Στην εποχή της ψηφιακής επικοινωνίας, οι χρήστες του διαδικτύου αντιμετωπίζουν έναν νέο κίνδυνο: την υπερβολική ποσότητα πληροφοριών, γνωστή ως “data smog” ή “information pollution”. Αυτή η κατάσταση αναφέρεται στην πληθώρα ειδήσεων και δεδομένων που κατακλύζουν καθημερινά τους χρήστες, πολλές φορές χωρίς τη δυνατότητα να αξιολογήσουν την εγκυρότητά τους. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, παρατηρήθηκε μια εκρηκτική αύξηση της παραπληροφόρησης και των ψευδών ειδήσεων, οι οποίες συνεχίζουν να ασκούν επιρροή στους χρήστες.
Στην Ελλάδα, το 71.7% του πληθυσμού διαθέτει ενεργό λογαριασμό σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εξεταστεί πώς και σε ποιο βαθμό οι χρήστες καταναλώνουν το ψηφιακό περιεχόμενο που τους προσφέρεται. Για να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα, μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, υπό την καθοδήγηση του Καθηγητή Αναστάσιου Α. Οικονομίδη, ο οποίος διευθύνει το Εργαστήριο SMILE (Έξυπνα και Κινητά Διαδραστικά Περιβάλλοντα Μάθησης), ανέλαβε τη μελέτη της κατανάλωσης ψηφιακού περιεχομένου από τους χρήστες.
Ο Δρ Οικονομίδης με τις Μαρία Περηφάνου και Ευαγγελία Ποθητού, από το εργαστήριο SMILE και το Τμήμα Οικονομικών Επιστημών αντίστοιχα, επικεντρώθηκαν στο Instagram και συνέκριναν το προφίλ των Ελλήνων και Πορτογάλων χρηστών σχετικά με τη συμπεριφορά, την εμπιστοσύνη και τα χαρακτηριστικά των αναρτήσεών τους. Όπως εξηγούν, η Ελλάδα και η Πορτογαλία ανήκουν αμφότερες στο «πολωμένο (ή μεσογειακό) πλουραλιστικό μοντέλο», το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό πόλωσης, ισχυρή επιρροή των πολιτικών κομμάτων στα μέσα ενημέρωσης (πολιτικοποιημένος Τύπος) και χαμηλή εμπιστοσύνη στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ).
Τα ευρήματά τους δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό Information.
Κυρίως νέοι
Στη μελέτη συμμετείχαν 211 άτομα, με σχεδόν ίση κατανομή ανάμεσα σε Ελλάδα (49,29%, 104 άτομα) και Πορτογαλία (50,71%, 107 άτομα), ηλικίας 18-24 ετών κυρίως (77,73%), με μικρότερα ποσοστά για τις ηλικιακές ομάδες 12-17 ετών (2,37%), 25-34 ετών (17,54%) και 35-44 ετών (2,37%). Στην πλειοψηφία τους ήταν άνδρες, 57,69% στην Ελλάδα και 61,68% στην Πορτογαλία.
Αναφορικά με το μορφωτικό επίπεδο, σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες (45,97%) -είχαν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Λύκειο). Πάνω από ένας στους τρεις (37,91%) κατείχε πτυχίο πανεπιστημίου, και ένας στους 10 (10,43%) μεταπτυχιακό.
Ευάλωτοι στις ψευδείs ειδήσεις οι Έλληνες
Οι ερευνητές διερεύνησαν με χρήση ερωτηματολογίων παράγοντες όπως η εμπιστοσύνη στις πηγές, η συμμετοχή και η αλληλεπίδραση μέσα στην κοινότητα του Instagram. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν σημαντικές διαφορές:
Χειρότεροι στην αναγνώριση των fake news
Οι Πορτογάλοι συμμετέχοντες φάνηκαν πιο ικανοί να εντοπίζουν τα σημάδια των ψευδών ειδήσεων, όπως η κακή γραμματική, οι τίτλοι clickbait, η συναισθηματική γλώσσα, οι αναξιόπιστες πηγές και το περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις προσωπικές τους πεποιθήσεις. Σύμφωνα με τους ερευνητές, πιθανώς σχετίζεται με υψηλότερη διαπαιδαγώγησή τους σε θέματα ΜΜΕ συγκριτικά με τους Έλληνες.
