Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τάχθηκε κατά της χρήσης γλυκαντικών χωρίς ζάχαρη (NSS: non-sugar sweeteners) ως μέσου ελέγχου του βάρους ή περιορισμού των μη μεταδοτικών ασθενειών.
«Η σύσταση βασίζεται στα ευρήματα μιας συστηματικής ανασκόπησης των διαθέσιμων στοιχείων που υποδηλώνουν ότι η χρήση NSS δεν αποφέρει κανένα μακροπρόθεσμο όφελος στη μείωση του σωματικού λίπους σε ενήλικες ή παιδιά», ανέφερε ο ΠΟΥ. Αυτή η ανασκόπηση προσδιόρισε επίσης ότι η μακροχρόνια χρήση NSS θα μπορούσε να συμβάλει στον διαβήτη τύπου 2, στις καρδιαγγειακές παθήσεις και σε σοβαρές ασθένειες σε ενήλικες.
«Η αντικατάσταση των ελεύθερων σακχάρων με NSS δεν βοηθά στον έλεγχο του βάρους μακροπρόθεσμα», δήλωσε ο διευθυντής Διατροφής και Ασφάλειας Τροφίμων του ΠΟΥ, Francesco Branca. «Τα NSS δεν είναι απαραίτητοι διατροφικοί παράγοντες και δεν έχουν διατροφική αξία». Ο Branca προτείνει στους ανθρώπους να μειώσουν εντελώς την κατανάλωση γλυκαντικών, ξεκινώντας από μικρή ηλικία.
Η ασπαρτάμη, η αντβαντάμη, τα κυκλαμικά, η νεοτάμη, η σακχαρίνη, η σουκραλόζη και η στέβια είναι μεταξύ των προσθέτων που εξετάζονται στην ανασκόπηση του ΠΟΥ. Τα περισσότερα από αυτά τα υποκατάστατα συνδέονται με επωνυμίες όπως τα Sweet’N Low, Equal και Splenda. Όλα έχουν εγκριθεί από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ. Οι αλκοόλες ζάχαρης που περιέχουν θερμίδες, όπως είναι οι πολυόλες, δεν θεωρούνται NSS.
Το 2015, ο ΠΟΥ συνέστησε σε ενήλικες και παιδιά να μειώσουν τα σάκχαρα -συμπεριλαμβανομένης της γλυκόζης, της φρουκτόζης και της επιτραπέζιας ζάχαρης- κάτω από το 10% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης.
«Έχουμε ακλόνητα στοιχεία ότι η διατήρηση της πρόσληψης ελεύθερων σακχάρων σε λιγότερο από το 10% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης μειώνει τον κίνδυνο υπέρβαρου, παχυσαρκίας και τερηδόνας», είπε ο Branca.
Η σύσταση για μείωση της κατανάλωσης των NSS δεν ισχύει για τα άτομα με διαβήτη, ούτε αφορά τη φαρμακευτική αγωγή. Επίσης δεν αφορά προϊόντα προσωπικής φροντίδας, τις οδοντόκρεμες και προϊόντων περιποίησης δέρματος. Η ανασκόπηση περιελάμβανε περισσότερες από 320 μελέτες.
Τά αντίθετα λέει έρευνα τής MAYO CLINIC !