Τόσα έχουν ειπωθεί και τόσοι πανηγυρισμοί από την πλευρά της κυβέρνησης. Ποια είναι όμως η αλήθεια;
Φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 8.000 ευρώ χρωστάει στην Εφορία 600 ευρώ. Με τη νέα ρύθμιση έχει τη δυνατότητα να εξοφλήσει την οφειλή του σε 20 δόσεις. Ενας άλλος φορολογούμενος με ακριβώς το ίδιο εισόδημα και χρέος 1.500 ευρώ θα κλείσει τους ανοιχτούς λογαριασμούς που έχει με την Εφορία σε 50 μηνιαίες δόσεις και όχι σε 120 δόσεις, ενώ στην περίπτωση του φορολογουμένου ο οποίος χρωστάει 10.000 ευρώ και έχει εισόδημα 20.000 ευρώ η ρύθμιση του προσφέρει 120 μηνιαίες δόσεις ή 10 χρόνια για να εξοφλήσει το χρέος του.
Λίγες δόσεις για τους μικροοφειλέτες, πολλές δόσεις για τους μεγάλους. Η νέα ρύθμιση εξόφλησης οφειλών προς την Εφορία, η οποία αναμένεται να ψηφιστεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή, έχει κερδισμένους αλλά και πολλούς χαμένους. Προβλέπει δόσεις πολλών ταχυτήτων και κόφτες, ενώ κρύβει και παγίδες. Συγκεκριμένα, η ρύθμιση η οποία θα έχει περιορισμένο χρόνο ζωής, καθώς θα είναι ανοιχτή στους οφειλέτες μέχρι τις 28 Ιουνίου 2019, φέρνει:
120 δόσεις για λίγους. Σχεδόν δύο στους δέκα φορολογουμένους που χρωστάνε στην Εφορία θα επωφεληθούν από το μάξιμουμ των δόσεων. Πρόκειται για όσους έχουν χρέη που υπερβαίνουν τις 3.600 ευρώ. Μάλιστα, όσο μεγαλύτερο είναι το ύψος της οφειλής και το εισόδημα, τόσο πιο εύκολα ο οφειλέτης θα κερδίζει τις 120 δόσεις για την εξόφληση της ληξιπρόθεσμης οφειλής του.
18-50 δόσεις για την πλειονότητα των οφειλετών ή περίπου 2,5 εκατομμύρια φορολογουμένους που έχουν χρέη έως 1.500 ευρώ. Η ελάχιστη μηνιαία δόση των 30 ευρώ που ορίστηκε λειτουργεί ως κόφτης στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων. Ετσι οι μικροοφειλέτες δεν θα δουν ποτέ τις 120 δόσεις. Για παράδειγμα, ένας μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 12.000 ευρώ θα μπορεί να πληρώσει την οφειλή του όχι σε 120 δόσεις αλλά σε 40 μηνιαίες δόσεις.
18 μηνιαίες δόσεις για τις οφειλές των νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων και κατ’ εξαίρεση σε έως 30 μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ. Μετά τις έντονες αντιδράσεις του επιχειρηματικού κόσμου, το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει να προχωρήσει σε αλλαγές αυξάνοντας τον αριθμό των δόσεων για τις επιχειρήσεις.
120 δόσεις για τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Σύμφωνα με τη ρύθμιση, για να καθοριστούν ο αριθμός και τα ποσά των μηνιαίων δόσεων που δικαιούται κάθε οφειλέτης – φυσικό πρόσωπο θα λαμβάνονται υπόψη όλα ανεξαιρέτως τα δηλωθέντα εισοδήματα του έτους 2017, δηλαδή ακόμη και τα αυτοτελώς φορολογηθέντα καθώς και αυτά τα οποία απαλλάχθηκαν από τη φορολογία εισοδήματος (όπως αναδρομικά που επιστράφηκαν σε συνταξιούχους, τόκοι καταθέσεων, αποζημιώσεις απολύσεων, επιδόματα τέκνων, συντάξεις και προνοιακά επιδόματα αναπήρων, κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, αγροτικές επιδοτήσεις κ.λπ.). Ο όρος αυτός κρύβει μια παγίδα καθώς θα έχει ως συνέπεια μεγάλος αριθμός οφειλετών να εμφανιστεί με φουσκωμένα ετήσια εισοδήματα και έτσι να μην μπορέσει να εξασφαλίσει μεγάλο αριθμό δόσεων για την εξόφληση των οφειλών του.
Επιπλέον, η υπαγωγή στη ρύθμιση δεν αναστέλλει τυχόν κατασχέσεις και πλειστηριασμούς που έχουν ήδη επιβληθεί, αλλά τα ποσά που προκύπτουν από τα μέτρα αυτά θα μειώνουν ισόποσα τα υπόλοιπα των ρυθμιζόμενων οφειλών.
Πως καθορίζονται
Σε φορολογουμένους με συνολικό εισόδημα (ατομικό δηλωθέν, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο) μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα εξόφλησης των οφειλών τους σε έως και 120 μηνιαίες δόσεις, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.
Για τους οφειλέτες με εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται με βάση τα ακόλουθα βήματα:
Με βάση το συνολικό εισόδημα προσδιορίζεται το «ετήσιο ποσό καταβολών» κάθε οφειλέτη με τη χρήση προοδευτικής κλίμακας συντελεστών κλιμακούμενων από 4% έως 25%.
Καθένα από τα ποσοστά συντελεστών μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, ως εξής:
κατά μία μονάδα για ένα τέκνο,
κατά δύο μονάδες για δύο τέκνα,
κατά τρεις μονάδες για τρία τέκνα και άνω.
Το «ετήσιο ποσό καταβολών» διαιρείται, στη συνέχεια, με τον αριθμό 12 και έτσι ανάγεται σε «μηνιαίο ποσό καταβολής».
Το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής διαιρείται με το «μηνιαίο ποσό καταβολής». Το πλήθος των δόσεων της ρύθμισης προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής.
Κόφτες
Σε κάθε περίπτωση ισχύουν οι ακόλουθοι τρεις περιορισμοί, βάσει των οποίων το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης μπορεί να διαφοροποιηθεί μετά τους παραπάνω υπολογισμούς:
Το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 30 ευρώ.
Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος των 18.
Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των 120.
Σε περίπτωση που ο περιορισμός της ελάχιστης δόσης των 30 ευρώ έχει ως συνέπεια να προκύπτει αριθμός δόσεων μικρότερος των 18, ο αριθμός των δόσεων ορίζεται – περιορίζεται σε επίπεδο χαμηλότερο των 18. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με ποσά οφειλών χαμηλότερα των 540 ευρώ.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο το φορολογικό έτος 2017.
Εκπτώσεις
Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε πλήθος δόσεων μικρότερο κατά 20%-90% από αυτό που προκύπτει με βάση τους παραπάνω υπολογισμούς, δικαιούται έκπτωση 15%-90% επί των προσαυξήσεων και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει να εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του θα διαγράφεται το σύνολο των τόκων και των προσαυξήσεων.
Επιβαρύνσεις
Βασικές οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5% ετησίως. Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά ΔΟΥ, Ελεγκτικό Κέντρο ή Τελωνείο, που υπάγονται στη ρύθμιση δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ. Η καθυστέρηση καταβολής μιας δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.