Ερευνητές ανακάλυψαν ότι η δραστική ουσία ναλτρεξόνη αποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία των ελαττωματικών υποδοχέων που σχετίζονται με την μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα, γνωστή ως Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης, σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο Frontiers in Immunology.
Οι επιστήμονες από το Εθνικό Κέντρο Νευροανοσολογίας και Αναδυόμενων Παθήσεων (NCNED) του Πανεπιστημίου Griffith είναι οι πρώτοι στον κόσμο που αναπτύσσουν το σύστημα gold standard (η καλύτερη υπάρχουσα μέθοδος), ευρύτερα γνωστό ως τεχνική patch clamp, στα ανοσοκύτταρα προκειμένου να καταγράψουν και να μετρήσουν τη λειτουργία του υποδοχέα TRP.
Τα ανοσοκύτταρα χρησιμοποιούνται ως μοντέλο για την αξιολόγηση της λειτουργίας του υποδοχέα TRP και αντικατοπτρίζουν τη σωματική δραστηριότητα σε όλους τους ιστούς του σώματος που εκφράζουν αυτούς τους υποδοχείς.
Οι ερευνητές του NCNED, λοιπόν, άνοιξαν το δρόμο για την αναγνώριση της παθολογίας του Συνδρόμου Χρόνιας Κόπωσης και για την ανάπτυξη βιοδεικτών, υποστηρίζοντας ότι οι υποδοχείς TRP είναι ελαττωματικοί στους πάσχοντες από το Σύνδρομο, συγκριτικά με τους υγιείς ανθρώπους. Οι υποδοχείς αυτοί βρίσκονται σε όλο το σώμα και εμπλέκονται τόσο στα συμπτώματα όσο και στην έναρξη της ασθένειας.
Στην παρούσα έρευνα χρησιμοποιήθηκε η ναλτρεξόνη για να αποκαταστήσει τη λειτουργία των ελαττωματικών υποδοχέων στα ανοσοκύτταρα των ασθενών.
«Χρησιμοποιήσαμε την τεχνική patch clamp για να μετρήσουμε τη λειτουργία των ελαττωματικών υποδοχέων. Μετά τη θεραπεία με ναλτρεξόνη βρήκαμε ότι αυτή ήταν σημαντικά βελτιωμένη στα ανοσοκύτταρα των πασχόντων από Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης, πράγμα που σημαίνει θετικά αποτελέσματα για τους ασθενείς», αναφέρει η πρώτη συγγραφέας της μελέτης, Δρ. Helene Cabanas.
«Αυτή η παγκόσμια πρώτη ανακάλυψη υποδεικνύει νέες προοπτικές για φαρμακο-θεραπευτικές παρεμβάσεις στο Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης. Θα συνεχίσουμε για να επιβεβαιώσουμε την παθολογία των ελαττωματικών υποδοχέων και κινούμαστε προς την ανεύρεση πιθανών θεραπειών», προσθέτει με τη σειρά της η καθηγήτρια Sonya Marshall-Gradisnik.