1770 – Ο Θεόδωρος Ορλόφ καταπλέει στη Μάνη και παρακινεί τους κατοίκους της να εξεγερθούν κατά των Τούρκων. (Ορλοφικά)
Μετά το τέλος της περιπέτειας των Ορλωφικών η κατάσταση στην Πελοπόννησο ήταν αξιοθρήνητη. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση (Σημ. εννοεί τα Ορλωφικά) οι εκεί Οθωμανοί, αγνοώντας τις δυνάμεις των Ρώσων, ζήτησαν τη βοήθεια των Αλβανών. Τα παιδιά αυτά της λαφυραγώγησης δέχτηκαν ευχαρίστως την πρόκληση, όρμησαν από παντού στην Πελοπόννησο και, αφού έπνιξαν την ήδη πεθαμένη από την έναρξή της επανάσταση, παρεκτράπηκαν σε βάρβαρη λεηλασία και απάνθρωπη καταστροφή.
Και όταν οι πρώτοι από τους άγριους αυτούς επιδρομείς επέστρεψαν γιομάτοι λάφυρα στα μέρη τους, ακόμα πιο πολλοί και περισσότερο άπληστοι τους διαδέχτηκαν διαπράττοντας πιο φρικαλέα κακουργήματα.
Μη βρίσκοντας πρόχειρη λεία, έπιαναν τους Πελοποννήσιους που είχαν ήδη απογυμνωθεί από όλα τα υπάρχοντά τους και τους ανάγκαζαν να υπογράφουν χρεωστικές ομολογίες πληρωτέες σε ορισμένο χρόνο ή τους πουλούσαν σαν κτήνη σε εξευτελιστική τιμή σε μακρινούς τόπους. Η αλβανική πανούκλα είχε αφανίσει τα πάντα. Εκεί που πριν από λίγο υπήρχαν πόλεις και κωμοπόλεις πολυάνθρωπες και ευτυχισμένες, τώρα έβλεπε κανείς την ερήμωση του θανάτου και φλογισμένα ερείπια. Όλη η Πελοπόννησος είχε σχεδόν απογυμνωθεί από τους κατοίκους της, γιατί άλλοι είχαν σφαχτεί, άλλοι είχαν πουληθεί ως δούλοι και άλλοι είχαν μεταναστεύσει στα Επτάνησα, ενώ λίγοι κρύφτηκαν σε απρόσιτα βουνά και σε απόκρυφα σπήλαια. Μόνο οι κάτοικοι του Λάλα και της Βαρδούνιας παρέμεναν ασφαλείς, και βοηθώντας τους συμπατριώτες τους Αλβανούς στο έργο της καταστροφής και της λαφυραγωγίας έπαιρναν το ανάλογο μερίδιο. Αλλά και οι Μανιάτες, μη μπορώντας να αντισταθούν στην ορμή τους, ζήτησαν άσυλο στα κρησφύγετα του Ταϋγέτου, ενώ πολλές κωμοπόλεις τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν.