Δίπλα από τα ρυάκια, στις ρίζες των δέντρων και στα κοιλώματα των βράχων της Ευρυτανίας φυτρώνει ένα εμβληματικό φυτό με απαραγνώριστα άνθη που μοιάζουν με λευκά δάκρυα.
Ο γάλανθος της βασίλισσας Ολγας (Galanthus reginae-olgae υποείδος vernalis) είναι ένα θρυλικό λουλούδι της χώρας μας με πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Το πρώτο συνθετικό της επιστημονικής του ονομασίας οφείλεται στα κάτασπρα σαν το γάλα άνθη του.
Το δεύτερο συνθετικό το απέκτησε το 1876 από τον καθηγητή Θεόδωρο Ορφανίδη που του έδωσε το όνομα της τότε βασίλισσας της Ελλάδας, Ολγας.
Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα από την ονομασία του είναι η παράδοση που λέει ότι ο γάλανθος είναι το βότανο που έδωσε ο Ερμής στον Οδυσσέα για να γλιτώσει από τα μαγικά φίλτρα της Κίρκης, το ομηρικό φυτό μώλυ (από το ρήμα μωλύω που σημαίνει αδυνατίζω, παραλύω).
Το φυτό δρούσε ως αντίδοτο σε χολινεργικές ουσίες και αν και υπάρχουν και άλλα φυτά στη χώρα μας με τέτοιες ιδιότητες, μόνο ο γάλανθος ταιριάζει περισσότερο με την περιγραφή του φυτού από τον Ομηρο, καθώς «διαθέτει άσπρα άνθη, μαύρη ρίζα και ξεριζώνεται εύκολα».
Ερμηνευτική προσέγγιση του μυθώδους φυτού που αναφέρεται με το όνομα ”Μώλυ” από τον Όμηρο
Tο βοτανο, που κατά τον Ομηρο, έδωσε ο θεός Ερμής στον Οδυσσέα σαν αντίδοτο για ν’ αντιμετωπίσει τα μαγικά φίλτρα της Κίρκης ήταν το φυτό “μώλυ”.
Αν διαβάσει κανεις με προσοχή τους στίχους της Οδύσσειας κ. 302 – 306 με τις σημερινές γνώσεις της Ιατρικής βγάζει το συμπέρασμα ότι το βότανο αυτό περιείχε ουσίες βασικά αντιαφροδισιακές.
Θα προσπαθήσουμε με τα σημερινά δεδομένα της φαρμακολογίας ν’ ανταποκριθούμε όσο μπορούμε, πιστεύοντας ότι είναι αρκετά ελκυστικό και δύσκολο να ερμηνευτεί με βεβαιότητα το είδος του φυτού “μώλυ”.
Οσο όμως συγκεντρώνονται στοιχεία, ακόμη και υποθέσεις, πλουτίζεται το υλικό που θα βοηθήσει να γίνουν συνθετικές μελέτες επιστημόνων διαφόρων κλάδων, φιλολόγων, γλωσσολόγων, λαογράφων, ιστορικών, βοτανολόγων, φαρμακολόγων, ψυχολόγων, νευρολόγων κ.α., που θα μπορέσουν να δώσουν τη σωστή ερμηνεία τόσο στο φυτό, όσο και στη δράση των ουσιών που περιέχει.
Για την ομηρική εποχή δεν έχομε πολλές πληροφορίες σχετικά με τη φαρμακολογία. Όταν η Ιστορία προσπαθεί να βρεί τους χαμένους κρίκους της αλυσίδας, έρχεται βοηθός η αρχαιολογία, η οποία όπως λένε οι ειδικοί, βαδίζει με κλειστά μάτια, βήμα – βήμα για να στήσει ξανά τον αρχαίο μας κόσμο (Κ. Καρακάσης). Σε επικουρία της Ιστοριας όμως έρχεται και η ποίηση και η λαογραφία.
