Ήταν μια τυπική κυριακάτικη συνεύρεση διασημοτήτων της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε ένα στέκι – wine bar κοντά στο «Ολντ Τράφορντ». Μεταξύ των παρευρισκόμενων, ο σερ Ματ Μπάσμπι και ο Νόμπι Στάιλς, τεχνικός τότε της β’ ομάδας των «κόκκινων διαβόλων».
Η κουβέντα έφτασε κάποια στιγμή στη νέα γενιά. «Ποιος είναι ο καλύτερος από τους πιτσιρικάδες», ρώτησε ο «πατριάρχης» τον παγκόσμιο πρωταθλητή του 1966. «Ο Μπέν Θόρνλεϊ«, απάντησε ο Στάιλς, χωρίς κανένα δισταγμό. «Είναι ό,τι πιο κοντινό έχω δει στον Τζορτζ Μπεστ όσα χρόνια είμαι στο σύλλογο».
Ο Μπάσμπι τίναξε το βλέμμα του με έκπληξη. Ήταν βέβαιος ότι η απάντηση που θα έπαιρνε θα ήταν «ο Ράιαν Γκιγκς».
Λίγο καιρό αργότερα ο Σκωτσέζος θρύλος της Γιουνάιτεντ δεν θα είχε καμία αμφιβολία για το αν η εκτίμηση του Στάιλς ήταν σωστή. Ο κορυφαίος της περίφημης γενιάς του ’92, που κατέκτησε το πρωτάθλημα Νέων Αγγλίας προτού κινήσει για να κατακτήσει τον κόσμο, ήταν κάποιος που το όνομα του ξεχάστηκε πολύ γρήγορα ακόμα και στο Νησί.
Οι προσωπικές ιστορίες των wonder kids του ποδοσφαίρου ασφαλώς δεν είναι πάντα πασπαλισμένες με την αστερόσκονη που περιβάλλει τα happy end των παραμυθιών. Σε πολλές περιπτώσεις τα παραστρατήματα ή η κακοτυχία έχουν φράξει με τέτοιο τρόπο το δρόμο παικτών, που στα κιτάπια του ποδοσφαίρου καταχωρήθηκαν και πρωτοκολλήθηκαν ως «αιώνια ταλέντα».
Ο Μπεν Θόρνλεϊ αποτελεί ίσως την πιο κλασική περίπτωση της δεύτερης κατηγορίας. Και μαζί ένα από τα μεγαλύτερα «what if» στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου. Το δικό του παραμύθι είχε δράκο. Mε… ονοματεπώνυμο.
Ο γεννηθείς τον Απρίλιο του 1975 Θόρνλεϊ υπήρξε τέτοιου μεγέθους ταλέντο, που όταν ένα απόγευμα άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του αντίκρισε στο κεφαλόσκαλο τον Αλεξ Φέργκιουσον και το δεξί χέρι του, Μπράιαν Κιντ.
Ο Φέργκι είχε στείλει τους συνεργάτες του να «οργώσουν» την ευρύτερη περιοχή του Μάντσεστερ για ανεύρεση ταλέντων και μετά το σχετικό σκάουτινγκ, ανέλαβε να τελειώσει μόνος του τη δουλειά. Αυτοπροσώπως. Παστρικά, χωρίς ατζέντηδες ή μεσάζοντες.
Οι εισηγήσεις των σκάουτερ είχαν φέρει στην κορυφή της λίστας τον 14χρονο Μπεν, ο οποίος έπαιζε στην ερασιτεχνική Σάλφορντ, λίγα μόλις μέτρα μακριά από το προπονητικό κέντρο της Γιουνάιτεντ, στο Κλιφ. Ο Σκωτσέζος είχε εμπνευστεί ήδη τη δημιουργία μιας ομάδας που θα έκανε διάσημο σε όλη την υφήλιο το φυτώριο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Για τον Θόρνλεϊ δεν χρειάστηκε δοκιμαστικό, αρκούσαν οι περιγραφές. Πήγε στο σπίτι του και όταν έφυγε είχε εισπράξει το Οκ. της οικογένειας για την ένταξη του μικρού στα τμήματα υποδομής του συλλόγου.
Τρία χρόνια αργότερα, στο δρόμο για το πρωτάθλημα Νέων του ’92, ο Θόρνλεϊ είχε εξελιχθεί στην απόλυτη attraction μιας ομάδας που κατά γενική ομολογία έσφυζε από ταλέντο.
«Εμείς και ο Μπεν δεν παίζαμε ακριβώς το ίδιο… άθλημα. Αν είχε συνεχίσει, θα μας είχε ξεπεράσει όλους. Αυτό είναι το θλιβερό κομμάτι της ιστορίας. Θα ήταν σίγουρα ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών τουλάχιστον στην Αγγλία», είχε δηλώσει ο Ντέιβιντ Μπέκαμ.
«Ήταν ένα σκαλί πάνω απ’ όλους μας. Μπορούσε να κάνει τα πάντα στο γήπεδο», έχει πει ο Πολ Σκόουλς, ενώ ο Γκάρι Νέβιλ τον έχει περιγράψει ως ένα από «τα πιο απίθανα ταλέντα που είδα ποτέ μου».
Γκιγκς, Μπέκαμ, αδελφοί Νέβιλ, Νίκι Μπατ, Σκόουλς. Ολοι τους καλοί, εν δυνάμει όμως δορυφόροι του μεγάλου εκκολαπτούμενου σταρ. Ο Θόρνλεϊ όργωνε την αριστερή πλευρά με διασκελισμό σπρίντερ, ήταν ασυναγώνιστος στο ένας με έναν, διέθετε φονικό ένστικτο στο σκοράρισμα και σπάνια δημιουργική ικανότητα και με τα δύο πόδια.
Στα 19 του ήταν έτοιμος για την πρώτη ομάδα. Έκανε το ντεμπούτο του τον Φλεβάρη του 1994 ως αλλαγή σε αγώνα πρωταθλήματος κόντρα στη Γουέστ Χαμ και ενάμιση μήνα αργότερα προοριζόταν να ξεκινήσει βασικός σε ένα από τα σημαντικότερα παιχνίδια της σεζόν, τον ημιτελικό του Κυπέλλου απέναντι στην Όλνταμ.
Τέσσερις ημέρες πριν από το μεγάλο ραντεβού του «Γουέμπλεϊ», ο Θόρνλεϊ έπαιξε με τις ρεζέρβες της Γιουνάιτεντ εναντίον της Μπλάκμπερν. Ο Φέργκιουσον ήθελε να πάρει λεπτά συμμετοχής σε ένα τερέν που έμοιαζε με αυτό του «Γουέμπλεϊ».
Ο Θόρνλεϊ έκανε το κομμάτι του. Ύστερα από 65 λεπτά το σκορ ήταν 3-0, με τον ίδιο να έχει σκοράρει δύο γκολ και να έχει δώσει την ασίστ για το τρίτο. Οι αντίπαλοι είχαν αρχίσει να εκνευρίζονται με τον θρασύ πιτσιρικά, που έμοιαζε να τους χρησιμοποιεί για προπόνηση, καταφεύγοντας σε σκληρά μαρκαρίσματα.
Όταν στο 65ο λεπτό ο Θόρνλεϊ βρέθηκε για άλλη μια φορά κάτω, ο προπονητής Τζίμι Ράιαν τον ρώτησε αν μπορεί να συνεχίσει. «Ναι, είμαι μια χαρά», απάντησε. Ήταν η μοιραία απόφαση που θα άλλαζε όλη τη ζωή του.
Στο επόμενο λεπτό, ο πιο… εκνευρισμένος απ’ όλους, ο 28χρονος αμυντικός Νίκι Μάρκερ σημάδεψε με ένα δολοφονικό χτύπημα το γόνατο του Μπεν. Η στιγμή και ο απόηχος της ήταν ανατριχιαστική.
«Συνέβη στο κέντρο του γηπέδου και ο αντίπαλος ήταν δεξιός μπακ. Είχε έρθει ξεκάθαρα για μένα, στοχεύοντας απευθείας στο γόνατό μου. Ο Γκάρι Γουόλς ήταν στο τέρμα μας, αλλά άκουσε το «κραχ» από το χτύπημα!», έχει διηγηθεί ο Θόρνλεϊ.
Το γόνατο διαλύθηκε ολοσχερώς. «Έμοιαζε σαν ένα ξεφυλλισμένο βιβλίο», περιέγραψε ο γιατρός της Γιουνάιτεντ, Ρομπ Σουάιρ, χαρακτηρίζοντας τον τραυματισμό ως έναν από τους δύο χειρότερους που είχε δει σε 30 χρόνια καριέρας. Συντριπτικό κάταγμα του ενδιάμεσου συνδετικού και του μεσαίου συνδέσμου. Κάταγμα και των δύο πλάγιων. Αποκόλληση του μεσαίου μηνίσκου και διάλυση των μυών.
Ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον, που ήταν στις εξέδρες για να δει το next best thing του συλλόγου, απαίτησε εξοργισμένος να κινηθεί νομικά η Γιουνάιτεντ κατά της Μπλάκμπερν και του Νίκι Μάρκερ. Πράγματι, ύστερα από πενταετή δικαστική διαμάχη, οι «κόκκινοι διάβολοι» και ο Μπεν κέρδισαν ένα ποσό αποζημίωσης.
Δεν ήταν όμως παρά μια σταγόνα στον ωκεανό. Το κακό είχε γίνει. Ο παίκτης που στα νιάτα του προκαλούσε ευθείες συγκρίσεις με τον Τζορτ Μπεστ δεν θα έπαιζε ποτέ στο ανώτερο επίπεδο.
Ο Θόρνλεϊ δούλεψε σκληρά για την επιστροφή του, την ίδια περίοδο που οι υπόλοιποι σταρ της γενιάς του θάμπωναν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, κατακτώντας back to back πρωταθλήματα. Ύστερα από 19 μήνες κρίθηκε έτοιμος να αγωνιστεί ξανά, δεν ήταν όμως ποτέ ξανά ο ίδιος παίκτης.
«Πολλοί ποδοσφαιριστές έχουν καταφέρει να ανακάμψουν πλήρως ύστερα από μια ρήξη χιαστών. Ο δικός μου τραυματισμός όμως ήταν κάτι διαφορετικό και το ήξερα από την αρχή ότι δεν θα μπορούσα να φτάσω στο πρότερο επίπεδο. Όσο κι αν δούλεψα δεν γινόταν να ανακτήσω την ταχύτητα και εκρηκτικότητα μου».
Ο Θόρνλεϊ έπαιξε μόλις σε 8 ματς και 264 λεπτά με την πρώτη ομάδα της Γιουνάιτεντ από το 1995 έως το 1998. Δόθηκε δανεικός στη Στόκπορτ και τη Χάντερσφιλντ, στην οποία μεταγράφηκε ως ελεύθερος το ’98.
Η πορεία του έκτοτε ήταν αυτοκαταστροφική. Πάλεψε με την κατάθλιψη και τον αλκοολισμό, καταλήγοντας γυρολόγος (Αμπερντίν, Μπλάκπουλ, Μπέρι, Χάλιφαξ) και τερματίζοντας την επαγγελματική καριέρα του, μόλις στα 28. Έπαιξε άλλα έξι χρόνια σε ερασιτεχνικούς συλλόγους για το χαρτζιλίκι
Η καριέρα του μπορεί να έπιασε πάτο, αλλά στη ζωή του βρήκε τη δύναμη να «ξεκολλήσει» πνευματικά από εκείνο το μοιραίο τάκλιν του 1994. Στην αυτοβιογραφία του «Ο σταρ της γενιάς του ’92 που δεν αποφοίτησε ποτέ», ο Θόρνλεϊ διηγείται και το πώς κατάφερε από θαμώνας των μπαρ και μέθυσος να ξαναδεί τη φωτεινή πλευρά του φεγγαριού και να χτίσει από την αρχή τη ζωή του.
«Πάντα πίστευα ότι κάτι θετικό θα προκύψει κάποια στιγμή από εκείνον τον τραυματισμό. Και αυτό το κάτι ήταν τελικά αυτό το βιβλίο», λέει ο Θόρνλεϊ, που βγαίνοντας νικητής από τη μάχη με το αλκοόλ θα γευτεί τουλάχιστον εν ζωή, επί σειρά ετών, το νέκταρ της ηθικής ικανοποίησης που συνοδεύει την υστεροφημία του.
«Ξέρετε τι είναι να λέει ο Νόμπι Στάιλς στον σερ Ματ Μπάσμπι ότι υπάρχει μόνο ένας που μπορεί να συγκριθεί με τον Τζορτζ Μπεστ…;»