά το γεγονός ότι η κοπέλα ισχυριζόταν πως ήταν αθώα και το παιδί είχε συλληφθεί μάλιστα έπειτα από τον βιασμό της, η ποινή δεν άλλαξε. Λόγω της κοινωνικής της θέσης όμως, της επιτράπηκε να εκτελεστεί με αποκεφαλισμό, ένα εύκολο έργο για κάθε πεπειραμένο δήμιο, αν και εδώ όλα θα γίνονταν μαντάρα. Η πρώτη σπαθιά του Γκρανζόν τη διαπέρασε στον ώμο και η δεύτερη αστόχησε επίσης, βγάζοντας το φιλοθεάμον κοινό πραγματικά εκτός εαυτού.
Ο κόσμος τα έκανε όλα γυαλιά καρφιά και δεν έλεγε να σταματήσει: ο δήμιος κλείστηκε σε ένα παρεκκλήσι και η σύζυγός του έσυρε εντωμεταξύ την καταδικασμένη κάτω από το ικρίωμα, προσπαθώντας να τελειώσει τη δουλειά με ένα ψαλίδι, μπας και καταλαγιάσει το μένος του όχλου. Μάταια! Το πλήθος έπιασε την κυρία Γκρανζόν καθώς «ψαλίδιζε» την Έλεν και τη σκότωσε επιτόπου, κάνοντας κατόπιν το ίδιο και στον δήμιο, τον οποίο ξετρύπωσε από το εκκλησάκι και τον έκανε κομμάτια.
Η Έλεν ήταν ακόμα ζωντανή, καθώς παρά τις ψαλιδιές της μαντάμ Γκρανζόν κανένα τραύμα δεν απειλούσε τη ζωή της. Το πρόβλημα ωστόσο παρέμενε: η Έλεν ήταν καταδικασμένη σε θάνατο και τώρα η Ντιζόν δεν είχε δήμιο! Η αδερφή του Λουδοβίκου ΙΓ’ της απένειμε τελικά χάρη και η άτυχη γυναίκα πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της σε μοναστήρι…