Ωστόσο, και στις δύο χώρες οι χρήστες είχαν παρόμοιες πιθανότητες για unfollow ή mute (σίγαση) σε λογαριασμούς που μοιράζονταν fake news όσο και για αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων, με τον κίνδυνο μεγαλύτερο στην Ελλάδα λόγω της εντονότερης ενασχόλησης με ειδησεογραφικό περιεχόμενο (29,74% των Ελλήνων έναντι 18,16% των Πορτογάλων, σύμφωνα με τη Eurostat).
Μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους φίλους και την οικογένεια
Οι Έλληνες χρήστες εμπιστεύονται περισσότερο τις πληροφορίες που προέρχονται από φίλους και κοινωνικά δίκτυα, ενώ οι Πορτογάλοι είναι πιο επιφυλακτικοί και προτιμούν τις επίσημες πηγές ή τις επαληθευμένες πληροφορίες. Το εύρημα ευθυγραμμίζεται με το ερευνητικό πρόγραμμα της World Values Survey (WVS), που δείχνει:
το 91,5% των Ελλήνων (έναντι 65,3% των Πορτογάλων) εμπιστεύονται απόλυτα την οικογένειά τους.
το 25% των Ελλήνων (έναντι του 12,5% των Πορτογάλων) εμπιστεύονται πλήρως τους ανθρώπους που γνωρίζουν προσωπικά. Tο 9,7% των Ελλήνων (έναντι 35,2% των Πορτογάλων) εμπιστεύονται πλήρως ή κάπως τους ανθρώπους που συναντούν για πρώτη φορά.
«Αυτό δείχνει ότι οι κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες, όπως η οικογένεια, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την εμπιστοσύνη των χρηστών στο διαδίκτυο» σημειώνουν οι ερευνητές.
Περισσότερες ώρες στο Instagram
Οι Έλληνες περνούσαν σημαντικά περισσότερο χρόνο στο Instagram σε σύγκριση με τους Πορτογάλους χρήστες, γεγονός που συσχετίζεται με υψηλότερη έκθεση στην παραπληροφόρηση. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η μεγαλύτερη χρήση και στις δύο ομάδες σχετιζόταν με μεγαλύτερες πιθανότητες αναδημοσίευσης μη επαληθευμένου περιεχομένου και συμμετοχής σε συζητήσεις σχετικά με αμφιλεγόμενες αναρτήσεις.
Η ομάδα σημειώνει ότι η συχνή χρήση του Instagram μπορεί να ενισχύει την εξοικείωση με τα μοτίβα παραπληροφόρησης ή, αντίθετα, να καθιστά τους χρήστες πιο επιρρεπείς στην εξάπλωσή της.
Ανάγκη για ψηφιακό γραμματισμό
«Οι Έλληνες παρουσιάζουν μια μοναδική κλίση προς τις κοινωνικές συνδέσεις, επιδεικνύοντας αυξημένη εμπιστοσύνη στο περιεχόμενο των φίλων τους και επενδύοντας περισσότερο χρόνο στο Instagram, γεγονός που αντανακλά τη σημασία των προσωπικών σχέσεων στην κατανάλωση των μέσων ενημέρωσης» αναφέρει η ερευνητική ομάδα, συστήνοντας την αξιοποίηση των ευρημάτων για τον σχεδιασμό ειδικά προσαρμοσμένων προγραμμάτων ψηφιακού γραμματισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Στα μελλοντικά σχέδια της ομάδας είναι η διερεύνηση των έμφυλων διαφορών όσον αφορά την επίδραση της συναισθηματικής επεξεργασίας στην ευπάθεια στα fake news και πώς θα βοηθούσαν στοχευμένες ανά φύλο παρεμβάσεις. Παράλληλα, οι επόμενες μελέτες θα πρέπει να διορθώσουν τις αδυναμίες της τωρινής έρευνας, όπως το περιορισμένο πληθυσμιακό δείγμα και η εξάρτηση από αυτοαναφερόμενα δεδομένα.