Με την επικουρία της Ομηρικής ποίησης αφ’ ενός, αλλά και της λαογραφίας αφ’ ετέρου,0 θα προσπαθήσουμε με τις μικρές μας δυνάμεις να ερμηνεύσουμε τη φύση του μυθικού βοτάνου που έδωσε ο Ερμής στον Οδυσσεα για ν’ αντιμετωπίσει τα μάγια της Κίρκης και το οποίο αναφέρεται ότι οι θεοί το έλεγαν “μώλυ”. Το μώλυ αναφέρεται σε όλη την Οδύσσεια μία μόνο φορά στο στίχο κ. 305 και στην Ιλιάδα καθόλου. Ολόκληρη η παράγραφος που περιέχει το φάρμακο περιλαμβάνεται στους στίχους κ. 302-306.
“Ως άρα φωνήσας πόρε φάρμακον αργεϊφόντης
εκ γαίης ερύσας και μοι φύσιν αυτού έδειξεν.
Ρίζη μεν μέλαν έσκε, γάλακτι δε είκελον άνθος
μώλυ δε μιν καλέουσι θεοί χαλεπόν δε τ’ ορύσσειν
ανδράσι γε θνητοίσι, θεοί δε τε πάντα δύνανται”.
Οι στίχοι σε ελεύθερη μετάφραση:
[Αφού μίλησε πηρε φάρμακο ο αργεϊφόντης (Ερμής)
από τη γη βγάζοντάς το και μου το έδειξε.
Ρίζα είχε μαύρη και άνθος λευκό σαν γάλα
μώλυ το λένε οι θεοί, δύσκολο να ξερριζωθεί
από ανθρώπους θνητούς, οι θεοί δε τα πάντα
μπορούν].
Γίνεται φανερό ότι πρόκειται για ψυχοφάρμακο όπως θα το χαρακτηρίζαμε σήμερα και είναι το ένα από τα δύο που αναφέρει ο Όμηρος.
Το άλλο είναι το νηπενθές που το συναντούμε επίσης στην Οδύσσεια στο στίχο δ. 221. Το νηπενθές έχει προέλευσή του την Αίγυπτο, όπως μας πληροφορεί ο ποιητής. Τη χρήση του εδίδαξε στην Ελένη του Μενελάου, η Πολυδάμνη, η γυναίκα του Θώνος, όταν ήταν στην Αίγυπτο. Το νηπενθές θυμίζει τη λατρεία του Οσίριδος. Είναι άλλωστε γνωστό ότι ένα μεγάλο μέρος της φαρμακολογίας και βοτανολογίας μας ήρθε από την Αίγυπτο μέσω της Μινωϊκής Κρήτης. Aλλά και ο μυθικός Μελλάμπους θεράπευσε τη μανία των θυγατέρων του βασιλιά του Άργους Προίτου με τον μαύρο ελλέβορο, που τη χρήση του είχε διδαχθεί στην Aίγυπτο από τους εκεί ιερείς-γιατρούς. Ενώ το νηπενθές, παρά τις διαφωνίες βοτανολόγων και φιλολόγων, θεωρείται ότι είναι η υπνοφόρος παπαρούνα (μήκων η υπνοφόρος), για το μώλυ οι πληροφορίες είναι πολύ συγκεχυμένες και τελείως αντιφατικές.
Στο Μεγάλο Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης του Δημητράκου αναφέρειαι σαν μυθώδες φυτό και ταυτίζεται με το μαύρο κρομμύδι (μώλιζα), με τον άγριο απήγανο ή με το φυτό που αναφέρεται στο Διοσκουρίδη ως άρμαλα ή πήγανον (Διοσκ. 3, 46) και συναντάται κυρίως στην Kαππαδοκία. Ακόμη το ταυτίζει με το ηρίγγιον του Διοσκουρίδη (Ψ Διοσκ. 3, 21) και με το στρίχνον το υπνωτικό του Πλινίου (Φ.Ι 21,180). Στο Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης Liddell-Scot το μώλυ αναφέρεται ως μυθώδες φυτό με μαγική δύναμη, που έδωσε ο Ερμής στον Οδυσσέα σαν αντίδοτο προς τα θέλγητρα και τα φάρμακα της Κίρκης.
