Tα πραγματικά κέντρα ισχύος της Μυκηναϊκής Ελλάδας είναι γνωστά κι έχουν ανασκαφεί πλήρως, ενώ οι επαρχιακές πόλεις, που προφανώς είχαν δημιουργηθεί σε κάθε εύφορη πεδιάδα, έχουν ανασκαφεί μονάχα σποραδικά και χωρίς σύστημα.
Τα ανάκτορα και οι ακροπόλεις των Μυκηνών, της Τίρυνθας, της Πύλου και της Αθήνας μπορούν να μας δώσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της αστικής ζωής της εποχής, αλλά ελάχιστες περιοχές και μάλιστα, ένα πολύ μικρό μέρος από αυτές μπορεί να μας δώσουν μια ιδέα για τη ζωή της μυκηναϊκής επαρχίας. Γι’ αυτό είχε προκληθεί τεράστιο ενδιαφέρον, όταν ανακαλύφθηκε μια επαρχιακή πόλη της μυκηναϊκής περιόδου, με τα σπίτια της, τους δρόμους και τους τάφους της.
Πρόκειται για το Παυλοπέτρι, που σήμερα βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η αρχαιότερη βυθισμένη πολιτεία βρίσκεται νοτίως του ακρωτηρίου Μαλέα στη Λακωνία, απέναντι από το Ελαφονήσι.
Το Παυλοπέτρι θεωρείται η αρχαιότερη βυθισμένη πόλη του κόσμου. Ανακαλύφθηκε το 1967 από τον Δρ. Nicholas Flemming και χαρτογραφήθηκε από ομάδα του Πανεπιστημίου του Cambridge. Το 1968 έφτασε επί τόπου μια ειδική αποστολή του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου του Cambridge, με σκοπό την υποβρύχια εξερεύνηση, ώστε να εξετάσει τα ερείπια, να τα κατατάξει χρονολογικά και να ανακαλύψει τα αίτια που οδήγησαν την πόλη στον καταποντισμό της.
Επτά ειδικοί εργάστηκαν κοπιαστικά επί έξι εβδομάδες κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Τα μελτέμια προκάλεσαν τις περισσότερες δυσχέρειες. Κατέβαζαν τη θερμοκρασία του νερού και καθιστούσαν αδύνατη την υποβρύχια φωτογράφιση και εξέταση των αντικειμένων. Ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο για τους ειδικούς να χαράξουν και να εξακολουθήσουν τις συντεταγμένες στον βυθό, ώστε να τοποθετήσουν τα ανάλογα σημάδια.
Οι ειδικοί αρχαιολόγοι θέλησαν να χρησιμοποιήσουν το σύστημα της φωτογραφίας από ψηλά με αερόστατο. Η ταραγμένη θάλασσα, όμως, εμπόδιζε την καθαρότητα των φωτογραφιών, που η ειδική μηχανή του αερόστατου λάμβανε αυτόματα. Μονάχα την αυγή λήφθηκαν μερικές καθαρές φωτογραφίες, που συντέλεσαν στην πλήρη χαρτογράφηση της πόλης.
Ήταν μια αρκετά μεγάλη πόλη της μυκηναϊκής εποχής, επειδή είχε διαστάσεις 300 επί 150 μέτρα. Το έδαφος στην πεδιάδα που ήταν το Παυλοπέτρι ήταν πολύ μαλακό και γόνιμο, άρα θα πρωτοστατούσε στη γεωργική παραγωγή.
Το Ελαφονήσι, που βρίσκεται απέναντι από το Παυλοπέτρι, είναι ένα βραχώδες νησί, που υπάρχουν και σ’ αυτό ενδείξεις μυκηναϊκής κατοχής. Μαρτυρίες του Στράβωνα και του Παυσανία καταδεικνύουν ότι στην αρχαιότητα ήταν ενωμένο με την ξηρά. Σήμερα, όμως, το βάθος του νερού στον μεταξύ τους πορθμό φτάνει τα τρία περίπου μέτρα και η απόσταση που τα χωρίζει είναι περίπου τετρακόσια μέτρα.
Η σημερινή ακτή προς την ξηρά έχει μια μεγάλη κηλίδα άμμου, με εκβλαστήσεις βράχων, που καλύπτονται από θάμνους. Πίσω τους δεσπόζει μια αλμυρή λίμνη. Υπήρχε και στη μυκηναϊκή εποχή ένα κανάλι από τη θάλασσα, που έφερνε το αλμυρό νερό στη λίμνη, για να εξατμιστεί και να παραχθεί αλάτι. Στα βράχια, ξεχωρίζουν τα ερείπια ενός προϊστορικού κοιμητηρίου, ενώ απότομοι και στενοί ανηφορικοί δρόμοι οδηγούν σε μικρούς θολωτούς τάφους, που είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του μυκηναϊκού πολιτισμού. Οι επιστήμονες δεν είχαν κατορθώσει ακόμη να τους χρονολογήσουν. Περίπου όμοιοι τάφοι βρέθηκαν στους παλιούς ελλαδικούς οικισμούς στην Εύβοια. Ένας μεγάλος, εντυπωσιακός τάφος, με φαρδιά είσοδο και μετώπη φαινόταν οπωσδήποτε μυκηναϊκός και ανήκει στους μυκηναϊκούς τάφους που εντοπίστηκαν στη θάλασσα.