Στο Ομηρικό λεξικό του Ι. Πανταζίδου αναφέρεται ότι συναντάται μόνο μία φορά και μάλιστα στην αιτιατική, σε όλη την αρχαία Ελληνική γραμματεία. Το θεωρεί μυθώδες θαυματουργό φυτό, όπως είναι και η άποψη του Θεοφράστου (Φ. Ι 9,5,17) και πολλών αλλων μελετητών. Αιτιολογεί την ονομασία του σαν να προέρχεται από τις λέξεις μολύω = παραλύω με συγγενείς λέξεις το μαλακός και μαλακώνω.
Κατά την άποψη του Ομηριστή Dierbach πρόκειται για το μανδραγόρα.
Τέλος, τόσο ο Ιπποκράτης όσο και ο Γαληνός αναφέρουν το φυτό μώλυζα σαν το σκόρδο με “απλήν κεφαλήν μη διαλυομένην εις αγλίδας” δηλαδή αυτό που λέμε σήμερα μονόσκελο σκόρδο.
Ο καθηγητής κ. Ανδρέας Βοσκός στον 3ο τόμο του συγγράμματός του «Aρχαία κυπριακή Γραμματεία» αναφέρεται εκτενώς στο μώλυ (σελ. 315-322). Ο κ. Α. Βοσκός αναφέρει πλειάδα αρχαίων συγγραφέων, οι οποίοι προσπάθησαν να δώσουν ερμηνεία του βοτάνου και να το ταυτίσουν με συγκεκριμένο φυτό.
Αξιολογεί την αλληγορική ερμηνεία του Eυσταθίου, της οποίας παραθέτει εκτενές απόσπασμα.
Ο γερμανός θρησκειολόγος Hugo Rachner το 1957 δημοσίευσε μελέτη του για το μώλυ σχολιάζοντας ελληνικούς μύθους και χριστιανικά μυστήρια (Φούγιας Π. 2000).
Τόσο για το φυτό μανδραγόρα, όσο και για το ομηρικό μώλυ διευκρινίζει ότι σήμερα έχουν ξεχαστεί οι ιδιότητες που τους απέδιδαν οι αρχαίοι και είναι σχεδόν άγνωστα από τους σύγχρονους.
Αναφέρει πλείστους χριστιανούς μελετητές οι οποίοι ερμήνευσαν αλληγορικά το μώλυ, δηλαδή ότι η μαύρη ρίζα του συμβολίζει τα σκοτεινά χρόνια πάθη της ανθρώπινης ψυχής, ενώ το πάλλευκο άνθος, την πνευματική τελείωση, που με εσωτερικούς αγώνες επιτυγχάνεται.
Την ίδια άποψη υποστήριξε, ότι δηλαδή είναι αλληγορική η έννοια του φυτού και ο φιλόσοφος Κλεάνθης που ήταν μαθητής του Ζήνωνα και δάσκαλος του Χρυσίππου.
Όπως υποστήριξε ο Κλεάνθης με το μώλυ, μωλύονται τα κατώτερα ένστικτα του ανθρώπου, δηλαδή αποδυναμώνονται. Κι έτσι έχουμε εισαγωγή στη Φιλοσοφία των όρων: Μώλυ, και μωλύειν.
Σημείωση: Με λίγα λόγια, το θρυλικό αυτό φυτό έχει μαυρη ριζα και λευκο ανθος, και λέγεται ότι ο θεος Ερμης το έδωσε στον Οδυσσεα για να το χρησιμοποιησει ως αντιδοτο στα μαγικά της μάγισσας Κίρκης. Επίσης λέγεται οτι ίσως να είναι ένα από τα συστατικά της νεραιδοαλοιφής, ενός μείγματος που όταν το απλώσεις στα βλέφαρα σου μπορείς να δεις νεράιδες…