Λίγο έξω από τη θάλασσα βρισκόταν μια μικρή νησίδα. Πρόκειται για το Παυλοπέτρι. Μια σειρά από ασβεστολιθικούς βράχους στην ανατολική πλευρά σχηματίζει τα φυσικά όρια της πόλης στην ανατολή. Στην παλαιά ακτή, στον νότο, ανακαλύφθηκαν πολλά πρωτοελλαδικά και μυκηναϊκά αγγεία, κάτω από το ρωμαϊκό και το βυζαντινό υλικό. Τα τείχη προς το βαθύτερο επίπεδο ανήκουν στη μυκηναϊκή περίοδο. Είναι προφανές ότι η μυκηναϊκή πόλη εκτεινόταν μεταξύ της ξηράς και του νησιού.
Τα καταποντισμένα ερείπια διαιρέθηκαν σε δέκα περιοχές και εντοπίστηκαν δεκαπέντε οικίες, που συνήθως αποτελούνταν από περίπου οκτώ ορθογώνια δώματα, κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, γύρω από μια εσωτερική αυλή. Ανάμεσά τους ξεχώριζε μια οικία, που ήταν μεγαλύτερη από τις υπόλοιπες και έμοιαζε με μέγαρο, ενώ οι δρόμοι ήταν λιθόστρωτοι.
Το αντιπροσωπευτικό σπίτι της βυθισμένης, αρχαιότατης πολιτείας ήταν ορθογώνιο και η κάτοψή του είχε διαστάσεις 16 επί 10 μέτρα. Οι μεγάλες αίθουσες χρησιμοποιούνταν για συγκεντρώσεις, ενώ οι μικρότερες για αποθήκες και εργαστήρια. Στους μικρούς αυτούς χώρους ανακαλύφθηκαν αγγεία και υπολείμματα αργαλειών. Οστά ζώων ήταν διασκορπισμένα τριγύρω, μαζί με πλήθος από ίχνη λαδιού, κρασιού και δημητριακών, όπου θα πρέπει να υπήρχαν σε αφθονία σε εκείνη την τόσο εύφορη γη.
Οι αρχαιολόγοι εκτιμούσαν ότι οι άνθρωποι κατοικούσαν στις αίθουσες του επάνω ορόφου. Οι στέγες ήταν μάλλον επίπεδες και καλύπτονταν από κεραμίδια. Οι τοίχοι των σπιτιών ήταν κατασκευασμένοι από ασβεστολιθικά βράχια και είχαν πάχος 60 εκατοστά. Επίσης, υπολογιζόταν ότι περί τα είκοσι άτομα κατοικούσαν στο κάθε ένα συγκρότημα σπιτιού.
Οι δρόμοι του οικισμού ήταν κάπως παράξενοι. Είχαν πλάτος περίπου πέντε μέτρων και σε αρκετές περιπτώσεις είχαν χτισμένο έναν εγκάρσιο τοίχο σ’ όλο το πλάτος, που πιθανόν να στήριζε κάποια σκάλα, που οδηγούσε στα επάνω πατώματα. Υπήρχαν και ειδικά πέτρινα κτίσματα κατά μήκος των δρόμων, για να βοηθούν τους ανθρώπους να ξεφορτώνουν το άχθος από τα ζώα τους.
Με το κόκκινο χρώμα σημειώνονται τα κτίσματα και οι δρόμοι του Παυλοπετρίου
Αρχικά, υπήρχε η εκτίμηση ότι η πόλη κτίστηκε γύρω στο 1600-1100 π.Χ., αλλά αργότερα οι έρευνες αποκάλυψαν, μέσω των ευρημάτων, ότι το Παυλοπέτρι κατοικούνταν από το 2800 π.Χ., στην αρχή της Εποχής του Χαλκού. Πιθανολογείται ότι καταβυθίστηκε το 1000 π.Χ. Πρόκειται για μια μοναδική στο είδος της πόλη, αφού έχει ολοκληρωμένο σχέδιο δόμησης, με δρόμους, κτίρια και νεκροταφείο.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, στις 09/07/1971
Πηγή: strangepress.gr